“Σπυριδούλες” της Νεφέλης Μαϊστράλη, σκηνοθεσία: Θανάσης Ζερίτης, Χάρης Κρεμμύδας, πρωταγωνιστούν: Ελένη Βλάχου, Σταύρος Γιαννουλάδης, Τάσος Δημητρόπουλος, Αργυρώ Θεοδωράκη, Κατερίνα Λάττα, Αριστέα Σταφυλαράκη, Ελένη Τσιμπρικίδου.
Με αφορμή την τραγική ιστορία της Σπυριδούλας, της 12χρονης ψυχοκόρης που τα αφεντικά της τη σιδέρωναν κυριολεκτικά σε ολόκληρο το σώμα, η νέα θεατρική πρόταση της ομάδας 4Frontal επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος όχι απλά για να αναπαραστήσει τα γεγονότα, αλλά για να δώσει φωνή σε όλες αυτές τις “Σπυριδούλες” του χθες και του σήμερα και να τις καταστήσει ορατές.
Αν υπάρχει ένα (ακόμα) θέμα ταμπού που η ελληνική κοινωνία πρέπει να αντικρύσει κατάματα και να το συζητήσει ειλικρινά, είναι αυτό με τις ψυχοκόρες, τις υπηρέτριες και τα εν γένει “δουλικά” που οι καλές οικογένειες κρατούσαν στο σπίτι τους, όχι μόνο για οικιακές βοηθούς αλλά και ως ένδειξη της κοινωνικής υπεροχής τους. Είναι τουλάχιστον ειρωνικό σε τούτην εδώ τη χώρα να στέκουμε όλα αυτά τα χρόνια αίολοι θεατές και κριτές των σκλαβοπάζαρων στην Αμερική, να παρακολουθούμε με δάκρυα στα μάτια τις “Ρίζες” στην τηλεόραση και να μας συγκλονίζουν τα “12 χρόνια σκλάβος”, όταν αντίστοιχα (ευτυχώς τουλάχιστον όχι άμεσα συγκρίσιμα) περιστατικά είχαμε και εδώ για δεκαετίες ολόκληρες.
Το φρικιαστικό γεγονός με τη Σπυριδούλα τον Αύγουστο του 1955 είχε συγκλονίσει την κοινωνία, κατεγράφη στο κοινωνικό ασυνείδητο και απέκτησε ρίζες στη ίδια μας την ύπαρξη. Η φράση “θα σε σιδερώσω όπως τη Σπυριδούλα” ακουγόταν (και ακούγεται) είτε σαν μαύρο χιούμορ ή σαν κακόγουστη απειλή, παρ’ όλα αυτά, μολονότι τα αφεντικά-τέρατα συνελήφθησαν και καταδικάσθηκαν (σε 5 χρόνια εκείνη και σε 4,5 εκείνος συν πρόστιμο 20.000 Δρχ.), ουσιαστικά δεν άνοιξε ρουθούνι. Κανένα νομικό πλαίσιο, καμία ουσιαστική μέριμνα, κανένας αυστηρός έλεγχος δεν οριοθέτησε το θέμα των υπηρετριών στην Ελλάδα.
Απόδειξη της επίγνωσης των συνθηκών υπήρξε έστω και επιφανειακά το ελληνικό λαϊκό σινεμά, που με τα μελό του πολλάκις ασχολήθηκε με το δράμα της πάμφτωχης και κακομοίρας υπηρέτριας που έπεφτε θύμα των ακόλαστων ορέξεων του κύρη της ή των εκρήξεων ζηλοτυπίας της κυράς της. Μέχρι και τα χρόνια του ’70, τα δουλικά ήταν τα κακόμοιρα, σιωπηλά θύματα και χρειάστηκε να έρθει στη μεγάλη οθόνη η Δέσποινα Στυλιανοπούλου για να τους δώσει (με τον όποιο τρόπο και υπό τις όποιες συνθήκες) φωνή και τσαγανό.
Κατά πως φαίνεται όμως, σημερινά μυαλά και ευαίσθητοι άνθρωποι ψαχουλεύουν στα χρονοντούλαπα της πρόσφατης ιστορίας και νιώθουν την ανάγκη να φωτίσουν τη σκοτεινιά της αδιαφορίας και του καθωσπρεπισμού μας, προσφέροντάς μας δημιουργικές παραλλαγές σε ένα θέμα. Οι “Σπυριδούλες” που έκαναν πρεμιέρα εντυπωσιάζοντας το κοινό το καλοκαίρι του 2023 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών & Επιδαύρου, σηματοδότησαν την ευτυχή σύμπτωση που ακολούθησε με τις εξαιρετικές “Ψυχοκόρες” που ήδη τότε ετοιμάζονταν για την τηλεόραση.
