to top

Είδαμε την παράσταση | Τα παιδιά ενός κατώτερου Θεού

παιδιά ενός κατώτερου Θεού

“Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού” του Μαρκ Μέντοφ, σκηνοθεσία-απόδοση κειμένου: Δημοσθένης Παπαδόπουλος, πρωταγωνιστούν: Ευσταθία Τσαπαρέλη, Πάρης Θωμόπουλος, Άντρια Ράπτη, Μιχάλης Γεωργακόπουλος, Δημήτρης Δεληγιάννης, Σοφία Σίμου.

Ο Παύλος, ψυχολόγος και λογοθεραπευτής, γνωρίζει στη σχολή για παιδιά με προβλήματα ακοής όπου εργάζεται, τη Μαρία, μια νεαρή, κωφή εκ γενετής καθαρίστρια, η οποία αρνείται να μάθει να μιλάει και επιμένει να αυτοπεριορίζεται σε έναν κόσμο σιωπής. Η καταιγιστική και εκκωφαντικά βουβή της παρουσία, κάνει τον Παύλο να την ερωτευθεί δυνατά, με τη σχέση τους να τον αλλάζει οριστικά και να τον ωριμάζει πέρα από κάθε επιθυμία, λογική και αντίληψη.

 

 

Πρώτον: Η Ευσταθία Τσαπαρέλη είναι μια συγκλονιστική ηθοποιός. Δεύτερον: Το θέατρο Άλφα (πλήρως ανακαινισμένο από φέτος και πραγματικό κουκλάκι), αναδεικνύεται σε φυτώριο παραστάσεων με λόγο ύπαρξης, δημιουργική αφορμή και ουσιαστική αξιοπρέπεια σε επίπεδο επιλογών και υλοποίησης. Τρίτον: Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος, ως σκηνοθέτης, έχει βρει τον τρόπο να διατηρεί μεν τις γλυκές του εμμονές αλλά και να τις εξελίσσει/προσαρμόζει/αναπτύσσει με τρόπο ιδιαίτερο και συναφή, που να αναδεικνύει την ψυχή τής κάθε παράστασης με την οποία καταπιάνεται.

“Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού” λοιπόν, αποτελούν μια ευτυχή συγκυρία για τον θεατή, καθώς το έμφυτο και εκρηκτικό υποκριτικό ταλέντο της Ευσταθίας Τσαπαρέλη συναντά τη δημιουργική ματιά και την εσωτερική αναζήτηση του Δημοσθένη Παπαδόπουλου, σε μια συνάντηση που έπρεπε να πραγματοποιηθεί, ιδιαίτερα μετά την “Τζούλια” εκείνης και τη “Λυσσασμένη Γάτα” εκείνου κατά τη διάρκεια της περασμένης σαιζόν. Το ευτυχές γεγονός αυτής της θεατρικής συνάντησης των δυο τους ολοκληρώνεται από τον Πάρη Θωμόπουλο, σε έναν ρόλο που του όφειλε το θέατρο, ο οποίος προσθέτει στην εμπειρία της παράστασης τον τόνο του πρωταγωνιστή με εκτόπισμα σε ένα άρτιο συνταίριασμα ματσίλας και ευαισθησίας.

 

“Τα Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού”, ένα έργο που έχει ευτυχήσει στις αθηναϊκές σκηνές -ουδείς μας ξεχνά τη “Σάρα” της Έλλης Λαμπέτη στην τελευταία της εμφάνιση προτού αποχωρήσει από τον κόσμο μας για έναν άλλο καλύτερο, ούτε της Πέγκυς Τρικαλιώτη. Ουδείς επίσης, μπορεί να ξεχάσει την εξαιρετική κινηματογραφική διασκευή που είχε αφήσει άλαλους τους θεατές στα χρόνια του ’80, που έκαναν ουρές στις αίθουσες. Όταν όμως υπάρχει περίσσευμα ταλέντου και δημιουργικής διάθεσης, το ίδιο έργο αποκτά άλλη ορμή και όψη, παίζοντας μεταξύ του σινεμά και του θεάτρου, σε μια παράσταση που θυμίζει σύγχρονο West End, όμως και με έντονο άρωμα βερολινέζικης σκηνής.

Ο Δημοσθένης Παπαδόπουλος διαισθάνεται και αντιλαμβάνεται στο έπακρο τον εσωτερικό ρυθμό τόσο του κειμένου (το οποίο αποδίδει εξαιρετικά στα Ελληνικά και στην Ελλάδα) όσο και της ηρωίδας του και τον αποτυπώνει σε σεκάνς έντονα κινηματογραφικές που νιώθεις πως περνούν από μπροστά σου σαν υπερταχεία, επιτυγχάνοντας όμως να κοινωνήσει την εσωτερικότητα της κάθε στιγμής.

