to top

Είδαμε την παράσταση | Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια

Οι κάτω απ' τ' αστέρια

“Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια” του Τηλέμαχου Τσαρδάκα, σκηνοθεσία Άρτεμις Γρύμπλα, Λίλα Μπακλέση, Κωνσταντίνος Μπιμπής, παίζουν: Λίλα Μπακλέση, Κωνσταντίνος Μπιμπής

Η Μένια και ο Νικολής συναντιούνται σήμερα, στο νησί όπου μεγάλωσαν, στο νησί όπου ερωτεύθηκαν, στην παραλία που φιλήθηκαν, εκεί που άγγιξαν φευγαλέα ο ένας τον άλλον για πρώτη φορά. Συναντιούνται σήμερα ξανά, μετά από χρόνια, γιατί εκείνος θέλει να μάθει τον λόγο που η ζωή της συνέχισε χωρίς αυτόν, με άλλον άντρα, με παιδιά που παίζουν κάθε καλοκαίρι από τότε στην ίδια παραλία, εκνευριστικά πεντακάθαρα στην άμμο, στις καλοκαιρινές διακοπές που εκείνη με τον άντρα της περνούν στο ίδιο νησί, κάθε χρόνο, από τότε, στην ίδια παραλία, εκεί όπου περνούσαν ώρες ατελείωτες αγκαλιά, κάνοντας όνειρα, ατενίζοντας τη θάλασσα, προσποιούμενοι πως είναι μόνοι σε ολόκληρη την πλάση, ολομόναχοι, οι δυο τους, πάνω στη θάλασσα και κάτω από τον ουρανό, αυτός και αυτή, “κάτω απ’ τ’ αστέρια”.

 

 

Οι κάτω απ’ τ’ αστέρια, είναι ερωτική εξομολόγηση, εφηβικό ημερολόγιο, βιβλίο αναμνήσεων, ξέσπασμα και ερωτική απόγνωση 70 λεπτών, δύο ανθρώπων, πάνω σε πεταμένα χαρτιά από τσαλακωμένα ποιήματα (Σκηνικά: Αντώνης Χαλκιάς, Φωτισμοί: Σεσίλια Τσελεπίδη), δίπλα στην καρέκλα εκείνη, στο τραπεζάκι με το χαλασμένο πόδι που τραμπάλιζε και που πάντοτε εκνεύριζε τον Νικολή που δεν μπορούσε να ακουμπήσει ούτε μια μπύρα με την ησυχία του. Σε εκείνο εκεί το ανάπηρο τραπεζάκι, από όπου την έβλεπε όλα αυτά τα καλοκαίρια να ζει χωρίς αυτόν, με άλλον, μακριά του. Είναι τόσο χειμαρρώδες το κείμενο του Τηλέμαχου Τσαρδάκα, τόσο λουσμένο στον ήλιο και την αρμύρα αυτού του καλοκαιρινού έρωτα που έμελλε να κρατήσει για πάντα μαζί τον Νικολή και τη Μενίτα -που μόνο εκείνος τη φώναζε έτσι, για να την κάνει εντελώς δική του από όλους τους άλλους που την φώναζαν Μένια, Ασημένια… τη δική του Ασημένια την αποκαλούσε Μενίτα ο Νικολής, στη Μενίτα του αφιέρωσε και το βιβλίο με τα ποιήματα που είχε γράψει στο Παρίσι όπου σπούδαζε μακριά της, μαζί με μια άλλη γυναίκα, αφήνοντάς την πίσω του, μακριά του, μόνη κάτω απ’ τ’ αστέρια τους. Μια ζωή που δεν έζησαν μαζί, εξαιτίας του, εξαιτίας της, χάρη στην αγάπη του, χάρη στην αγάπη της που την έκανε να λυγίσει.

Είχα χρόνια να δω και να απολαύσω έναν τέτοιο έρωτα να ξετυλίγεται ολόγυμνος, αφτιασίδωτος, παρθένος σχεδόν, ενστικτώδης και ζωοφόρος. Είναι ο έρωτας των φαντασιώσεων, των αισθηματικών ταινιών, των ποιημάτων, ο έρωτας που γίνεται τραγούδι που η μελωδία του μένει χαραγμένη για πάντα στο μυαλό και στην ψυχή. Για πάντα. Έχει ένα τέτοιο παιχνίδι στο κείμενο, αξιολάτρευτο, που ακροβατεί από την κωμωδία στο δράμα και την performance και από εκεί στο γέλιο, στο stand up και στην τραγωδία για να οδηγηθεί τελικά. στο φως αυτής της σπαρακτικής λύτρωσης.

