Η ταινία Mulan είναι περιπέτεια φαντασίας της Disney σε σκηνοθεσία Νίκι Κάρο, με τους Γιφέι Λιου, Γιόσον Αν, Ντόνι Γεν, Γκονγκ Λη, Τζετ Λι, Τζέησον Σκοτ Λη.
Σε ένα φανταστικό, μακρινό παρελθόν της Αυτοκρατορικής Κίνας, ο στρατός του Μπόρι Χαν, με τη βοήθεια της μάγισσας Ζιανιάνγκ, σχεδιάζει να καταλάβει τον θρόνο και να εκδικηθεί την ήττα του πατέρα του. Όταν κηρύσσεται γενική επιστράτευση, στο σπιτικό των Χουά, σε ένα μικρό χωριό, ο μοναδικός που μπορεί να συμμετάσχει στον πόλεμο είναι ο πληγωμένος σε παλιότερη μάχη και αδύναμος πατέρας, αφού την οικογένειά του ευλόγησαν μόνο κόρες. Την παραμονή της αναχώρησής του, όμως, η Μουλάν, η μεγάλη του κόρη, ντύνεται άντρας και παρουσιάζεται εκείνη στη θέση του πατέρα της, προστατεύοντας έτσι τη ζωή του, αλλά διακινδυνεύοντας την τιμή του, σε περίπτωση που η πραγματική της ταυτότητα αποκαλυφθεί.
Ακόμα μία ταινία κινουμένων σχεδίων της Disney επαναδιατυπώνεται στη μεγάλη οθόνη με ηθοποιούς, ακολουθώντας το επιτυχημένο στις γενικές γραμμές του πείραμα που η Εταιρεία έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια. Σίγουρα αντιλαμβάνομαι το exploitation της υπόθεσης, αλλά δεν μπορώ να αρνηθώ από την άλλη και το ενδιαφέρον που παρουσιάζει η απόπειρα αυτή, με κάποιες από τις ταινίες να έχουν γυριστεί απολαυστικά και μάλιστα ως υπερ-παραγωγές. Θα ήταν τεράστιο σφάλμα να μπει κανείς στη διαδικασία να συγκρίνει τις δύο εκδοχές της κάθε ταινίας -πώς είναι δυνατόν άλλωστε να συγκρίνεις μια ταινία κινουμένων σχεδίων με μια ταινία με ηθοποιούς;- αλλά μπορεί εύκολα ένας σχολαστικός παρατηρητής να εξάγει κάποια συμπεράσματα. Από τα remake έλειψε πάντα η ψυχή του πρωτότυπου, η παραμυθένια γοητεία του και η αθωότητα της αφήγησης, όμως είχαν να επιδείξουν μεγαλείο παραγωγής και συναρπαστικές εικόνες, ειδικά αν τους το επέτρεπε το πρωτότυπο υλικό.
Η “Πεντάμορφη και το Τέρας” ή ο “Αλαντίν”, για παράδειγμα, μεταμοφώθηκαν σε μεγάλα χολυγουντιανά μιούζικαλ, ενώ ο “Ντάμπο” κατόρθωσε να ολοκληρώσει την ημιτελή ιστορία του πρωτότυπου και να πλάσει χαρακτήρες με ανθρώπινο ενδιαφέρον. Πάντως, ακόμα και σε αυτές τις ομολογουμένως επιτυχημένες περιπτώσεις, μπορούσες να διακρίνεις μια κάποια αμηχανία στο βάθος, ένα άγχος από πλευράς δημιουργών ως προς τον τρόπο που θα χειριστούν το πρωτότυπο υλικό χωρίς να το βεβηλώσουν, αφού έχουμε να κάνουμε με ταινίες-θησαυρό για το στούντιο, στο όνομα των οποίων πίνουν νερό δισεκατομμύρια θεατών σε ολόκληρο τον κόσμο. Οπότε, αν κάτι πλήττει τούτην εδώ τη live action εκδοχή της “Mulan” είναι ακριβώς η αμηχανία, πρωτίστως στο σενάριο.
Σε επίπεδο, θεάματος, ψυχαγωγίας και εικόνας, δεν έχεις να προσάψεις ομολογουμένως τίποτα στην ταινία. Τα αχανή τοπία της Κίνας είναι εντυπωσιακά κινηματογραφημένα και μάλιστα με “πειραγμένα” χρώματα που μετατρέπυν το κάθε καρέ σε σελίδα εικονογραφημένου βιβλίου, την ίδια στιγμή που ένταση και δυναμισμός χαρακτηρίζουν και τις εντυπωσιακές σκηνές δράσης. Ως προς την ιστορία, η κεντρική ιδέα της αφοσίωσης της κόρης στον πατέρα και η ανάγκη της να πολεμήσει στη θέση του για να του σώσει τη ζωή, προφανώς και αναδεικνύει τη Mulan σε μια δυναμική, αποφασιστική και διαχρονικά σύγχρονη γυναίκα-πρότυπο και μάλιστα εν μέσω ενός αντρικού περιβάλλοντος. Ε, λοιπόν, εκεί είναι που το χάνει η νέα “Μουλάν”, καθώς αφήνει πίσω της όλες τις ευκαιρίες να αναδείξει χιούμορ, αγωνία, ανατροπές και συναίσθημα ακριβώς μέσα από αυτό το παιχνίδι της πλαστής ταυτότητας μιας γυναίκας που υποδύεται τον άντρα σε έναν τόπο αποκλειστικά αντρικό. Μάλιστα είναι τέτοια η αμηχανία της νέας -καθώς πρέπει- εκδοχής, που απομακρύνεται ακόμα και από το πρωτότυπο φιλμ, όπου η έλξη ανάμεσα στα δύο παιδιά είχε δημιουργηθεί πολύ προτού η Mulan αποκαλύψει ότι είναι γυναίκα. Άρα, με τις ευκαιρίες που αφήνει το παιχνίδι των φύλων παντελώς ανεκμετάλλευτες, πώς περιμένεις να αναδειχθεί μια ταινία που στηρίζεται ακριβώς στο παιχνίδι των φύλων; Έτσι, η ιστορία εστιάζει στη δράση, στην οικογενειακή τιμή, στο θάρρος και την ανδρεία (μιας γυναίκας) και παραμελεί όλα τα μπαχάρια που θα μπορούσαν να δώσουν έξτρα γεύση. Όταν όμως από ένα ασιατικό γλυκόξινο πιάτο αφαιρέσεις το ξινό, η γλύκα που μένει είναι προφανώς ευχάριστη και απολαυστική, αλλά τη βαριέσαι και κάπως γρήγορα.
H “Μουλάν” είναι μία ακόμα ταινία που κατα-ταλαιπωρήθηκε από την πανδημία του κορωνοϊού, με την πρεμιέρα της να έχει προγραμματιστεί εντός της καραντίνας και στη συνέχεια να μεταφέρεται διαρκώς από μήνα σε μήνα. Εν τέλει, η Disney αποφάσισε να την εντάξει επί έξτρα πληρωμή στην ψηφιακή της πλατφόρμα Disney+ όπου αυτή είναι διαθέσιμη και να περιορίσει την κινηματογραφική της έξοδο μόνο στις χώρες όπου δεν έχουν ακόμα πρόσβαση στην υπηρεσία και όπου οι κινηματογράφοι τους είχαν επαναλειτουργήσει.