to top

Είδαμε την παράσταση | Οργισμένα νιάτα

Είδαμε την παράσταση | Οργισμένα νιάτα

“Οργισμένα νιάτα”, του Τζων Όσμπορν, σκηνοθεσία: Θοδωρής Βουρνάς, παίζουν: Παναγιώτης Κουρτέσης, Λία Τσάνα, Κωνσταντίνος Βασιλόπουλος, Κατερίνα Αντζουλάτου, Πάνος Τζίνος

Ο Τζίμυ και η Άλισον Πόρτερ ζουν σε ένα μικρό διαμέρισμα στο Ντέρμπυ, μαζί με τον κολλητό και συνέταιρο του Τζίμυ, τον Κλιφ. Οι δύο άντρες βγάζουν όπως-όπως το ψωμί τους από έναν πάγκο με ζαχαρωτά στην τοπική αγορά, κάτι που ο Τζίμυ ποτέ δεν αποδέχθηκε ως πεπρωμένο, αφού περίμενε από τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο να του προσφέρουν μια καλύτερη ζωή. Η μιζέρια της καθημερινότητάς του και η αποτυχία του να καταφέρει κάτι κοινωνικά και επαγγελματικά τού προκαλούν θυμό που συσσωρεύεται μέρα με τη μέρα και ο οποίος ξεσπά μονίμως επάνω στη γυναίκα του. Λεκτικά και ψυχολογικά βίαιος απέναντί της, καθώς θεωρεί ότι θα της άξιζε έναν καλύτερος σύζυγος, ο Τζίμυ οδηγεί την καλοαναθρεμμένη Άλισον όλο και πιο μακριά του. Η ζωή τους θα δεχτεί το ύστατο χτύπημα από την εγκυμοσύνη της και την επίσκεψη μιας παλιάς της φίλης.

 

 

 

Θα το πω από την αρχή για να μην μακρηγορούμε: αυτά εδώ τα “Οργισμένα νιάτα” όπως ανέβηκαν στο “Αγγέλων Βήμα” ήταν μια από πιο ευχάριστες προς στιγμήν εκπλήξεις της θεατρικής σαιζόν, δεδομένου μάλιστα ότι το έργο το ίδιο δεν υπήρξε ποτέ από τα αγαπημένα μου. Θυμάμαι πως το είχα πρωτοδεί το 1982, εφηβάκι τότε, με Γιάννη Φέρτη και Μιμή Ντενίση, στο θέατρο Αθηνά, σε σκηνοθεσία Γιώργου Θεοδοσιάδη, ενώ στη συνέχεια είχα ανακαλύψει και την ταινία του 1959 με τον Ρίτσαρντ Μπάρτον σε σκηνοθεσία Τόνυ Ρίτσαρντσον, αλλά ποτέ μα ποτέ δεν με άγγιξε αυτός ο αντιπαθέστατος Τζίμυ του οποίου η οργή φάνταζε πάντοτε τόσο υπερβολική και επιτηδευμένη που τελικά έχανε το δίκιο του. Ε, λοιπόν, στην παράσταση που σκηνοθέτησε ο Θοδωρής Βουρνάς, ο Τζίμυ δικαιώνεται και βρίσκει τη θέση του στο κοινωνικοπολιτικό και θεατρικό μας σήμερα.

Εν τω μεταξύ, η παράσταση στη φαντασία μας μοιάζει να παίζεται προτού καν μπούμε στο θέατρο -και όσοι έχετε ήδη πάει στο “Αγγέλων Βήμα” θα καταλάβετε μεμιάς τι εννοώ. Η Σατωβριάνδου, δυο βήματα από την Ομόνοια, παίζει άριστα τον ρόλο του εξωτερικού σκηνικού για τη φτωχογειτονιά των Μίντλαντς όπου κατοικούν ο Τζίμυ και η Άλισον, ενώ το πανέμορφο διώροφο νεοκλασικό θα μπορούσε κάλλιστα να είναι το οίκημα που φιλοξενεί το διαμέρισμά τους, δεδομένου μάλιστα ότι η σκηνή του θεάτρου βρίσκεται στον δεύτερο όροφο, όπου φτάνεις ανεβαίνοντας τη στριφογυριστή, ξύλινη σκάλα που τρίζει.

Kαθώς μπαίνεις στην αίθουσα, αυτή η εμπειρία ολοκληρώνεται, με τους ηθοποιούς να βρίσκονται ήδη eπάνω στη σκηνή -η Άλισον σιδερώνει, ο Τζίμυ και ο φίλος τους ο Κλιφ διαβάζουν εφημερίδες με τα σώβρακα- και ξάφνου αγχώνεσαι πως μπήκες απρόσκλητος στο σπίτι τους και πως πρέπει να κάτσεις ήσυχος-ήσυχος σε μια γωνία ώστε να μην γίνεις αντιληπτός και σε πετάξουν έξω. Με την έκταση της σκηνής να υπερβαίνει σε τετραγωνικά την έκταση που καταλαμβάνουν οι αμφιθεατρικές θέσεις και με τα ρεαλιστικά σκηνικά της Αρετής Μουστάκα να δίνουν τον τόνο του χώρου, του τόπου και του χρόνου, προτού καν αρχίσει η παράσταση τα “Οργισμένα νιάτα” έχουν ήδη γίνει βιωματική εμπειρία.

