Οι απαρχές του ζητήματος της εργατικής κατοικίας εντοπίζονται στην περίοδο της Βιομηχανικής Επανάστασης, όπου η κυριαρχία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής οδηγεί στη δραματική αύξηση του πληθυσμού των μεγάλων πόλεων προς τα μέσα του 19ου αιώνα.
• Πέρα από τα αυτοσχέδια παραπήγματα που κατασκευάζουν οι ίδιοι οι εργάτες για τη στέγασή τους, κάποιοι βιομήχανοι αναλαμβάνουν αρχικά να χτίσουν οικισμούς για τη διαμονή των εργατών που δουλεύουν στα εργοστάσιά τους
Στην Ελλάδα, η άφιξη των προσφύγων από τη Μικρά Ασία το 1922 σε συνδυασμό με την ανάπτυξη της βιομηχανικής παραγωγής και τη συγκέντρωση μεγάλου μέρους του εργαζόμενου πληθυσμού στις πόλεις καθιστούν αναγκαία την αντιμετώπιση του ζητήματος της κατοικίας για τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα.
• Το Ελληνικό κράτος επιχειρεί να καλύψει το οικοδομικό κενό που δημιουργεί ο 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος και ο Εμφύλιος με την ίδρυση του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (Ο.Ε.Κ.) το 1954.
Τα στεγαστικά προγράμματα του Ο.Ε.Κ. περιλαμβάνουν την παροχή έτοιμων κατοικιών, τη δανειοδότηση και την επιδότηση ενοικίου. Οι δικαιούχοι κατοικιών του Ο.Ε.Κ. είναι οι ασφαλισμένοι στο Ι.Κ.Α. εργάτες και υπάλληλοι που διαθέτουν το περιβόητο “πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων”, ενώ ευνοούνται οι πολυμελείς οικογένειες με χαμηλό εισόδημα.
• Η αρχιτεκτονική των κτιρίων είναι σχετικά ομοιόμορφη και βασίζεται σε ένα γενικό τυπολόγιο σπιτιών που προσαρμόζεται στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε περιοχής. Προϊστάμενος της υπηρεσίας μελετών του Ο.Ε.Κ. κατά την περίοδο 1955-1957 είναι ο αρχιτέκτονας Άρης Κωνσταντινίδης που σχεδιάζει, μεταξύ άλλων, τις εργατικές πολυκατοικίες στη Νέα Φιλαδέλφεια, στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη, στο Ηράκλειο και στην Πάτρα.
Καταβάλλονται προσπάθειες να δημιουργηθούν οικισμοί που θα έχουν τη μορφή συγκροτημένων γειτονιών αλλά δε θα μετατραπούν σε γκέτο. Στα μεγάλα αστικά κέντρα χτίζονται αρχικά τριώροφες ή τετραώροφες πολυκατοικίες που εναλλάσσονται με κοινόχρηστους ή κοινωφελείς χώρους και χώρους πρασίνου.
Ο προϋπολογισμός του οργανισμού είναι πολύ χαμηλός και η κατασκευαστική δραστηριότητα του κράτους παραμένει ισχνή, καθώς δεν ξεπερνάει το 3% του συνολικού αριθμού παραγόμενων κατοικιών. Ο Κωνσταντινίδης παραιτείται το 1957 στηλιτεύοντας την πρόθεση των γραφειοκρατών προϊσταμένων του να εφαρμόσουν μια πολιτική εντατικότερης εκμετάλλευσης της γης και την άρνησή τους να χρηματοδοτήσουν τη διαμόρφωση ελεύθερων χώρων.
Στη δεκαετία του 1970 η ανέγερση πολυώροφων πολυκατοικιών από τον Ο.Ε.Κ. γενικεύεται και μετατρέπεται ολοένα περισσότερο σε μέσο κερδοσκοπίας του εγχώριου κατασκευαστικού κεφαλαίου. Παράλληλα, η απόκτηση ιδιόκτητης στέγης λειτουργεί ως σύμβολο κοινωνικής ανέλιξης και ως μηχανισμός αλλοτρίωσης για ένα τμήμα του εργαζόμενου πληθυσμού που ενσωματώνει σε ολοένα μεγαλύτερο βαθμό την κυρίαρχη μικροαστική συνείδηση.
→ Μετά το 1980, η δημιουργία καινούριων εργατικών κατοικιών από το Ελληνικό κράτος φθίνει συστηματικά αλλά υποκαθίσταται από τη διευκόλυνση της παροχής στεγαστικών δανείων που τροφοδοτούν την κερδοφορία του τραπεζικού κλάδου, ενώ το 2012 θα καταργηθεί και ο ίδιος ο Ο.Ε.Κ.