to top

Είδαμε την ταινία | Little women

Είδαμε την ταινία | Little women

Δραματική κομεντί εποχής της Columbia σε σκηνοθεσία Γκρέτα Γκέργουιγκ, με τους Σέρσα Ρόναν, Έμμα Γουώτσον, Φλόρενς Πιου, Ελίζα Σκάνλεν, Λώρα Ντερν, Τιμοτέ Σαλαμέ, Λουί Γκαρέλ, Τζέημς Νόρτον, Μέρυλ Στρηπ, Τρέησυ Λετς.

Μια επταετία από τη ζωή των τεσσάρων αξιαγάπητων αδελφών Μαρτς στην αναζήτηση του έρωτα, της αποδοχής και της θέσης τους στη δύσκολη για τις γυναίκες κοινωνία της μετεμφυλιακής Αμερικής, όπως αποτυπώνεται περίτεχνα στο κλασικό και εν μέρει αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα της Λουίζα Μέυ Άλκοτ.

 

Ων ουκ έστιν αριθμός των κινηματογραφικών και τηλεοπτικών μεταφορών αυτού του τόσο δημοφιλούς μυθιστορήματος μέσα στα χρόνια, είτε αυτούσιων είτε διασκευασμένων, και μάλιστα όχι μόνο επί αμερικανικού εδάφους -η Ιαπωνία μόνο έχει τρεις τηλεοπτικές παραγωγές κινουμένων σχεδίων. Παρ’ ό,τι απλοϊκό και ντεμοντέ φαινομενικά, έχει μια διαχρονική δύναμη το βιβλίο και μια ασταμάτητη ορμή ο χαρακτήρας της Τζο Μαρτς που δεν μπορούν να σε αφήσουν ασυγκίνητο, ακόμα και στις μέρες μας. Ειδικά δε αν λάβει κανείς υπ’ όψιν του τις αέναες προσπάθειες των γυναικών να διεκδικήσουν την πραγματική ισότητα και ανεξαρτησία, τότε οι τέσσερις αδελφές Μαρτς μόνο ντεμοντέ δεν είναι.

Εκεί άλλωστε “πάτησε” και αυτή η νέα κινηματογραφική διασκευή δια χειρός Γκρέτα Γκέργουιγκ (που υπογράφει και το σενάριο), καθώς αναμφισβήτητα γυρίζει μια “φεμινιστική” ταινία, μακριά όμως από οποιονδήποτε αρνητικό συνειρμό φέρει ο όρος σε ένα καλλιτεχνικό δημιούργημα. Δεν υπάρχει τίποτα το στρατευμένο στην ταινία, τίποτα το καθώς πρέπει ή το #metoo ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλο. Τόσο το σενάριο όσο και η σκηνοθεσία της Γκέργουιγκ μεταφέρουν κλασικότροπα θα έλεγε κανείς το μυθιστόρημα στην οθόνη αφήνοντας τους ίδιους τους ήρωες και το πρωτότυπο κείμενο να παίξουν μπάλα στον τομέα των μηνυμάτων. Ούτε δάχτυλο σηκώνει ούτε τίποτα περίεργες προβολές στο σήμερα επιχειρεί. Όλα είναι ξεκάθαρα, λαμπερά και χολυγουντιανά.

 

Η Γκέργουιγκ αγκαλιάζει με αγάπη αυτήν τη μεγάλη παραγωγή και τη μεταχειρίζεται ως τέτοια ακριβώς: ως μια μεγάλη παραγωγή. Πλούσιο σινεμά, με εξαίρετο και μεγάλο καστ, άρτιο τεχνικά και γρήγορο σε ρυθμούς, χωρίς όμως μοντερνιές ή δηθενιές που θα υπαινίσσονταν δηλώσεις τύπου “γυρίζω ταινία με τη Sony, αλλά αποδομώ το Χόλυγουντ γιατί είμαι ανεξάρτητη δημιουργός”. Ίσα-ίσα που η Γκρέτα Γκέργουιγκ πολύ το απολαμβάνει όλο αυτό και με περίσσια αγάπη το αγκαλιάζει. Η αγάπη άλλωστε δεν είναι και το μυστικό συστατικό της επιτυχίας σε κάθε ταινία της; Αυτήν την αγάπη λοιπόν που μοίρασε απλόχερα στην ηρωίδα του “Lady Bird” το 2017 (χαρίζοντας και τότε υποψηφιότητα για Όσκαρ στη Σέρσα Ρόναν), στις “Μικρές Κυρίες” όχι μόνο την προσφέρει στην Τζο μα την πολλαπλασιάζει για όλους τους χαρακτήρες της. Είτε κάνουν το σωστό είτε το λάθος, η Γκέργουιγκ δεν κρίνει, δεν τιμωρεί ούτε αποζητά το σφάλμα. Την ολοκλήρωση αναζητά, σε εκείνη οδηγεί η ταινία και αυτόν τον δρόμο υποδεικνύει στους ηθοποιούς και σε εμάς.

Με ένα έξυπνο μπρος-πίσω στον χρόνο που δίνει στην ταινία έναν πιο γρήγορο αέρα και την ψευδαίσθηση του σασπένς, το σενάριο επενδύει στους χαρακτήρες (και δεν είναι λίγοι) όσο μικρός κι αν είναι ο ρόλος τους, δίνοντας την ευκαιρία στους ηθοποιούς να ξεχωρίσουν. Πέραν της Σέρσα Ρόναν και της Φλόρενς Πιου που ουσιαστικά κρατούν την ταινία με την παρουσία τους, υπάρχει μια υπέροχη Λώρα Ντερν στον ρόλο της μητέρας τους (ήταν η χρονιά της φέτος), ένας υποδειγματικός Τρέησυ Λετς (επίσης ήταν χρονιά του) στον ρόλο του εκδότη που ακίνητος και πίσω από το γραφείο λέει τόσα πολλά με το βλέμμα και μόνο, αλλά και τρία αγόρια (Σαλαμέ, Νόρτον, Γκαρέλ) που ο κάθε ένας από την πλευρά του φωτίζει και μια πτυχή της ιστορίας ή της γυναίκας που έχει δίπλα του.

 

Δύσκολο να διαχειριστείς ένα τέτοιο ακαδημαϊκό έργο σήμερα και να το κάνεις γοητευτικό, αλλά εδώ η Γκέργουιγκ τα καταφέρνει υπέροχα και καθώς φαίνεται αφήνει επίτηδες χαλαρά τα χαλινάρια στο πρώτο 40λεπτο για να γκαζώσει σταδιακά μέχρι εκείνο το δυνατό, όμορφο, αισιόδοξο και τόσο μα τόσο χολυγουντιανό φινάλε, όταν όλα -φωτογραφία, κοστούμια, εφέ, μουσική- παίζουν πιο δυνατά και λυτρωτικά, τόσο για την οικογένεια Μαρτς όσο και για εμάς μέσα στην αίθουσα.

 

cinemano.gr  | instagram

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following