Η δε επιστροφή τους στο σανίδι τούτη τη σαιζόν ενισχύεται μάλιστα ακόμη περισσότερο από τη σειρά του ΑΝΤ1 που χάρη στη μεγάλη επιτυχία της ενεργοποίησε τα εγκεφαλικά κέντρα των θεατών, ευαισθητοποίησε τους γνωρίζοντες και ψύλλιασε όσους (ας πούμε) δεν είχαν ιδέα.
Επίσης με σύμπτωση, μα δυστυχώς τραγική, φαντάζει η κατάληξη “δούλα” στο όνομα της κακόμοιρης κοπέλας που παρ’ ολίγον να χάσει τη ζωή της επειδή πίστευαν τα αφεντικά της πως είχε κλέψει από το συρτάρι $50. Επί αυτής της ηχητικής ταύτισης φαίνεται να πατάνε οι εκκωφαντικές σε ορμή “Σπυριδούλες” που επιτρέπουν στις “δούλες” του χθες και του σήμερα να ακουστούν εξίσου εκκωφαντικά, όποιο κι αν είναι το όνομά τους.
Σαν κίνημα με σημαία το όνομα και το καμένο πρόσωπο αυτής της τραγικής ύπαρξης, με φόντο το καθώς πρέπει “νεοκλασσικό” και τα λευκά σεντόνια στην αυλή, έτσι όπως τα φαντάστηκε στη σκηνογραφία της η Γεωργία Μπούρδα (δικά της και τα εξόχως αντιπροσωπευτικά και λειτουργικά κουστούμια) και με τη “Σπυριδούλα” να ακούγεται σαν ιαχή αφύπνισης, τούτες εδώ οι “Σπυριδούλες” είναι αναμφισβήτητα μια σύγχρονη θεατρική έκφραση ειδικής (εσωτερικής) ανάγκης και σκοπού. Με δάνεια από την αρχαία τραγωδία, το docutheatre και από το δράμα συμβολισμών μέχρι το μιούζικαλ (υπέροχοι οι στίχοι της Νεφέλης Μαϊστράλη επί της πλήρους συναισθηματικών και ιστορικών αναφορών μουσικής των Θραξ Πανκc), η παράσταση εφορμά από τη σκηνή στην πλατεία σκαλίζοντας το μυαλό μας και ψαχουλεύοντας στην ψυχή μας για δείγματα ανθρωπιάς.
Υπό αυτό το πρίσμα λοιπόν, δεν επιδέχονται τυπικής θεατρικής κριτικής καθώς αφορούν πρωτίστως σε μια ολιστική εμπειρία αυτοαναφορικής πρόσληψης. Ενδεχομένως ορισμένα σημεία να μπορούσαν να είχαν αναπτυχθεί με διαφορετική δραματουργική αντίληψη, όπως για παράδειγμα αυτό όπου “ακούγονται” οι σύγχρονες “Σπυριδούλες” να καταθέτουν πραγματικές μαρτυρίες. Όμως είναι τόσο υποκειμενικός ο τρόπος που αντιλαμβάνεσαι ή απλά φαντάζεσαι την κάθε στιγμή αυτής της πολυμορφικής δημιουργίας που εν τέλει αυτό που μένει και αυτό που έχει την ουσιαστική σημασία είναι η εμπειρία που εισπράττεις, μαζί με τη γενναιοδωρία του ταλέντου όλων και καθενός ξεχωριστά.
Σαφέστατα έργο συνόλου όπου άπαντες δονούν (μεταφορικά και κυριολεκτικά) το σανίδι, οι “Σπυριδούλες” χαρίζουν απλόχερα ένα καλοκουρδισμένο, άψογα “χορογραφημένο” και οργανικά δομημένο θέαμα, όπου η ερμηνευτική σύμπνοια και το αλληλένδετο της ύπαρξης των υπέροχων αυτών πλασμάτων στη σκηνή δεν παύουν να συναρπάζουν.
Θα μου επιτρέψετε (και εύχομαι να μου επιτρέψουν και οι συντελεστές, χωρίς παρεξήγηση) να σταθώ με λίγες λέξεις παραπάνω στην συγκλονιστική Κατερίνα Λάττα όταν ερμηνεύει αξέχαστα τον μονόλογο της κυράς της Σπυριδούλας, με το σίδερο πάντα στο χέρι της και το καλώδιο της πρίζας να σέρνεται πίσω της σαν κομμένος ομφάλιος λώρος που τη χώρισε για πάντα από το γένος των ανθρώπων.
• Θέατρο Τζένη Καρέζη – Ακαδημίας 3, Σύνταγμα
Παραστάσεις: Σάββατο στις 18:00, Κυριακή στις 19:00.