Οι στοές είναι σύνηθες αρχιτεκτονικό και διακοσμητικό στοιχείο της αρχαίας Αθήνας, ιδίως της αρχαίας αγοράς.
Χρησίμευαν ως καταφύγιο από τις καυτές ακτίνες του ήλιου, τόπος περιπάτου και συγκεντρώσεως, διδασκαλίας και φιλοσοφικών διαλόγων. Ήταν πλούσια διακοσμημένες με σκηνές από τον πολιτικό, θρησκευτικό και πολεμικό βίο των Ελλήνων.
• Η Στοά των Γιγάντων (ή Ανάκτορα των Γιγάντων).
Πήρε το όνομά της από τρία κολοσσιαία αγάλματα που βρέθηκαν. Βρίσκονταν μεταξύ του Ναού του Ηφαίστου και της Στοάς του Αττάλου. Καταλάμβανε το μεγαλύτερο μέρος της πλατείας της αγοράς. Είχε προσανατολισμό Βορρά-Νότου, ενώ βρισκόταν πάνω σε παλαιότερα κτήρια (Ωδείο του Αγρίππα, Μεσαία Στοά, Νότια Στοά).
Σήμερα σώζονται μόνο λίγα ερείπια. Στο σημείο αυτό βρέθηκαν κολοσσιαία αγάλματα με βάσεις και ανάγλυφες παραστάσεις. Το μισό σώμα των αγαλμάτων είναι ανθρώπινα, το άλλο μισό μοιάζει με ψάρι. Δεν έχουν κεφάλι και χέρια. Τα αγάλματα αυτά χρησίμευαν ως τελαμώνες. Κατά μια εκδοχή παρίσταναν τους Επώνυμους, εξ ου και η ονομασία «οδός Επωνύμων». Κατά μια άλλη εκδοχή τα αγάλματα αυτά είναι της ρωμαϊκής εποχής, και χρησίμευαν ως είσοδος σε κάποιο οικοδόμημα στην αγορά.
• Η Στοά του Αδριανού.
Είναι ένα από τα μεγαλύτερα αρχαία οικοδομήματα της Αθήνας. Βρίσκεται μεταξύ των οδών Αιόλου, Ηφαίστου, Άρεως και της Πύλης της Αγοράς. Έχει σχήμα τετράγωνο επίμηκες, διαστάσεων από δυτικά προς ανατολικά 122 μέτρων, από βόρεια προς νότια 82 μέτρων. Σχετικά άριστα διατηρημένος είναι ο μετώπιος δυτικός τοίχος, ο οποίος καταλήγει στην κυρία πύλη του οικοδομήματος. Ο αντίστοιχος ανατολικός τοίχος είναι κατεστραμμένος. Ο τοίχος είναι κατασκευασμένος με μεγάλους πεντελικούς λίθους.
Μπροστά του είναι τοποθετημένοι επτά μονόλιθοι κίονες χωρίς ραβδώσεις από λίθο φρυγίο, που μοιάζει με αλάβαστρο. Έχουν ύψος 8 μέτρα και 60 εκατοστά και διάμετρο 90 εκατοστά. Τα επιστύλια σώζονται. Στο τέλος του τοίχου στέκουν δύο ραβδωτοί κορινθιακοί κίονες, οι οποίοι χρησίμευαν ως κύρια πύλη της Ποικίλης στοάς. Στο νότιο τέρμα του τοίχου σώζονται βυζαντινές αγιογραφίες, μαρτυρία μεταγενέστερου χριστιανικού ναού που έχει κατεδαφιστεί.
Ο Παυσανίας την κατατάσσει στα πιο υπέροχα κτήρια που ανέγειρε ο Αδριανός.
• Η Βασίλειος Στοά.
Ήταν το πρώτο διοικητικό κτίριο της Αγοράς που βρισκόταν στα δεξιά από την κύρια βορειοδυτική είσοδο του χώρου, σύμφωνα με τον Παυσανία. Δίπλα της περνούσε ο αρχαίος «Δρόμος», γνωστός και ως «Οδός Παναθηναίων».
Ονομάστηκε έτσι διότι, αποτέλεσε την έδρα του άρχοντος-βασιλέως, του δεύτερου στην ιεραρχία αξιωματούχου της πόλης, ο οποίος κατά την διάρκεια της μονοετούς θητείας του ήταν υπεύθυνος για θρησκευτικά ζητήματα καθώς και για δικαστικές διαμάχες που σχετίζονταν με θέματα λατρείας και ασέβειας· κατ’ ουσίαν πρόκειται για τίτλο των αρχαϊκών χρόνων.
Βρισκόταν νότια της Ποικίλης στοάς. Στην στοά αυτή είχε την έδρα του ο άρχοντας, ο καλούμενος «βασιλιάς». Στο εσωτερικό της στοάς υπήρχε ναός της Ημέρας, καθώς και πολλά αγάλματα, του Θησέα, Σκίρωνα, και άλλα. Στους τοίχους της στοάς ήταν γραμμένοι οι περίφημοι νόμοι του Δράκοντα και του Σόλωνα. Σύμφωνα με τον Δημοσθένη, εδώ ήταν η έδρα της Βουλής του Αρείου Πάγου. Ο Πολυδεύκης πάλι μας μαρτυράει ότι εδώ ορκίζονταν οι άρχοντες να διαφυλάξουν την τιμή και τους νόμους. Στην στοά αυτή βρίσκονταν τα αγάλματα του Κόνωνα, του Τιμόθεου και του Ευαγόρου βασιλιά των Κυπρίων και του Αδριανού.
