to top

Είδαμε την ταινία | No time to die

Είδαμε την ταινία | No time to die

Κατασκοπική περιπέτεια των MGM/Universal σε σκηνοθεσία Κάρυ Τζότζι Φουκουνάγκα, με τους Ντάνιελ Κραιγκ, Ρέμι Μάλεκ, Λεά Σεϋντού, Ρέιφ Φάινς, Ναόμι Χάρρις, Μπεν Γουίσω, Άνα Ντε Άρμας, Λασάνα Λυντς, Τζέφρι Ράιτ, Μπίλυ Μάγκνουσεν, Νταλί Μπενσαλά, Κριστόφ Βαλς.

Βρισκόμαστε χρονικά σχεδόν αμέσως μετά το “Spectre”, όταν ο Τζέημς Μποντ έχει αποσυρθεί από την ΜΙ6 και ζει τη ζωή του με τη Μάντλιν Σουάν, ταξιδεύοντας από τόπο σε τόπο. Όσο βρίσκονται στη Ματέρα της Ιταλίας, η Μάντλιν τον προκαλεί να λύσει τις εκκρεμότητες με το παρελθόν του και να επισκεφθεί τον τάφο της Εσπερινού που είναι θαμμένη εκεί, ώστε να τη συγχωρήσει και να κλείσει την ανοικτή πληγή που υπάρχει μέσα του. Όμως, μια έκρηξη στο νεκροταφείο με την υπογραφή της Οργάνωσης Spectre τον κάνουν να αμφισβητήσει πολύ σοβαρά τις προθέσεις και την αξιοπιστία της αγαπημένης του.

 

 

Θα είναι από τις φορές που δεν θα γράψω πολλά, μολονότι θα μπορούσα να γεμίζω σελίδες επί σελίδων… Όμως, υπάρχουν στιγμές στη ζωή αυτή που νιώθεις την ευθύνη των λόγων σου όταν έχεις να κάνεις με ένα σπουδαίο μα κρίσιμο και ουσιώδες σημείο ενός κινηματογραφικού έργου ζωής που έχει σχεδόν συμπληρώσει 60 χρόνια ύπαρξης. Οφείλεις λοιπόν, από σεβασμό και αγάπη, να μείνεις στα ουσιώδη, στα μεστά, στα γεμάτα τόλμη και περίσσευμα ταλέντου πράγματα που είδες, εισέπραξες, ένιωσες και απόλαυσες για αυτά τα 163 αξέχαστα λεπτά.

Ξέρετε τι σκεφτόμουν όταν άναψαν τα φώτα στο σινεμά και όσο έτρεχαν οι τίτλοι τέλους στην οθόνη, υπό τη συνοδεία του εμβληματικού μουσικού θέματος του Μόντυ Νόρμαν; Πως έπρεπε να το είχαμε φανταστεί από την πρώτη κιόλας στιγμή, από το πρώτο κιόλας πλάνο του “Casino Royale” -ούτε καν από το πρώτο πλάνο, από την αφίσα κιόλας, ήταν εμφανές πως τα πάντα θα οδηγούσαν κάποια στιγμή εδώ. Και στο “Quantum of Solace” υπήρχαν όλες οι ενδείξεις, μα ήταν τέτοια η ζάλη του που δεν το είχαμε καταλάβει, έως ότου ήρθε το “Skyfall” και μας ταρακούνησε, λίγο προτού το “Spectre” αγκαλιάσει ένα ολόκληρο κινηματογραφικό σύμπαν μέσα στο όλον του σύμπαντος του 007 και να κλείσει -όπως εσφαλμένα νομίζαμε- τον κύκλο. Ο κύκλος όμως ήταν ακόμα ανοικτός γιατί υπήρχε μια μεγάλη εκκρεμότητα: ο Ντάνιελ Κραιγκ.

