to top

Είδαμε την παράσταση | Ο γυάλινος κόσμος

Ο γυάλινος κόσμος

Ο γυάλινος κόσμος, είναι δράμα του Τέννεση Ουίλλιαμς σε σκηνοθεσία Γιώργου Νανούρη, με τους Άννα Μάσχα, Κωνσταντίνο Μπιμπή, Λένα Παπαληγούρα, Αναστάση Ροϊλό.

Το έργο που έβγαλε από την αφάνεια τον Τέννεση Ουίλλιαμς και τον ανέδειξε σε έναν από τους δημοφιλέστερους θεατρικούς συγγραφείς σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι ένα βαθύτατα προσωπικό δημιούργημα βασισμένο σε προσωπικές μνήμες. Ως έργο αναμνήσεων άλλωστε μας το συστήνει και ο ίδιος ο συγγραφέας, όταν βάζει το alter ego του, τον Τομ, να μας υποδεχθεί στο ξεκίνημα, πολλά χρόνια αργότερα από την εποχή που ξετυλίγεται η ιστορία που θα μας αφηγηθεί. Όπως μάλιστα μας λέει και ο ίδιος, στη μνήμη του βασίζεται η αφήγηση, οπότε πολλά από όσα δούμε μπορεί και να μην είχαν γίνει έτσι.

Και μέσα από τα λόγια του, μέσα από αναμνήσεις που τυχόν ξεθώριασαν, ταξιδεύουμε κάμποσα χρόνια νωρίτερα, στο Σαιν Λούις, κάπου εκεί κοντά στο κραχ, όταν εκείνος ήταν ένα ονειροπόλο 20χρονο αγόρι, που με το μισθό του από την αποθήκη υποδημάτων ($65 το μήνα) συντηρούσε τη μητέρα του και την αδελφή του, τη Λώρα. Κι όσο ο Τομ ονειρευόταν να αποδράσει, όπως ο πατέρας του που τους είχε εγκαταλείψει χρόνια νωρίτερα, τόσο η Λώρα δεν τολμούσε να βγει από το σπίτι. Μια αναπηρία στο πόδι την έκανε να φοβάται ακόμα περισσότερο τους ανθρώπους και να χάσει πλήρως την αυτοπεποίθησή της, με αποτέλεσμα να απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από τον αληθινό κόσμο και να αφοσιώνεται στον δικό της, τον γυάλινο, αυτή τη συλλογή από τα γυάλινα ζωάκια που για εκείνην είναι προϊόν αγάπης και θαυμασμού.

Δίκαια λοιπόν, η μητέρα τους, αυτή η ξεθωριασμένη μορφονιά από τον Νότο, ανησυχεί (και μυστικά, ντρέπεται) διαρκώς για εκείνην που για να μην καταλήξει γεροντοκόρη φυλακισμένη σε μια κάμαρα των θειάδων της, πιέζει διαρκώς τον Τομ να της βρει κάποιο καλό παιδί από τη δουλειά του για να την αποκαταστήσει. Κι όταν ο Τομ, τέλος πάντων, προτείνει στον συνάδελφό του τον Τζιμ να φάνε μαζί ένα βράδυ, η άφιξή του στο σπίτι φέρνει μαζί της ελπίδες, παιδικούς έρωτες, μια φευγαλέα ξεγνοιασιά αλλά και μια αναπόφευκτη πραγματικότητα.

 

 

Και είναι αυτές τις μνήμες του Τομ και του Τέννεση Ουίλλιαμς που ο Γιώργος Νανούρης, αναμοχλεύει παρέα με τις δικές του για να συναντήσουν τις δικές μας, σε μια παράσταση που μετατρέπεται σε όνειρο και σε ταξίδι στους Τομ και τις Λώρες που όλοι μας κρύβουμε έντρομοι μέσα μας. Είναι σπαρακτικό το ανέβασμα αυτού του “Γυάλινου Κόσμου” και αδυσώπητα ειλικρινές. Σε ένα σκηνικό (Μαίρη Τσαγκάρη) κενό λεπτομερειών, χαμένο στο μαύρο της λήθης, οι αναμνήσεις του Τομ για τη ζωή που κανείς τους δεν έζησε αναπαριστώνται σε αυτό το σαλόνι του διαμερίσματος στο Σαιν Λούις, που πλέον δεν έχει ούτε χρώμα, ούτε παράθυρα, ούτε έπιπλα πέραν αυτών που προφανώς υπήρχαν για να κάθονται και για να τρώνε και πέραν του τηλεφώνου από το οποίο η πάντοτε ευγενικά πιεστική και ενδόμυχα απεγνωσμένη μητέρα καλεί τις φιλενάδες της για να ανανεώσουν τη συνδρομή τους σε ένα περιοδικό για νοικοκυρές.

Κι είναι στη μέση αυτού του πρωτόλειου σύμπαντος που ο γυάλινος κόσμος της Λώρα ίπταται στο κενό, σαν ένα πλανητικό σύστημα με ήλιο το πρόσωπό της που δονείται από χαρά, αγαλλίαση και ψυχική ηδονή όταν γυαλίζει αυτά που αποτελούν τα μοναδικά της υπάρχοντα, τα ταχτοποιεί και τα θαυμάζει, δίνοντάς τους ζωή από τη ζωή της και παίρνοντας φως από τη λάμψη τους.

