Το Γαλάτσι είναι δήμος ο οποίος ανήκει στα Βόρεια προάστια Αθηνών. Βρίσκεται στους πρόποδες του λόφου Τουρκοβούνια, που είναι ο υψηλότερος της Αθήνας, και είναι από τις περιοχές της πρωτεύουσας με το μεγαλύτερο ποσοστό πρασίνου, αλλά και μία από τις πιο πυκνοκατοικημένες ταυτόχρονα. Με πραγματικό πληθυσμό 58.042 κατοίκους βρίσκεται στην 16η θέση από πλευράς πληθυσμού μεταξύ των δήμων της Νομαρχίας Αθηνών, ενώ είναι ο 6ος πιο πυκνοκατοικημένος δήμος με 14.416,8 κατοίκους ανά τ.χλμ.
Έχουν διατυπωθεί διάφορες απόψεις για την προέλευση του ονόματος Γαλάτσι αλλά σύμφωνα με την επικρατέστερη, το 1851 ο Συμεών Γαλάκης αγόρασε με συμβολαιογραφική πράξη στρέμματα γύρω από τον ναό της Αγίας Γλυκερίας. Κατά τον τσιτακισμό της προφοράς των Αθηναίων που πρόφεραν το κ και το τ ως τσ, το επώνυμο “Γαλάκης” προφερόταν ως “Γαλάτσης”, με αποτέλεσμα η περιοχή της Αγίας Γλυκερίας να αναφέρεται ως “η περιοχή του Γαλάτση” και τελικά ολόκληρη η περιοχή να πάρει το όνομα “Γαλάτσι”.
→Μια λιγότερο λογικοφανής θεωρία είναι αυτή που αναφέρει ο Θεόδωρος Γκούντερα, φιλόλογος, που γράφει ότι τσοπάνηδες της περιοχής γύριζαν και φώναζαν: “Γάλα – γάλα – φρέσκο γαλατάκι”, οπότε η ονομασία του Γαλατσίου προέρχεται από τη λέξη “γάλα”. Ιστορικά δεν αποδεικνύεται καμία σχέση του Γαλατσίου με την πόλη Γκαλάτσι της Ρουμανίας, όπου πρόκειται για απλή ομοηχία.
→Το Γαλάτσι μέχρι το 1850 ήταν μια ακατοίκητη περιοχή με το όνομα Εύμορφη Εκκλησιά (Ομορφοκκλησιά) από τον ομώνυμο ναό της περιοχής.
Τότε άρχισαν να καταφθάνουν οι πρώτοι κάτοικοι από την περιοχή της Φωκίδας, οι οποίοι φτιάχνουν προσωρινές κατοικίες, για να ξεκαλοκαιριάζουν τα κοπάδια τους, που αργότερα με την ανάπτυξη της Αθήνας πολλαπλασιάζονται ενώ δημιουργούνται τα πρώτα ασβεστοκάμινα.
Οι πρώτοι όμως μόνιμοι κάτοικοι έρχονται την δεκαετία του 1910 κυρίως ως εργάτες στα καμίνια. Τότε αρχίζει η εισροή Ναξιωτών. Το 1925 το Γαλάτσι αποτελούσε εξοχική περιοχή της Αθήνας όπου μαζεύονταν πολλοί αριστοκράτες της πρωτεύουσας. Αργότερα παρατηρείται άνοδος του πληθυσμού με κατοίκους που προέρχονται από όλες τις περιοχές της Ελλάδας. Έχουν αρχίσει να δημιουργούνται τα πρώτα καταστήματα. Το 1927, για μερικούς μήνες αποτέλεσε ξεχωριστή κοινότητα για πρώτη φορά, όμως επέστρεψε στην κυριότητα του Δήμου Αθηναίων. Την περίοδο της Γερμανικής κατοχής στα Τουρκοβούνια κρύβονται πολλές αντιστασιακές οργανώσεις. Το 1954 το Γαλάτσι αποσχίζεται από τον δήμο Αθηναίων ως ομώνυμη κοινότητα, ενώ το 1963 έχοντας πλέον περίπου 14.000 κατοίκους γίνεται δήμος.