 

 

Από το “Casino Royale” λοιπόν ήταν ξεκάθαρο πως τα πάντα ήταν αυτός: ο Ντάνιελ Κραιγκ έστεκε μόνος στην αφίσα, σε κάθε αφίσα, σε κάθε ταινία. Ο Ντάνιελ Κραιγκ ήταν πρωταγωνιστής στους τίτλους έναρξης -προσέξτε, όχι η φιγούρα του Τζέημς Μποντ, αλλά ξεκάθαρα ο Ντάνιελ Κραιγκ. Ο Ντάνιελ Κραιγκ ήταν πλέον ο Μποντ, και χάρη στον Ντάνιελ Κραιγκ, ο Τζέημς Μποντ απέκησε φωνή, ζωή, ύπαρξη, ρόλο και υπόσταση στον 21ο αιώνα και ξαναγεννήθηκε, με βαθύ σεβασμό στην ιστορία του και τις ρίζες του. Ούτε για μία στιγμή, οι ταινίες του Ντάνιελ Κραιγκ δεν διέγραφαν τις ταινίες του Τζέημς Μποντ. Όμως, Μποντ πλέον ήταν ο Ντάνιελ Κραιγκ και όσο ο Ντάνιελ Κραιγκ υπήρχε ακόμα στο κάδρο, δεν θα μπορούσε να υπάρξει επόμενος Τζέημς Μποντ -προσέξτε, άλλος Τζέημς Μποντ, όχι άλλος 007.

Οπότε, έπρεπε να το είχαμε καταλάβει από την αρχή. Εφόσον τα πάντα είχαν κτισθεί επάνω στον Ντάνιελ Κραιγκ, τα πάντα δεν θα μπορούσαν παρά να οδηγήσουν μόνο εδώ. Το “No time to die” είναι ωδή στον ήρωά του, φόρος τιμής στην κινηματογραφική ιστορία του Τζέημς Μποντ και το κληροδότημα του Ντάνιελ Κραιγκ στην κινηματογραφική μας ιστορία. Από την πρώτη σκηνή μέσα στο αυτοκίνητο, όταν συνειδητοποιείς πως η μελωδία που ακούγεται είναι το “We have all the time in the world” από τη “Μυστική Υπηρεσία της Αυτής Μεγαλειότητος”, αρχίζεις να κάνεις συνειρμούς, να ανησυχείς σχεδόν, να αναμοχλεύεις μνήμες και να σκέφτεσαι πως αν στο ξεκίνημα αυτής εδώ της ολοκαίνουργιας ταινίας μνημονεύεται η λιγότερο διάσημη, του “μια φορά και έφυγε” Τζωρτζ Λάζενμπυ, της οποίας το φινάλε όλοι θυμόμαστε, τότε τι;.. Κι έρχεται η σεκάνς των τίτλων που ξεκινούν με τα γραφικά του “Δόκτωρ Νο” και πλέον είναι ξεκάθαρο πως βρισκόμαστε σε κομβικό σημείο.

Σε αυτό λοιπόν το κομβικό σημείο, ο Κάρυ Τζότζι Φουκουνάγκα αναδεικνύεται σε μέγα μάστορα του υλικού του, απογειώνοντας τις σκηνές δράσης με έναν ωμό ρεαλισμό που αποδίδεται ακόμα και στον ήχο τους, ενώ μπορεί και χειρίζεται εξίσου μαστόρικα τις σκηνές διαλόγων και εσωτερικής δράσης. Αποτέλεσμα αυτών είναι ο Λιούτσιφερ Σάφιν του Ρέμι Μάλεκ, ο οποίος προσθέτοντας ακόμα έναν χαρακτήρα στο βιογραφικό του, παίζει τον κακό εσωτερικής καύσης και οδυνηρής τρέλας, επικίνδυνα και τρομακτικά ανέκφραστος είτε με είτε χωρίς τη μάσκα του. Δεν μπορείς να μην σταθείς στα επιτεύγματα φωτογραφίας (Λάινους Σάντγκρεν, Όσκαρ για το “La La Land”), μοντάζ (Τομ Κρος -Όσκαρ για το “La La Land” και το “Χωρίς μέτρο” και Έλιοτ Γκράχαμ -Όσκαρ για το “Milk”) και φυσικά στη μουσική του Χανς Ζίμμερ που δείχνει υπέρμετρο σεβασμό, κάνει πίσω την τεράστια προσωπικότητά του και διασκευάζει γνώριμα μουσικά θέματα του Μποντ, υπογράφοντας στιγμές, σκηνές και συναίσθημα.

Τίποτα, όμως, από όλα αυτά δεν θα είχε υπάρξει χωρίς τον Ντάνιελ Κραιγκ που εδώ και 15 χρόνια ΕΙΝΑΙ ο Τζέημς Μποντ, με μια τρομακτική ευκολία και μια άνεση να κουβαλά ολόκληρες ταινίες (και ολόκληρα franchise) στους ώμους του. Αντίο σας, κύριε Ντάνιελ Κραιγκ. Ήταν υπέροχα. Θα λείψετε.

…έγραψα πολλά, τελικά, ε;

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following