to top

Είδαμε την παράσταση | Ρόζα Εσκενάζυ: Η βασίλισσα του ρεμπέτικου

Είδαμε την παράσταση | Ρόζα Εσκενάζυ: Η βασίλισσα του ρεμπέτικου

“Ρόζα Εσκενάζυ: Η βασίλισσα του ρεμπέτικου” του Παναγιώτη Μέντη, σκηνοθεσία: Αντώνης Λουδάρος, πρωταγωνιστεί η Παυλίνα Χαρέλα, τραγουδά η Αποστολία Γκούτη, μουσικοί επί σκηνής: Μιχάλης Καταχανάς, Δημήτρης Μικέλης.

Η ζωή, τα πάθη, οι άντρες και φυσικά τα τραγούδια της “ναζιάρας” Ρόζας Εσκενάζυ, της βασίλισσας -κυριολεκτικά- του ρεμπέτικου, που με τη φωνή της, την ομορφιά της και τα πυκνά σγουρά μαλλιά της έκαψε καρδιές και στιγμάτισε μια ολόκληρη εποχή για να φύγει ξεχασμένη από τους πολλούς, αλλά αγαπημένη από αυτόν που έπρεπε.

 

 

Παρακολουθούσα την παράσταση και ασυναίσθητα μπορούσα να νιώσω πλήρως τον λόγο της ήσυχης αλλά μεγάλης επιτυχίας της. Τρία χρόνια παίζεται η “Ρόζα Εσκενάζυ: Η βασίλισσα του ρεμπέτικου” στο θέατρο και έχει ακουμπήσει τις καρδιές των θεατών σε πολλούς τόπους της Ελλάδας. Από τη Θεσσαλονίκη όπου ξεκίνησε το sold out ταξίδι της για να συνεχίσει να συναρπάζει σε κάθε σταθμό της περιοδείας της, η Ρόζα έφτασε τώρα στην Αθήνα, για να δονήσει με τα λόγια της, την τσαχπινιά της και φυσικά με τα τραγούδια της τους θεατές και στο θέατρο Αλκμήνη. Και διόλου αδικαιολόγητα.

Βλέπετε, πέραν της φροντισμένης, με πλεόνασμα ηθικής και συναισθηματικού φόρτου παράστασης αυτής καθ’ εαυτής, πέραν του εύστοχου κειμένου που σημαδεύει απ’ ευθείας την καρδιά και το συναίσθημα, πέραν της νοσταλγικής μα και τόσο τρυφερής σκηνοθεσίας, πέραν των σεμνά ταλαντούχων συντελεστών, η “Ρόζα Εσκενάζυ” βγαίνει από τα μέσα μας, ως κομμάτι του πυρήνα της ύπαρξής μας και σαν ρίζα που μας συνδέει με την ιστορία μας.

Ποιος δεν έχει ακούσει αφηγήσεις για την Πόλη σε κάποιο κυριακάτικο τραπέζι, ποιος δεν έχει κάποιον συγγενή που έφυγε από εκεί για την Ελλάδα, είτε λόγω του ενός διωγμού είτε του άλλου, ποιος δεν έχει ακούσει/τραγουδήσει/χορέψει/αγαπήσει τη “Δημητρούλα”, την “Γκαρσόνα”, το “Χαρικλάκι”;..

Φανταστείτε λοιπόν όλα τα παραπάνω να γίνονται εύστοχα ένα, σε έναν μονόλογο ποταμό, γραμμένο με αγάπη, αμάλγαμα φόρου τιμής και προσωπικών αναμνήσεων, έτσι όπως τα ιστορικά γεγονότα φιλτράρονται μέσα από την καρδιά, με soundtrack τα τραγούδια που έχουν σημαδέψει τη δική μας ζωή, ακόμα κι αν τα μάθαμε τραγουδισμένα από φωνές άλλων.

Έχει μια λαχτάρα το κείμενο του Παναγιώτη Μέντη, να δοξάσει την “ξεχασμένη” Ρόζα, της οποίας ο θάνατος το ’80 πέρασε στα ψιλά των εφημερίδων, αλλά και να τιμήσει και να θυμηθεί τις χαμένες πατρίδες όλων μας, είτε αυτή είναι η Κωνσταντινούπολη, είτε η Θεσσαλονίκη, είτε η Αθήνα, είτε ο Πειραιάς. Εκεί που μεγαλώσαμε βρίσκεται η πατρίδα μας -έτσι δεν είναι;- κι εκεί πάντοτε οφείλει να επιστρέφει η καρδιά. Με τις λέξεις είναι σαν ζωντανεύει ο τόπος και να κυλάνε μπροστά στα μάτια σου οι εποχές, ενόσω μια μεγαλόκαρδη Παυλίνα Χαρέλα γίνεται η Ρόζα η ναζιάρα, εκεί, στην Κόρινθο, με το κορμί πληγωμένο από ένα ατύχημα, αλλά την ψυχή ολοζώντανη και την καρδιά να σφύζει από αγάπη… για τον Χρηστάκη της.

Με ρούχα, μαλλιά και στήσιμο ηλικιωμένης γυναίκας αλλά φωνή δροσερή (και ναζιάρα), η Παυλίνα Χαρέλα ζει τις στιγμές που αφηγείται, συνομιλεί με αόρατα πρόσωπα, θυμάται με το βλέμμα και μόνο, χορεύει και σιγοντάρει το εξαιρετικό alter ego της στα τραγούδια, όταν η ερμηνευτικά σεμνή και με μπρίο σε μέτρο ανθρώπινο Αποστολία Γκούτη ερμηνεύει τις μεγάλες επιτυχίες της Ρόζας όχι ως μουσικό διάλειμμα αλλά σαν ψίθυρος από το παρελθόν. Αντιλαμβάνεσαι εν μέσω όλων αυτών και την ειλικρινή αγάπη που κρύβεται στη σκηνοθεσία του Αντώνη Λουδάρου, που αποφεύγει κάθε αναμενόμενο εντυπωσιασμό για να παραδοθεί κι ο ίδιος στο νάζι, στη φωνή και στο μεγαλείο ψυχής της Ρόζας. Κι από κάτω, στην πλατεία, κοινό αλλόκοτο, από κάθε ηλικία και καταγωγή, να χειροκροτά, να χαμογελά αναπολώντας δικές του στιγμές και εν τέλει να βιώνει αυτήν την απρόσμενη ώσμωση που μόνο οι διαχρονικές αξίες μπορούν να προκαλέσουν.

Κάπου στη μέση της παράστασης, θυμήθηκα πως στο σπίτι κάποτε υπήρχαν πλάκες 78 στροφών της Ρόζας, αυτές οι βαριές, οι φτιαγμένες από πίσσα. Κι όσο οι δύο Ρόζες επί σκηνής έλεγαν το “Χαρικλάκι” ήταν σαν να άκουγα το γδάρσιμο της βελόνας του πικάπ στο στερεοφωνικό έπιπλο της Tonfunk στο σαλόνι. Χάθηκαν οι πλάκες σε κάποια μετακόμιση. Και χθες, αυτή η απώλεια με στενοχώρησε ξαφνικά πολύ.

• Θέατρο Αλκμήνη – Σκηνή Centro – Αλκμήνης 8-12, Γκάζι
Παραστάσεις: Kάθε Τετάρτη στις 19:00.

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

Invalid username, no pictures, or instagram servers not found
Invalid username, no pictures, or instagram servers not found