Ένα έργο και μια ζωή για δυο ανθρώπους, με μάρτυρες εμάς, απέναντι και δίπλα τους, κάτω από τα ίδια αστέρια, να νιώθουμε συναισθήματα ιλιγγιώδη, σε ένα rollercoaster στιγμών και εξομολογήσεων, λες και μας ταρακουνούν στον ρυθμό τους τα κύματα αυτής της θάλασσας που χάιδεψε τον έρωτά τους. Μονόλογος (εκείνου), διάλογος, μονόλογος (εκείνης) κι όλο μαζί ωρολογιακός μηχανισμός που μετρά ανάποδα μέχρι τη σιωπηλή έκρηξη του φινάλε.

 

Ευλογημένη στιγμή επί σκηνής η συνύπαρξη του Κωνσταντίνου Μπιμπή και της Λίλας Μπακλέση που ανυψώνονται σε μια σφαίρα ύπαρξης φαντασιακή, την ίδια στιγμή που φωνή, πρόσωπο και σώμα σπαράζουν από ηδονή και οδύνη. Χείμαρρος ο Νικολής του Κωνσταντίνου Μπιμπή, προδομένος άντρας και πληγωμένο παιδί ταυτόχρονα που ψάχνει να βρει το δίκιο του, όσο παρακαλάει για συγχώρεση για λάθη που δεν παραδέχεται πως έκανε. Δεν έχεις μάτια και αυτιά αρκετά για να τον παρακολουθείς, όσο ανασαίνεις την κάθε λέξη του και συνειδητοποιείς πως οι ρυθμοί στο σώμα σου, έτσι όπως κάθεσαι απέναντί του, στην καρέκλα σου, περιμένουν το πρόστάγμά του για να επιταχυνθούν ή να πέσουν σε μια μουδιασμένη νάρκη ώστε να σου απαλύνουν τον πόνο. Σπάνια έχω νιώσει το κοινό σε μια αίθουσα να μεταμορφώνεται σε ορχήστρα αντιδράσεων συντονισμένων, υπό την μπαγκέτα του μαέστρου επάνω στη σκηνή, που σε υποχρεώνει να τον παρακολουθείς χωρίς βλεφάρισμα και να υπακούς το κάθε του πρόσταγμα.

Εξαιρετική στη σταδιακή της κορύφωση η Λίλα Μπακλέση, που από σιωπηλή φιγούρα που την καλούν να απολογηθεί, ουρλιάζει την αλήθεια της στα μούτρα του άντρα που λάτρεψε και που την άφησε με κάποιον άλλον, σε ένα ξέσπασμα δικαίωσης, αλλά με το βλέμμα της παραδομένο στον έρωτά τους. Τόσο κοριτσάκι όταν γελά με τα αστεία του, τόσο ντροπαλή και συνεσταλμένη όταν εκείνος θυμάται τον πρώτο τους έρωτα στη θάλασσα, κάτω απ’ τ’ αστέρια, τόσο αλώβητη και δυνατή όταν τον σφίγγει στην αγκαλιά της και τον χαϊδεύει, κουλουριασμένο επάνω της. Κι είναι κι αυτό το χειροκρότημα που ξεσπά σαν κύμα πάνω στα βράχια, όταν τα φώτα σβήνουν, που ξεπλένει τα δάκρυα και θωρακίζει με την αρμύρα του την ψυχή που νιώθει προφυλαγμένη, κάτω απ’ τ’ αστέρια, μαζί με τη Μενίτα και τον Νικολή, δυο αστέρια που θα λάμπουν για πάντα μέσα μας.

 

 

Σύγχρονο Θέατρο- Ευμολπιδών 45, Γκάζι
Παραστάσεις: Δευτέρα & Τρίτη στις 21:15 (μέχρι 11/01)

 

Αυλαία – Τσιμισκή 136, Θεσσαλονίκη
Παραστάσεις: Δευτέρα & Τρίτη στις 21:15 (από 17/1)

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following