to top

Είδαμε την παράσταση | Ανατολικά της Εδέμ

Είδαμε την παράσταση | Ανατολικά της Εδέμ

“Ανατολικά της Εδέμ” του Φρανκ Γκαλάτι από το μυθιστόρημα του Τζων Στάινμπεκ, μετάφραση: Μαργαρίτα Δαλαμάγκα-Καλογήρου, δραματουργική επεξεργασία-σκηνοθεσία: Ανδρονίκη Αβδελιώτη, πρωταγωνιστούν: Ανδρονίκη Αβδελιώτη, Ηλίας Βογιατζηδάκης, Ανδρέας Ζάκας, Γιώργος Ζώης, Σταμάτης Μπαντούνας, Τίτος Πινακάς, Σοφία Σιμοπούλου, Ποπέτα Σούκου, Κωνσταντίνος Τσιούγκος.

Η ιστορία του Κάιν και του Άβελ μεταφέρεται από τον Τζων Στάινμπεκ στην Καλιφόρνια των αρχών του 20ού αιώνα, με πρωταγωνιστές την οικογένεια Τρασκ και τις χαμένες τους ελπίδες για μια νέα Γη της Επαγγελίας, από την οποία μόνοι τους εκδιώχνονται ανεπιστρεπτί.

 

 

Θα ήθελα να ξεκινήσω λέγοντας πως το συγκεκριμένο θεατρικό αποτελεί άθλο από κάθε άποψη, και όχι μόνο σε ό,τι αφορά τη συγκεκριμένη παράσταση που παρακολούθησα με ενδιαφέρον στο “Αγγέλων Βήμα”. Άθλο αποτελεί εξ αρχής η διασκευή του ογκώδους μυθιστορήματος του Τζων Στάινμπεκ για το θεατρικό σανίδι από τον Φρανκ Γκαλάτι, θεατρικό συγγραφέα, σεναριογράφο και σκηνοθέτη, μέλος του θιάσου Στέπενγουλφ στο Σικάγο. Μελετητής του Στάινμπεκ, ο Φρανκ Γκαλάτι είχε ήδη βραβευθεί με Τόνυ το 1990 για τη θεατρική διασκευή του μυθιστορήματος “Τα σταφύλια της οργής”, παράσταση που μετά τη μεγάλη της επιτυχία στο Σικάγο μεταφέρθηκε στο Μπρόντγουέυ -όπως και πολλές άλλες παραστάσεις του Στέπενγουλφ.

Το 2015 επιστρέφει στον εμβληματικό συγγραφέα και διασκευάζει το “Ανατολικά της Εδέμ” ένα μεγάλο και πολυπρόσωπο μυθιστόρημα το οποίο είχε ήδη αποτελέσει σεναριακό γρίφο στην κινηματογραφική του διασκευή. Άθλος λοιπόν η μεταφορά της ιστορίας, των νοημάτων, των συμβολισμών και των χαρακτήρων επί σκηνής, σε ένα έργο που καλύπτει μια ολόκληρη εικοσαετία και που συρρικνώνει το πλήθος των χαρακτήρων σε μια παράσταση για 10 ρόλους.

Άθλο όμως επιτελεί και η Ανδρονίκη Αβδελιώτη στο θέατρο “Αγγέλων Βήμα”, καθώς το ανέβασμα του “Ανατολικά της Εδέμ” δεν στερείται προκλήσεων. Κατ’ αρχάς η σκηνοθέτις και πρωταγωνίστρια της παράστασης έπρεπε να διαχειριστεί με επιτυχία τη σκηνική ρυμοτομία του θεάτρου ως προς τις συχνές και γρήγορες εναλλαγές των εικόνων, έχοντας να αντιμετωπίσει το γεγονός πως στο συγκεκριμένο θέατρο οι ηθοποιοί δεν εμφανίζονται πίσω από τη σκηνή αλλά διαμέσου της αίθουσας. Η φαινομενική δυσκολία όμως μετατρέπεται σε προτέρημα, καθώς η σκηνοθεσία της εκμεταλλεύεται κάθε σπιθαμή όχι μόνο της σκηνής αλλά και ολόκληρης της αίθουσας προς όφελος των αλλαγών και της δράσης, μετατρέποντας φαντασιακά τον περιορισμένο χώρο σε μια αχανή έκταση που μας μεταφέρει σε διαφορετικές τοποθεσίες.

Αρωγός της ως προς αυτό ο σκηνικός διάκοσμος της παράστασης (Ανδρονίκη Αβδελιώτη, Νικόλαος Μαρμαροτούρης, Σταμάτης Μπαντούνας), μίνιμαλ, συμβολικός αλλά ταυτόχρονα πολύ συγκεκριμένος: η τραπεζαρία της οικίας των Τρασκ, ένα κρεβάτι, στάχια και μια χούφτα χώμα. Σε συνδυασμό με τους φωτισμούς (Βασίλης Κλωτσοτήρας) και την πρωτότυπη μουσική (Αργυρώ Καπαρού) τα τοπία και οι χώροι μεταμορφώνονται, προσφέροντας έναν συμβολικό ρεαλισμό, είτε “τέμνοντας” τη σκηνή είτε ενώνοντας τα κομμάτια του παζλ σε ενιαίο σύνολο.