Σε ένα έργο που πραγματεύεται τη σιωπή, η σκηνοθεσία του Δημοσθένη Παπαδόπουλου την κοντράρει με φωνές αλλά και την αφήνει να πλημμυρίσει το θέατρο, σε μία δύο αξέχαστες στιγμές, όταν φώτα (ο Σάκης Μπιρμπίλης έχει φωτίσει σιωπές και ψυχή) και ομιλία υποχωρούν για να επιτρέψουν σε αυτήν ακριβώς τη σιωπή να πει τα πάντα και να ακουστεί περισσότερο εκκωφαντικά από κάθε κραυγή.

Την ίδια στιγμή, και σε μια εποχή που η συμπερίληψη κυκλοφορεί στα χείλη όλων σαν mentos, στη σκηνή του θεάτρου Άλφα αποκτά ουσία καθώς εντάσσεται σε πλήρη αρμονία με τη ροή της παράστασης, αφού αποδίδεται καθ’ ολοκληρίαν και στην ελληνική νοηματική, με έναν τρόπο εμπνευσμένο που γίνεται μέρος του έργου και της δραματουργίας χωρίς να αποσπά ούτε στιγμή την προσοχή, ενόσω μάλιστα κορυφώνει τη συναισθηματική μας εμπλοκή. Στα αλήθεια, αναρωτιέμαι εάν η παράσταση θα ήταν η ίδια χωρίς αυτό.

Επιστρέφω στην Ευσταθία Τσαπαρέλη, από την οποία και ξεκίνησα, για την οποία θα μπορούσα να γράφω ατελείωτα αλλά, μεταξύ μας, δεν νομίζω πως χρειάζεται πολλά λόγια. Αρκεί να σας πω πολύ απλά ότι είναι μία από τις κορυφαίες ηθοποιούς εκεί έξω, την οποία πρέπει μόνο και μόνο να δείτε στα “Παιδιά ενός Κατώτερου Θεού” ώστε να έχετε ζήσει την εμπειρία προτού τη συμπεριλάβουν σε άρθρα-ευκολάκια, με λίστες (τόσο αχρείαστες και τόσο αντι-καλλιτεχνικές) τύπου “οι πέντε κορυφαίες γυναικείες ερμηνείες που δεν πρέπει να χάσετε με τίποτα”.

Σιωπηλή δύναμη (εντελώς κυριολεκτικά στη συγκεκριμένη παράσταση), με εσωτερικότητα και ορμή που σε αφήνουν με το στόμα ανοιχτό, έτσι όπως αποτυπώνονται στο βλέμμα και στις φλέβες στον λαιμό, όταν φουσκώνουν κάθε φορά που “ουρλιάζει” χωρίς να ακούγεται ο παραμικρός ήχος, η Ευσταθία Τσαπαρέλη αντιλαμβάνεται εις βάθος τον ρόλο και τον ερμηνεύει με έναν ανατριχιαστικό συνδυασμό μικρού, αθώου κοριτσιού και μιας γυναίκας που κουβαλάει τον πόνο της κακοποίησης, της ντροπής και αυτής της ίδιας της της ύπαρξης. Για να το εκλαϊκεύσω, αν σας έλεγα ότι είναι όντως κωφή εκ γενετής, θα με πιστεύατε. Δεν υπάρχει η ερμηνεία της!

Ο Πάρης Θωμόπουλος στο πλευρό της είναι εντυπωσιακός σε όψη και επίσης σε ορμή, επιστρατεύοντας φωνή και μάτια για να μας ταξιδέψει στα κύματα αγάπης, αμφιβολίας και ενοχών που τον παρασέρνουν από την αρχή μέχρι το τέλος, όταν αποδέχεται πλέον το “εμείς” αντί του “εγώ” σε μια σκηνή-μάθημα αγάπης και ανθρωπιάς. Η αρχική αμηχανία του “Παύλου”, μετουσιώνεται σε εγωιστική οργή για να κατευνάσει στο τέλος ολόκληρη την ύπαρξή του και να εκτεθεί σαν μια ακίνητη, τεράστια αγκαλιά. Ζεστός, μεστός και εντυπωσιακός με στόφα σταρ.

Εντυπωσιακοί από κάθε άποψη οι δύο “μαθητές” της σχολής, η Σοφία Σίμου και ο Δημήτρης Δεληγιάννης, που βιώνουν και επικοινωνούν έργο και χαρακτήρες με αφάνταστο ρεαλισμό και ενσυναίσθηση, την ίδια στιγμή που ο Μιχάλης Γεωργακόπουλος και η Άντρια Ράπτη κατακτούν τον χώρο και τη θέση που τους επιτρέπει ο πιο σύντομος αλλά ουσιώδης ρόλος τους. Αν έχω κάποια ένσταση αφορά στη συχνή χρήση των υπέροχων βίντεο με τη θάλασσα στο φόντο. Είναι τρεις-τέσσερις φορές που προσθέτουν ουσιώδες μεγαλείο στην εικόνα και στη δράση, οπότε θα προτιμούσα να είχαμε μόνο σε αυτές.

 

• Θέατρο Άλφα “Ληναίος-Φωτίου” – 28ης Οκτωβρίου (Πατησίων) 37 & Στουρνάρη 51, Πολυτεχνείο
Παραστάσεις: Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00

 

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following