to top

Είδαμε την παράσταση | Σέρρα, η ψυχή του Πόντου

Σέρρα, η ψυχή του Πόντου

“Σέρρα, η ψυχή του Πόντου” του Γιάννη Καλπούζου, σκηνοθεσία: Σωτήρης Χατζάκης, πρωταγωνιστεί η Χρύσα Παπά.

Μία από τις μεγαλύτερες sleeper επιτυχίες των δύο τελευταίων θεατρικών σαιζόν, η “Σέρρα” επιστρέφει στην Αθήνα, εκεί από όπου ξεκίνησε, στη σκηνή του Μικρού Άνεσις, για να μας αφηγηθεί τη συγκλονιστική ιστορία της οικογένειας του Γαληνού Φιλονίδη και μαζί αυτήν ενός ολόκληρου λαού.

 

 

Το ομότιτλο μυθιστόρημα-ποταμός του Γιάννη Καλπούζου διασκευάζεται από τον ίδιο τον συγγραφέα για το θεατρικό σανίδι, σε ένα κείμενο ορμητικό, συμπαγές και εκρηκτικό που μας ταξιδεύει σε όλες τις χαμένες πατρίδες του Πόντου από το 1915 έως το 1962, μέσα από την τραγική ιστορία μιας οικογένειας που έζησε τα πάνδεινα, αλλά που κατόρθωσε να μείνει ζωντανή -σημείο αναφοράς μιας τραγωδίας.

Έργο για μία ηθοποιό και 11 ρόλους, η “Σέρρα” δεν είναι ο τυπικός μονόλογος που θα περιμένατε, αφού ναι μεν ξεναγός μας σε αυτό το ταξίδι είναι η μονάκριβη κόρη του Γαληνού, η Λεμονιά, όμως η Χρύσα Παπά επωμίζεται άλλους 10 ρόλους τούς οποίους ερμηνεύει σε πρώτο πρόσωπο, σε διαλογικές σκηνές μεγάλου ερμηνευτικού εύρους και υψηλής συγκινησιακής φόρτισης.

Και κάπως έτσι, ολόκληρες σκηνές παρεμβάλλονται στην αφήγηση της Λεμονιάς, καθώς η σκηνοθεσία του Σωτήρη Χατζάκη τις βλέπει ως αναπόσπαστα κομμάτια της μνήμης και της ψυχής αυτής της δυνατής γυναίκας, αυτόνομες την ίδια στιγμή ως προς την αφήγηση. Μικρές σκηνογραφικές και ενδυματολογικές πινελιές που εμπνεύσθηκε η Έρση Δρίνη αποτυπώνουν στη σκηνή την παρουσία των απόντων -ένα κόκκινο φόρεμα, ένα παλτό ή οι καρέκλες που αλλάζουν διαρκώς θέση σηματοδοτούν τον τόπο και τους αόρατους ανθρώπους του- την ίδια στιγμή που οι φωτισμοί (Αντώνης Παναγιωτόπουλος) και η μουσική (Ματθαίος Τσαχουρίδης) υπογράφουν την ατμόσφαιρα και το συναίσθημα.

Η λελογισμένα αρμονική συνύπαρξη αυτών των καλλιτεχνικών λεπτομερειών με το κείμενο και το ερμηνευτικό εύρος της Χρύσας Παπά, επιτρέπουν στον Σωτήρη Χατζάκη να αποφύγει έντεχνα την οποιαδήποτε μελό απόχρωση στη σκηνοθεσία του, αφήνοντας τα ίδια τα γεγονότα και τους πρωταγωνιστές τους να κουρδίσουν μέσα μας κάθε συγκινησιακή χορδή.

Είναι πράγματι ευφυής ο τρόπος με τον οποίο ένας και μόνο άνθρωπος επάνω στη σκηνή αναπαριστά ένα ιστορικό, οικογενειακό έπος από αυτά που το Χόλυγουντ και η σύγχρονη τηλεόραση λατρεύουν να αποδίδουν σε πολυπληθείς υπερ-παραγωγές. Κι όλο αυτό βέβαια συμβαίνει χάρη στην κεντρική ηρωίδα της παράστασης, τη Λεμονιά (και όλους τους άλλους) έτσι όπως τους εμφυσά ζωή η Χρύσα Παπά. Πέραν του υψηλού βαθμού δυσκολίας αλλά και της ψυχοσωματικής κόπωσης που αναμφίβολα της προκαλεί, είναι πραγματικά άξιο θαυμασμού αυτό που κατορθώνει επί σκηνής.

Το είπα και νωρίτερα, η “Σέρρα” δεν είναι τυπικός μονόλογος εφόσον η αφήγηση σε τρίτο πρόσωπο δίνει συχνά-πυκνά τη θέση της σε αμιγώς διαλογικά μέρη. Προσέξτε όμως κάτι: η Χρύσα Παπά κατορθώνει το ακατόρθωτο έτσι όπως ξεδιπλώνει τις μνήμες της Λεμονιάς από τη μια, για να βυθιστεί στο πετσί των υπολοίπων χαρακτήρων μέσα σε δευτερόλεπτα, χωρίς όμως να απομακρυνθεί ούτε στιγμή από την ύπαρξη της κεντρικής ηρωίδας. Με πιο απλά λόγια, στη σκηνή -ας πούμε- που ο πατέρας της και η μητέρα της συνομιλούν, η Χρύσα Παπά ναι μεν υποδύεται δύο τρίτους, διαφορετικούς χαρακτήρες, αλλά το πραγματοποιεί λες και η Λεμονιά είναι αυτή που τους ερμηνεύει, αφού η δική της μνήμη είναι αυτή που τους ζωντανεύει μπροστά μας.

Έργο ιστορικής (κυριολεκτικά) αξίας και υψηλού συναισθηματικού βάθους, η “Σέρρα” κουβαλάει επάνω της αυτό που δηλώνει ο πλήρης τίτλος της: την ψυχή του Πόντου και το έπος ενός λαού που ξεριζώθηκε, κυνηγήθηκε, σφαγιάσθηκε, χλευάσθηκε, αλλά κράτησε την ψυχή του ολοζώντανη και την αγάπη του αιώνια, να πάλλονται μέχρι το σήμερα και με τον παλμό τους να αντηχεί στο διηνεκές του χρόνου.

• Μικρό Άνεσις – Λεωφόρος Κηφισίας 14, Αμπελόκηποι
Παραστάσεις: Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 19:00

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

Invalid username, no pictures, or instagram servers not found
Invalid username, no pictures, or instagram servers not found