Ως άθλο θεωρώ και τη δραματουργική επεξεργασία της παράστασης, καθώς είναι σαφές πως η Ανδρονίκη Αβδελιώτη διαβάζει ξανά το “Ανατολικά της Εδέμ” και εμπλουτίζει τη θεατρική διασκευή του Φρανκ Γκαλάτι με στοιχεία από το μυθιστόρημα, ερμηνεύοντας με νέα ματιά τόσο τις βιβλικές παραβολές όσο και την “ταύτιση” της κεντρικής ηρωίδας με την Αλίκη από τη “Χώρα των Θαυμάτων”, εύρημα επί του οποίου φαίνεται να στηρίζει την αφήγηση.

Την ίδια στιγμή επαναφέρει τα αναγκαία flash back (για την έλλειψη των οποίων κάποιοι κριτικοί στις ΗΠΑ είχαν εκφράσει τη δυσαρέσκειά τους ως προς τη θεατρική ανάγνωση του Φρανκ Γκαλάτι), ερμηνεύοντας με περισσότερο βάθος τους χαρακτήρες και εξηγώντας κατά το δυνατόν τις πράξεις και τις αντιδράσεις τους.

 

Αυτό που σκεφτόμουν όσο παρακολουθούσα το “Ανατολικά της Εδέμ” είναι πως πρόκειται για μια παράσταση που ωριμάζει επί σκηνής, καθ’ όλη τη διάρκειά της. Μετά την ταχύτατη -στα όρια της αγχώδους- εναλλαγή των αρχικών σεκάνς που κυλούν με ροή κινηματογραφικού μοντάζ (ιδωμένη μολαταύτα με θεατρικό ρομαντικό ρεαλισμό), σταδιακά το έργο αρχίζει να ανασαίνει όσο η ιστορία ταξιδεύει στον χρόνο και οι σκηνές (μολονότι σύντομες στην πλειοψηφία τους) δίνουν τον απαιτούμενο χρόνο σε ηθοποιούς και θεατές να εκφράσουν και να αντιληφθούν αντίστοιχα καταστάσεις, συναισθήματα και υπονοούμενα.

Αυτή η αντίληψη του σταδιακά επιβραδυνόμενου ρυθμού είναι από τα μεγάλα ατού στο συγκεκριμένο ανέβασμα, καθώς επιβάλλει την ένταση συναισθημάτων, ερμηνειών και πρόσληψης των γεγονότων, κλιμακώνοντας έτσι και το δράμα.

Κρατώντας για τον εαυτό της τον απαιτητικό ρόλο της αδίστακτης μα και σημαδεμένης (μεταφορικά και κυριολεκτικά) Κάθυ Τρασκ, η Ανδρονίκη Αβδελιώτη την ερμηνεύει με μια ρομαντική σκληρότητα που μέσα της κρύβει τη ματιά ενός βαθιά τραυματισμένου σε σώμα και ψυχή μικρού παιδιού. Η κατάβασή της στην κόλαση της λύτρωσης από το ψυχρό και εκδικητικό βάθρο της αποδίδεται συγκροτημένα και με ενσυναίσθηση, με συγκρατημένη θεατρικότητα και μαζί κινηματογραφική δεινότητα που απαιτούν οι επί σκηνής μεταβάσεις χρόνου και καταστάσεων.

Απόλυτα επιβλητικός και με ταυτότητα ο Αδάμ Τρασκ του Γιώργου Ζώη, ο οποίος βυθίζεται στο σύμπαν του έργου, ελέγχοντας τις συναισθηματικές μεταπτώσεις του και σκιαγραφώντας με μέτρο τον εμβληματικό πάτερ φαμίλια που έχει χάσει κάθε έλεγχο, έρμαιο των δικών του αποφάσεων και του πεπρωμένου. Τρυφερότητα και αποστασιοποιημένος πόνος χαρακτηρίζουν τον Λη, τον υπηρέτη των Τρασκ, έτσι όπως πληθωρικά τον ερμηνεύει ο Σταμάτης Μπαντούνας, επιτυγχάνοντας μάλιστα μια αδιόρατη αίσθηση του έθνικ χαρακτήρα που προσδιορίζει τον ήρωα.

Πολύ μου άρεσαν οι δύο γιοι, έτσι όπως αποδίδονται από τον εσωστρεφή και καλότροπο (;) Ααρών του Κωνσταντίνου Τσιούγκου και τον σπαρακτικά εκρηκτικό Καλ του Τίτου Πινακά που κουβαλά επάνω του κάτι από χολυγουντιανό επαναστάτη. Συμβολικά λιτός ο Ανδρέας Ζάκας ως Σάμιουελ Χάμιλτον, ειρωνικά οπορτουνιστής ο Ηλίας Βογιατζηδάκης στον ρόλο του γιου του, εφηβικά τρυφερή η Σοφία Σιμοπούλου, ενώ δεινότητα στις επί σκηνής μεταμορφώσεις της επιδεικνύει η Ποπέτα Σούκου.

Πάνω από όλα βέβαια, υπάρχει η δύναμη της πρωτότυπης ιστορίας, αρχέγονης και βαθιά καταλυτικής στο μεδούλι της, η οποία και προσφέρει κύματα πάθους, έντασης και λυτρωτικών δακρύων στο βιβλικά τραγικό φινάλε.

 

• Αγγέλων Βήμα – Σατωβριάνδου 36, Ομόνοια
Παραστάσεις: Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 18:00.

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following