Δραματική ταινία των Filmnation/BBC σε σκηνοθεσία Σων Ντέρκιν, με τους Τζουντ Λω, Κάρι Κουν, Ούνα Ρος, Τσάρλι Σότγουελ. Ελληνικός τίτλος: Η φωλιά
Ο Ρόρυ ΟΧάρα, ένας βρετανός χρηματιστής εγκατεστημένος με την οικογένειά του στις ΗΠΑ, ανακοινώνει στη γυναίκα του πως παρουσιάστηκε μια σπουδαία επαγγελματική ευκαιρία στην Αγγλία, όπου και της ζητά να εγκατασταθούν. Η συναίνεση της Άλισον μοιάζει διστακτική, αφού του επισημαίνει πως έχουν ήδη μετακομίσει 4 φορές σε 10 χρόνια, όμως τελικά πείθεται, παρά τη γκρίνια τόσο της κόρης της -από τον πρώτο της γάμο- όσο και του γιου τους. Η έναρξη της νέας τους ζωής μοιάζει θεαματική, με τον Ρόρυ να έχει νοικιάσει μια πολυτελή βικτωριανή έπαυλη έξω από το Λονδίνο ενώ έχει εξασφαλίσει θέσεις στα καλύτερα σχολεία για τα παιδιά. Η Άλισον αρχίζει να πιστεύει και η ίδια σιγά σιγά πως θα μπορούσε αυτό να σημάνει μια νέα αρχή για όλους ειδικότερα όταν αρχίζει να πραγματοποιεί το δικό της όνειρο, να αποκτήσει τον δικό της σταύλο με άλογα αντί να δουλεύει για λογαριασμό άλλων. Σύντομα όμως η συννεφιά της βρετανικής εξοχής μοιάζει να σκεπάζει και το ίδιο τους το σπιτικό, όταν αποδεικνύεται πως η κατάσταση δεν είναι τόσο ρόδινη όσο θέλει να την παρουσιάζει ο Ρόρυ, του οποίου οι επιχειρηματικές αποφάσεις αποτυγχάνουν η μία μετά την άλλη.
Βρισκόμαστε σε εκείνα τα ευλογημένα και συνάμα καταραμένα eighties, όταν όλα φάνταζαν πιθανά και όταν το χρήμα έμοιαζε να κυλά προς την κατεύθυνση αυτών που το κυνηγούσαν χωρίς οίκτο. Είμαστε στα χρόνια της θατσερικής αγγλίας που άρχιζε να ανοίγει την οικονομία της τον κόσμο και ταυτόχρονα να δημιουργεί στρατιές από golden boys που νόμιζαν πως γίνονταν Ροκφέλερ από τη μια μέρα στην άλλη, τζογάροντας τα λεφτά των άλλων. Ένα τέτοιο χρυσό αγόρι είναι και ο Ρόρυ Ο’Χάρα σε αναζήτηση της μίας, καλής, χρυσής ευκαιρίας που θα τον αναδείξει στην κορυφή και θα του εξασφαλίσει μια τέλεια ζωή όπως την έχει ονειρευτεί. Όπως αποδεικνύεται όμως, τα όνειρά του μετατρέπονται σε εφιάλτες που τον καταδιώκουν αφού τελικά όλα όσα επιδιώκει και προτάσσει ως επιτεύγματα για το φαίνεσθαι είναι σαθρά και μάλλον ανύπαρκτα.
Πουλί διωγμένο από τη φωλιά του ο Ρόρυ δεν έμαθε ποτέ να χτίζει τη δική του παρά πετάει από κλαδί σε κλαδί αποζητώντας την επιτυχία, την οποία όμως δεν θα αναγνώριζε ακόμα κι αν τον κλώτσαγε στα δόντια. Επιτυχία για εκείνον είναι προφανώς να έχει τα χρήματα που χρειάζεται για να μπορεί να κομπάζει. Αυτό τον νοιάζει μόνο. Δεν νοίκιασε αυτήν την εντυπωσιακή έπαυλη ώστε να χτίσει τη φωλιά για την οικογένειά του… Τη νοίκιασε για να μπορεί να κομπάζει πως μένει σε μια τέτοια έπαυλη, χωρίς ποτέ να μπορεί να γίνει κομμάτι της, χωρίς ποτέ να ξέρει πώς να ανήκει κάπου και πώς να αφοσιώνεται σε έναν σκοπό. Έτσι. δεν κατανοεί ποτέ την ανάγη της συζύγου του να ριζώσει, να δημιουργήσει και να πετύχει σε κλίμακα μικρή, ανθρώπινη, πέρα από τα χρήματα και την πολυτέλεια. Για εκείνην τα βικτωριανά πατώματα του 1700 στο σπίτι τους δεν είναι ατραξιόν την οποία θα μοιράζεται με τον κύκλο της αλλά το πάτωμα που στηρίζει το σπιτικό τους. Κι όσο ο αιθεροβάμων Ρόρυ απομακρύνεται από τη γήινη πραγματικότητα, τόσο η απόσταση μεταξύ τους μεγαλώνει, τόσο η φωλιά ξεφτίζει και τόσο πιο πολύ κινδυνεύουν οι νεοσσοί τους να πέσουν από το δέντρο βορρά στα αρπακτικά.
Κι όλα αυτά συμβαίνουν χάρη σε ένα καλογραμμένο, ανθρώπινης κλίμακας σενάριο που υπογράφει ο ίδιος ο σκηνοθέτης, αγκαλιάζοντας τους ήρωές του με ειλικρίνεια, αποσπώντας έτσι καλοδεχούμενα συμπαγείς ερμηνείες από το ζεύγος Ο’Χάρα. Ο Τζουντ Λω βγάζει μια εξαιρετικής επιτήδευσης έπαρση, με την οποία καλύπτει τον μόνιμο πόνο της απόρριψης που κουρνιάζει μέσα του και είναι εξαιρετικός στη σκηνή με τη μητέρα του, αλλά ακόμα καλύτερος στη σχεδόν σιωπηλή σκηνή του μέσα στο ταξί.
Απέναντί του, επάξια μονομάχος, η Κάρι Κουν, σαν αργοπορημένη έφηβος στη δική της επανάσταση, απαιτώντας τη θέση που της αξίζει ως σωτήρας και ηγέτις της ζωής της μα και της φωλιάς τους που καταρρέει. Το συννεφιασμένο φως που μπαίνει από τα παράθυρα και οι κίτρινες λάμπες στα φωτιστικά σώματα στην ιδιαίτερα φροντισμένη φωτογραφία του πολυβραβευμένου για τον “Γιο του Σαούλ” Ματύας Ερντέλυ, τονίζουν περισσότερο το πρώσωπο και τα μάτια, αφήνοντας τις σκιές να ζωγραφίζουν συναισθήματα και να υπογραμμίζουν τις λέξεις.
Μεγάλο bonus οι μουσικές επιλογές από τα χρόνια του ’80 που κοντράρουν με το τέμπο και την ευθυμία τους τις υποστηρικτικές προς τη δράση μελωδίες του Ρίτσαρντ Ρηντ Πάρρυ.
cinemano.gr | instagram