Λέγεται ότι το 52 μ.Χ. ο απόστολος Παύλος, κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα, ήλθε στην Βασίλειο Στοά, όπου μίλησε στους Αρεοπαγίτες κηρύσσοντας την νέα θρησκεία του Χριστιανισμού.
• Η Ποικίλη στοά ή Πεισιανάκτειος.
Ονομάστηκε έτσι από τα πολλά και πολύχρωμα θαυμάσια έργα τέχνης που φιλοξενούσε (συγκεκριμένα πίνακες) καθώς και από το όνομα του γαμπρού του Κίμωνος, Πεισιάνακτα.
Η στοά αυτή ανεγέρθηκε μεταξύ του 475 και του 450 π.Χ. Βρίσκονταν ανατολικά του Αγοραίου Κολωνού και ήταν θαυμάσια διακοσμημένη. Το πλάτος του κτιρίου εικάζεται πως ήταν 11,5 μέτρα και το μήκος του 40-50 μέτρα.
Η στοά ήταν τόπος διδασκαλίας του φιλόσοφου Ζήνωνος, από όπου και η διδασκαλία του πήρε την ονομασία στωική. Εδώ επίσης φονεύτηκαν 1400 Αθηναίοι επί των Τριάντα Τυράννων. Σύμφωνα με τον Απούλειο, μπροστά στην στοά έδινε παράσταση ένας θαυματοποιός, σχοινοβάτης.
Ήταν διακοσμημένη με πολλά έργα, από τα οποία το πιο αξιοθαύμαστο ήταν ζωγραφιά της Μάχης του Μαραθώνα των Αθηναίων κατά των Περσών στον δεξιό τοίχο, έργο του ζωγράφου Πολυγνώτου.
• Νότια Στοά.
Βρίσκονταν στην νότια πλευρά της αρχαίας αγοράς, μεταξύ της Ηλιαίας και του Εννεάκρουνου. Είχε προσανατολισμό βορειοδυτικά-νοτιοανατολικά. Κτίστηκε περίπου το 425-400 π.Χ. και χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 150 π.Χ., όταν κτίστηκε δεύτερη στο ίδιο σημείο.
Η ταύτιση του κτίσματος ως εμπορικού στηρίζεται αποκλειστικά στο σχέδιό του και στα σωζόμενα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, καθώς και στον μεγάλο αριθμό νομισμάτων (περίπου 240) – κυρίως χάλκινων – που βρέθηκαν επί τόπου και ίσως να προέρχονταν από το γειτονικό Νομισματοκοπείο.
• Στοά Ευμένους.
Σήμερα σώζονται τα ερείπιά της στη νότια κλιτύ της Ακρόπολης μεταξύ του Ωδείου του Ηρώδου και του Θεάτρου του Διονύσου.[1] Η στοά ανασκάφτηκε και αποκαλύφθηκε πλήρως από την Αρχαιολογική Εταιρεία το 1877-1878.
Η στοά σήμερα έχει μήκος 163 μέτρα, ωστόσο πρόσφατες ανασκαφές έδειξαν ότι το αρχικό της μήκος ήταν γύρω στα 190 μέτρα, και ότι γύρω στο 160 μ.Χ. ένα μέρος της κατεδαφίστηκε για την ανέγερση του Ηρώδειου, με το οποίο συνδέθηκε λειτουργικά. Είχε δύο ορόφους, και πλάτος 17,65 μέτρα. Σύμφωνα με τον Βιτρούβιο, σκοπός της ήταν να παρέχει καταφύγιο στους θεατές που περίμεναν να μπουν στο θέατρο του Διονύσου, αλλά και ως αποθηκευτικός χώρος για τα σκηνικά του θεάτρου.
Κατασκευάστηκε στα πρότυπα της αρχιτεκτονικής της Περγάμου, από μάρμαρο της Ανατολίας.
• Στοά Ελευθερίου Διός.
Η στοά αυτή ιδρύθηκε από τους Αθηναίους εις μνήμη των ένδοξων μαχών στις οποίες νίκησαν, και χτίστηκε μεταξύ 430-420 π.Χ.. Είχε σχήμα «Π».Βρίσκονταν κοντά στην Ποικίλη Στοά και την Βασίλειο Στοά στην ανατολική πλευρά της Αγοράς, και πιο συγκεκριμένα στο λόφο του Αγοραίου Κολωνού.
Διέθετε δύο κιονοστοιχίες, μια εξωτερική δωρικού ρυθμού, και μια εσωτερική ιωνικού ρυθμού. Σύμφωνα με χωρία του Πλάτωνα και του Ξενοφώντα, φαίνεται πως ο Σωκράτης σύχναζε στο χώρο. Φαίνεται ότι χρησίμευε απλά για περίπατο, και είχε πολλά καθίσματα. Οι τοίχοι της ήταν διακοσμημένοι με τοιχογραφίες του Ευφράνορα. Παρίσταναν στην μια μεριά το δωδεκάθεο, και από την άλλη τον Θησέα με αλληγορικές παραστάσεις της Δημοκρατίας και του Δήμου.
Στον τοίχο απέναντι από την είσοδο είχε παράσταση ιππομαχίας των Αθηναίων που βοήθησαν τους Λακεδαιμόνιους στην μάχη της Μαντινείας κατά των Θηβαίων. Εδώ ήταν κατατεθημένα τα λάφυρα των γενναίων Αθηναίων ως δώρα στον Ελευθέριο Δία. Τα λάφυρα αυτά τα άρπαξε ο Σύλλας κατά την εισβολή του στην Αθήνα το 86 π.Χ..