 

Έχει κάτι το ζωώδες η Λώρα της Λένας Παπαληγούρα, με τη συστολή της να μετατρέπεται πολλές φορές σε φόβο ενστίκτου απέναντι σε έναν τόπο εχθρικό που την πληγώνει, λες και το είναι της υποχωρεί απέναντι στους άλλους και γι’ αυτό η ίδια χάνεται στο σύμπαν της, εκεί όπου κανείς δεν μπορεί να τη δει για να της κάνει κακό. Κι όσο αυξάνεται η καλοπροαίρετη πίεση της μητέρας τους, της Αμάντα (που από πίσω της κρύβει πάντα την ντροπή), ακόμα τόσο εντείνεται η συστολή της Λώρα και άλλο τόσο η μητέρα της Άννας Μάσχα βυθίζεται σταδιακά στο δικό τη σκοτάδι, με μια ερμηνεία που σε κάνει να ακούς σχεδόν το κρακ της ψυχής της που γίνεται θρύψαλα με κάθε απανωτή απογοήτευση. Αν η Λώρα έχει τον γυάλινο κόσμο της σε δημόσια θέα, η Αμάντα έχει μετατρέψει σε γυάλινο τον δικό της κόσμο, μέσα της, με μια ζωή γεμάτη ραγίσματα, εγκατάλειψη, πίκρα, ντροπή και υποκρισία πως όλα είναι εντάξει μολονότι είναι έτοιμα να καταρρεύσουν και να θρυμματιστούν στο πάτωμα, μαζί με το μυαλό της.

Αμφίρροπης ηθικής, χυδαίας ειλικρίνειας, αλλά με πόνο βαθύ ο Τομ του Κωνσταντίνου Μπιμπή, κυνηγημένος λες από Ερινύες επειδή προσπάθησε να αναζητήσει μια φρούδα ευτυχία. Δυναμικός, φοβισμένος μέσα στις φωνές του, κρυφός ταξιδευτής νυχτερινών κινηματογραφικών (και άλλων) αποδράσεων, ο Κωνσταντίνος Μπιμπής παντρεύει το σθένος με την αμφιβολία, κοιτώντας μας στα μάτια και θρηνώντας την τόλμη που έδειξε τότε να στρέψει την πλάτη του στο σκοτάδι των άλλων. Ένα σκοτάδι που μόνο ο Τζιμ του Αναστάση Ροϊλού μπόρεσε να φωτίσει, ακόμα κι όταν το ρεύμα είχε κοπεί εκείνο το απόγευμα, σε εκείνο το διαμέρισμα του Σαιν Λούις. Πρόσχαρος, ανέγγιχτος από την τραγωδία, με μια αγκαλιά που χωράει τον κόσμο όλο και ένα χαμόγελο που γιατρεύει τα πάντα, ο Αναστάσης Ροϊλός, λαμπερός σαν σταρ του Χόλυγουντ, αγγίζει συνεσταλμένα μα με ειλικρίνεια τον γυάλινο κόσμο της Λώρα μόνο και μόνο για να τον θρυμματίσει οριστικά με εκείνο το αντίο και εκείνο το θεσπέσιας ομορφιάς φιλί, που όμως είναι σαν να μην δόθηκε ποτέ.

Σε αυτήν την ονειρική σκηνοθεσία, ο Γιώργος Νανούρης εντάσσει και τους φωτισμούς που ο ίδιος σχεδίασε, με αποκορύφωμα αυτό το αξέχαστο παιχνίδι της σκιάς στον τοίχο που μετατρέπει το φιλί της Λώρας και του Τζιμ σε όνειρο, θύμηση και φαντασίωση, κάτω από τις νότες της βαθιά συναισθηματικής μουσικής του Θοδωρή Οικονόμου. Εξαίρετης ροής είναι η μετάφραση του Στέλιου Βαφέα.

Για την ιστορία, να πω πως η συγκεκριμένη παράσταση – Ο γυάλινος κόσμος – αποτελεί συμπαραγωγή με το Εθνικό Θέατρο που επρόκειτο να τη φιλοξενήσει κατά τη θεατρική περίοδο 2020-2021, η οποία δεν υλοποιήθηκε λόγω της καραντίνας. Στο σινεμά, ο “Γυάλινος Κόσμος” έχει μεταφερθεί δύο φορές, την πρώτη το 1950 σε σκηνοθεσία Ίρβινγκ Ράπερ, με τους Γκέρτρουντ Λώρενς, Κερκ Ντάγκλας, Τζέην Γουάιμαν, Άρθουρ Κέννεντυ, και τη δεύτερη το 1987 σε σκηνοθεσία Πωλ Νιούμαν, με τους Τζόαν Γούντγουωρντ, Τζων Μάλκοβιτς, Κάρεν Άλλεν και Τζέημς Νώτον.

 

• Αλκυονίς – Ιουλιανού 42-46, Πλατεία Βικτωρίας

Παραστάσεις: Πέμπτη & Παρασκευή στις 21:00, Σάββατο στις 18:00 & 21:00, Κυριακή στις 19:30

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following