Τα Τουρκοβούνια αναφέρονται για πρώτη φορά από τον Παυσανία στα Αττικά του με το όνομα Αγχεσμός, λέγοντας ότι εκεί βρίσκεται ξόανο του θεού Δία (Διός άγαλμα Αγχεσμίου), καιρικού θεού, αφού από εκεί λέγεται ότι ο Δίας έριχνε τους κεραυνούς. Το όνομα Αγχεσμός προέρχεται από τις λέξεις άγχη που σημαίνει πλησίον και εσμός που σημαίνει αυτός που εξορμά δυνατά. Ο Παυσανίας αναφέρει ότι από την εποχή του Σόλωνα το βουνό έκρυβε πολλούς κινδύνους όπως ανέμους, αγρίμια, κεραυνούς, ληστές οι οποίοι κρύβονταν στις σπηλιές και κατέβαιναν και λήστευαν το άστυ.
Το 1932 ο αρχαιολόγος Μπερντ ανακάλυψε στο βόρειο άκρο του βουνού ίχνη αρχαίου βωμού ενώ ο Διονύσιος Σουρμελής στην “Ιστορία των Αθηνών” αναφέρει ότι στο βουνό βρισκόταν το Άλσος των Ευμενίδων, όπου οδηγήθηκε ο Οιδίποδας από την κόρη του Αντιγόνη για να ξεπλυθεί από τα αμαρτήματα της οικογένειας των Λαβδακιδών και να δικαστεί. Το αρχαίο όνομα διατηρήθηκε μέχρι τον 3ο-5ο αιώνα μ.Χ. οπότε ο λόφος μετονομάστηκε σε Λυκοβούνια προφανώς από τους λύκους που υπήρχαν εκεί ή από το φως που έλουζε το βουνό (λύκος=φως), ενώ μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι το όνομα το πήρε από τον Λύκο, γιο του βασιλιά της Αττικής, Ερεχθέα, στον οποίο ο πατέρας του άφησε κληρονομιά τον λόφο.
→Την σημερινή ονομασία Τουρκοβούνια, την πήρε τον 15ο αιώνα επειδή αποτελούσε οχυρό των Τούρκων το 1456.
Ο Νίκος Καρόρης, αγωνιστής της Επανάστασης του 1821, αναφέρει στα απομνημονεύματα του τις κινήσεις των Τούρκων μπροστά, πίσω και πάνω στο βουνό, στη διάρκεια της μάχης της Αθήνας.
Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, στα Τουρκοβούνια εκπαιδευόταν το Ιππικό, μέχρι το 1943 η Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων ενώ μέχρι το 1946 έκανε ασκήσεις σκοποβολής η Αστυνομία. Μέχρι το 1941, τα Τουρκοβούνια διατηρούν τη πυκνή τους βλάστηση. Η Κατοχή και οι ανάγκες των Αθηναίων για καύσιμα οδήγησαν το μεγαλύτερο μέρος του δάσους σε καταστροφή. Το βουνό και στη διάρκεια του πολέμου παραμένει δύσβατο. Λίγοι τολμηροί καταφέρνουν να το πατήσουν. Η ανάπτυξη της περιοχής και η δημιουργία αρχικά, οργανωμένου οικισμού, έπειτα Κοινότητας και στο τέλος δήμου δεν αφήνουν αλώβητα τα Τουρκοβούνια.
→Τα Τουρκοβούνια, με μέγιστο υψόμετρο στα 337μ., αποτελούν τον υψηλότερο λόφο εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας.
Πρόκειται για μία βραχώδη λοφοσειρά, στους δυτικούς πρόποδες της οποίας εκτείνεται το Γαλάτσι. Ο κύριος όγκος των Τουρκοβουνίων βρίσκεται στα σύνορα του Γαλατσίου με τον Δήμο Αθηναίων, πάνω στον οποίο υπάρχει το Αττικό Άλσος, ένα περιαστικό δάσος σημαντικής οικολογικής αξίας για ολόκληρο το λεκανοπέδιο, που αποτελεί δημοφιλή χώρο αναψυχής για τους Αθηναίους εξαιτίας της θέας και των λειτουργιών που προσφέρει. Ο λόφος του Προφήτη Ηλία, όπου και το ομώνυμο μοναστήρι έχει υψόμετρο 320 μέτρα. Οι υπόλοιπες βραχώδεις και γυμνές από βλάστηση κορυφές των Τουρκοβουνίων εκτείνονται προς τα βόρεια, κατά μήκος του ανατολικού Γαλατσίου μέχρι και το Άλσος Βεΐκου.
Στον χώρο του Αττικού Άλσους επρόκειτο να χτιστεί ο Ναός του Σωτήρος, πιο γνωστό ως Τάμα του Έθνους, από την χούντα Παπαδόπουλου το 1971, για να εξελιχθεί σε οικονομικό σκάνδαλο, λόγω της αναστολής των περαιτέρω εργασιών.