Shang-Chi and the Legend of the Ten Rings, είναι περιπέτεια φαντασίας της Marvel σε σκηνοθεσία Ντέστιν Ντάνιελ Κρέτον, με τους Σίμου Λιου, Ακουαφίνα, Τόνυ Τσιου-Γουάι Λιουνγκ, Μενγκ’ερ Ζανγκ, Μισέλ Γέο, Φλόριαν Μουντεάνου, Φάλα Τσεν, Μπεν Κίνγκσλεϋ.
O νεαρός Σων ζει την ήρεμη και αδιάφορη ζωή του στο Σαν Φρανσίσκο, όπου εργάζεται ως παρκαδόρος με τη φίλη του Κέητυ. Έως ότου μια μέρα, ένας γιγαντόσωμος μονόχειρας με σπάθα στη θέση του δεξιού του μπράτσου, του επιτίθεται μέσα στο λεωφορείο, προσπαθώντας να του αποσπάσει το μενταγιόν που φορούσε στον λαιμό του. Η Κέητυ που βρισκόταν μαζί του, γίνεται μάρτυρας των εκπληκτικών ικανοτήτων του Σων στις πολεμικές τέχνες, για τις οποίες η ίδια δεν είχε την παραμικρή ιδέα. Με ανοιχτό το στόμα μετά τη λήξη της μάχης, η Κέητυ μαθαίνει από τον Σων πως την επίθεση αυτή την έτρεμε από πάντα, αφού πίσω της κρύβεται ο πατέρας του, ο Ξου Γουενγού, που εδώ και χίλια χρόνια ελέγχει τη δύναμη των Δέκα Δαχτυλιδιών, έχοντας δημιουργήσει τον πιο επικίνδυνο στρατό στον κόσμο.
Ως “Μάστερ Κουνγκ Φου” ξέραμε κάποτε το κόμικ της Marvel όπως κυκλοφορούσε στα Ελληνικά από τις εκδόσεις Καμπανάς Ελλάς, εκεί στα χρόνια του ’70, όταν με έναν μαγικό τρόπο το κάθε πιτσιρίκι από εμάς είχε πρόσβαση σε όλους τους τίτλους του κολοσσού των κόμικ, κάθε μήνα στο περίπτερό του. Και να λοιπόν, που μετά από καμιά σαρανταριά χρόνια, βλέπω τον Σανγκ-Τσι με σάρκα και οστά, σε οθόνη 3D και με Dolby Atmos ήχο να μάχεται τον πατέρα του και να προστατεύει το μυστικιστικό χωριό της νεκρής μητέρας του από τους Ψυχοβόρους. Πολύ εντυπωσιακό φιλμ και πολλά υποσχόμενο για αυτήν την πολυαναμενόμενη 4η φάση του κινηματογραφικού σύμπαντους της Marvel που ξεκίνησε ήδη με τη “Μαύρη Χήρα” (τουλάχιστον στο σινεμά, αφού στην τηλεόραση είχε ήδη ξεκινήσει μέσα από τις νέες σειρές του Disney+).
Με επιρροές από το ασιατικό σινεμά πολεμικών τεχνών από όπου εμπνέεται τις εξαιρετικής ομορφιάς σκηνές μάχης και με στρωτό σενάριο που ξεκινά από το μαγικό χθες για να μας προσγειώσει στο πεζό σήμερα του ήρωά μας, μόνο και μόνο για να απογειωθεί πολύ γρήγορα με ατήν την εξαιρετική σεκάνς μέσα στο λεωφορείο που κατεβαίνει με σπασμένα τα φρένα στις κατηφοριές του Σαν Φρανσίκσο.
Με φροντισμένο επιμερισμό δράσης, χιούμορ και εμβόλιμων flash back που δίνουν εξηγήσεις για το παρελθόν του Σανγκ-Tσι, η ταινία πετυχαίνει εξαίρετα τον σκοπό της, κερδίζοντας τους θεατές που δεν γνωρίζουν τίποτα για την προέλευση αυτού του φρέσκου για το σινεμα υπερήρωα αλλά κυρίως ως ταινία δράσης που μέχρι ενός σημείου κρατά σε άριστο βαθμό τα στοιχεία ρεαλισμού που απαιτούνται για να γίνει πιστευτή. Αυτό βέβαια, πριν τη μεγάλη μάχη του φινάλε, όπου επιστρατεύονται μαγικά πλάσματα, δράκοι και ατελείωτες ημέρες (και νύχτες) rendering στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές για μια κορύφωση-μεγαλείο εικόνας, εφφέ και ήχου.
Περνάς εξαιρετικά, το 3D είναι πολύ καλό και με μπόλικα αντικείμενα να πετάγονται κατ’ επάνω σου, η φωτογραφία είναι εντυπωσιακή, η μουσική δίνει ρυθμό και ο χρόνος κυλά χωρίς να τον καταλαβαίνεις. Μοναδική μου (ισχυρή) ένσταση, ο χαρακτήρας που υποδύεται ο Μπεν Κίνγκσλεϋ που είναι παντελώς αχρείαστος και εμβόλιμος, χωρίς να προσθέτει το παραμικρό στη δράση και την εξέλιξη της ιστορίας.