to top

Είδαμε το “Jesus Christ Superstar” στο θέατρο Ακροπόλ

Μπορεί ένα μιούζικαλ στη χώρα μας να αλλάξει τη γνώμη κάποιων για το μουσικό θέατρο; Έχει την ικανότητα να άρει τις όποιες προκαταλήψεις και τον δισταγμό, σε εγχώριο επίπεδο, απέναντι σε ένα είδος που ευδοκιμεί στο εξωτερικό;

 

Το “Jesus Christ Superstar” σε απόδοση και σκηνοθεσία της Θέμιδας Μαρσέλλου, όχι μόνο πληροί τις προϋποθέσεις για να θέσει αυτούς τους στόχους, αλλά συγκεντρώνει και έναν υψηλό αριθμό πλεονεκτημάτων που του επιτρέπουν να επιδιώξει την επίτευξη κάποιων εξ’ αυτών.

Η παρουσίαση μιας από τις σημαντικότερες ροκ όπερες παγκοσμίως με περισσότερα από 40 χρόνια στην «πλάτη» της, δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Ιδίως, όταν το θέμα της, παραμένει -για ανεξήγητους λόγους- «ταμπού» σε ορισμένες κοινωνίες, όπως η δική μας. Η βαριά κληρονομιά που φέρει το έργο σε συνδυασμό με την απειλή της αμφισβήτησης και της μισαλλοδοξίας, καθιστούν ακόμη μεγαλύτερο το στοίχημα για τον δημιουργό που παίρνει το ρίσκο να «κεντήσει» και ταυτόχρονα να «ενοχλήσει».

Παρόλα αυτά, η Θέμις Μαρσέλλου έχει αποδείξει μέσα από το αποτέλεσμα της πολυετούς δουλειάς της και του πλήθους των μουσικών παραστάσεων που φέρουν την υπογραφή της ότι, στόχος της δεν είναι μόνο η ποσότητα, αλλά και η ποιότητα. Παράγοντας, τον οποίο δυστυχώς αγνοούν, όσοι δεν έχουν παρακολουθήσει την εργογραφία της ή δεν είναι φιλικά προσκείμενοι προς το μιούζικαλ, που τα τελευταία χρόνια κάνει φιλότιμες προσπάθειες και στη χώρα μας, για να τύχει της εκτίμησης του φιλοθεάμονος κοινού.

 

Πέρα από αυτό, «επίμαχα» θέματα όπως ο έρωτας μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου ή η θρησκεία γίνονται πολλές φορές το «κόκκινο πανί» για εκείνους, που δεν έχουν τη θέληση, την υπομονή ή και την παιδεία να ακούσουν τι έχει να τους πει η τέχνη. Κατά συνέπεια, οι παρωπίδες και η αρνητική στάση σε οτιδήποτε ξένο από τις ιδεολογίες και το πλαίσιο μέσα στο οποίο εμείς κινούμαστε, αποτελούν εμπόδιο για να δούμε, να κρίνουμε και να αποφασίσουμε εάν στην πραγματικότητα, αυτό που «πολεμάμε» μας κάνει ή όχι.

Η φετινή υπερπαραγωγή του Θεάτρου Ακροπόλ, που βρήκε στρωμένο το κόκκινο χαλί από το επιτυχημένο «Mamma Mia» φανερώνει από τα πρώτα κιόλας λεπτά την πρόθεση των συντελεστών της, να αποδώσουν ένα διεθνώς αναγνωρισμένο έργο με το δέοντα σεβασμό τόσο στην καλλιτεχνική ιστορία του, όσο και στο θέμα το οποίο πραγματεύεται.

 

Το «Jesus Christ Superstar» αποδεικνύει σεμνά και αθόρυβα ότι, υπάρχουν δημιουργοί που δεν υποκινούνται από την ανάγκη να προκαλέσουν, από τη στιγμή που διαθέτουν την ικανότητα και το ταλέντο να παρουσιάσουν με αξιοπρέπεια και τεχνική αρτιότητα ένα θέαμα, που σε καμία περίπτωση δεν υστερεί από αντίστοιχες παραστάσεις του εξωτερικού. Το συμπέρασμα αυτό επιβεβαιώνεται από το άθροισμα πολλών και διαφόρων συντελεστών όπως η ενδιαφέρουσα και χωρίς φανφαρονισμούς ή βαρύγδουπες υπερβολές, ελληνική απόδοση των στίχων του Tim Rice που «έντυσαν» τις εκπληκτικές συνθέσεις του Andrew Lloyd Webber, η αισθητικά προσεγμένη σκηνική σύνθεση με ορισμένες σεκάνς να θυμίζουν πίνακες ζωγραφικής (πχ. Μυστικός Δείπνος ή η περικύκλωση του Ιησού από τους απελπισμένους ανθρώπους), η σωστή διανομή των ρόλων, με τον Αιμιλιανό Σταματάκη και τον Ησαΐα Ματιάμπα να κρατούν δικαίως τα σκήπτρα και την ευφυή τοποθέτηση της πλοκής στα Εξάρχεια της Αθήνας του 2018.

Η καλοκουρδισμένη κινησιολογία συνδυαστικά με τα οπτικοακουστικά τεχνάσματα, τους δυνατούς στίχους και τις τραγουδιστικές επιδόσεις του θιάσου συνθέτουν ένα μοναδικό αποτέλεσμα το οποίο απομακρύνει εξ’ αρχής από τη σκέψη των θεατών την έλλειψη πρόζας, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον τους μέχρι και το τέλος της παράστασης.

 

Το «Jesus Christ Superstar» δεν αποτελεί ένα σχόλιο για όσα μας έχει διδάξει μέχρι σήμερα η θρησκεία, αντίθετα γεννά το σχόλιο ότι στην Ελλάδα του 2018 γίνονται αξιόλογα βήματα από ανθρώπους που αγαπούν αυτό που υπηρετούν και δεν «κοροϊδεύουν» για να ξεφύγουμε από τα στεγανά και τις προκαταλήψεις που επιτρέπουμε εμείς οι ίδιοι να μας καταδυναστεύουν.

 

 

Αντώνης Μπούμπας

O Αντώνης έχει ψώνιο με το γράψιμο και το θέατρο - αν μπορούσε θα έκανε μόνο αυτά στη ζωή του - αλλά οι επαγγελματικές του υποχρεώσεις δεν επιτρέπουν να βρίσκεται στην πόλη. Όποτε μπορεί, ανεβαίνει, βιώνει, βλέπει παραστάσεις και γράφει γι αυτές..

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following