 

Τα περί έκτασης και αναλογιών του χώρου, ο σκηνοθέτης Θοδωρής Βουρνάς τα γνωρίζει εξαιρετικά και τα εκμεταλλεύεται άριστα στη σκηνοθεσία του, για την οποία επιλέγει τόνους ήπιους και αμιγώς κινηματογραφικούς. Η απόφαση αυτή αποδεικνύεται σοφή, καθώς η εγγύτητά μας με τους ηθοποιούς είναι σαν να μας μετατρέπει σε κάμερες ενός φανταστικού στούντιο, που καταγράφουν το έργο καθώς οι ήρωες μας κινούνται ανάμεσά μας και κάποιες φορές μας πλησιάζουν για το κοντινό τους, άρα ουδείς χρειάζεται να ουρλιάζει ή να παίζει μεγαλόστομα και υπερβολικά.

Την ίδια κινηματογραφική αντίληψη εφαρμόζει και στη διαχείριση των μονολόγων του έργου, τους οποίους αντιμετωπίζει πολύ ψύχραιμα και έξυπνα, καθώς αφαιρεί κάθε στοιχείο υπερβολής και εντυπωσιασμού από αυτόν που μιλά, ενώ σκηνοθετεί λεπτομερώς τις αντιδράσεις αυτών που τον ακούν. Έτσι, μας γυρίζει τον Τζίμυ πλάτη στον μεγάλο του μονόλογο, αναγκάζοντας εμάς -τις κάμερες- να κοιτάμε τις εκφράσεις στα πρόσωπα αυτών που τον ακούν, καταγράφοντας τον πόνο που τα λόγια του προκαλούν σε εκείνους.

Το ίδιο πράττει και στον μονόλογο του πατέρα της Άλισον, καθοδηγώντας τον ήπιο, αλλά στιβαρό και με αυθεντικό, χωρίς ίχνος μίμησης, βρετανικό παράστημα Πάνο Τζίνο να τον διαχειριστεί ως συναισθηματική αναπόληση και ταξίδι στις μνήμες μιας ζωής. Εξίσου βρετανιδούλα, χωρίς να το προσποιείται, βρήκα και την Έλενα της Κατερίνας Αντζουλάτου, η οποία μολονότι μπαίνει σαν φασαριόζικος σίφουνας στο διαμέρισμα και στη ζωή των άλλων, σταδιακά μετατρέπεται από ανακατώστρα bimbo σε γυναίκα με συναισθηματική υπόσταση και ηθική συντριβή που ξεπερνά τις πράξεις της. Διακριτικά σπαρακτικός και ρεαλιστικός σε βάθος χαρακτήρα και συμπεριφοράς είναι ο Κλιφ του Κωνσταντίνου Βασιλόπουλου που στέκει αγέρωχα σαν κυματοθραύστης των εκρήξεων του Τζίμυ και της αγάπης για την Άλισον, την οποία ξέρει πως δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποκτήσει.

Υποδειγματικά συνεπής η Άλισον της Λίας Τσάνα, από την πρώτη στιγμή που τη συναντούμε στη σκηνή να σιδερώνει, μέχρι το φινάλε, δεν χάνει ποτέ τον χαρακτήρα της, ούτε καταφεύγει σε αντιδράσεις που δεν την εκπροσωπούν. Με λεπτότητα στη διαχείριση των εκφραστικών της μέσων, φωνή που πάλλεται από αγάπη, νεύρα και απογοήτευση και πρόσωπο που συχνά λέει περισσότερα από τις λέξεις, η Λία Τσάνα είναι η Άλισον του έρωτα στο βλέμμα και της τρυφερότητας στο άγγιγμα, απέναντι σε αυτόν που λατρεύει. Επειδή ο Τζίμυ, ό,τι κι αν συμβαίνει, είναι η ζωή της και ο Παναγιώτης Κουρτέσης είναι ο Τζίμυ που μας κάνει να νοιαζόμαστε. Τον πονάς τούτον εδώ τον Τζίμυ, τον νιώθεις, καθώς τον ερμηνεύει ανεπιτήδευτα και με αθώα ανιδιοτέλεια, που μετατρέπει σε πηγαία την οργή του και σε τρομακτικά τα ξεσπάσματά του, ακόμα κι όταν επικρατεί η λογική και τα συγκρατεί συσπώντας κάθε μυ στο σώμα του, δευτερόλεπτα πριν από την έκρηξη.

 

Με την πιστή στο πρωτότυπο αλλά ρέουσα στα Ελληνικά μετάφραση της Μαργαρίτας Δαλαμάγκα-Καλογήρου, τους ρεαλιστικούς και ατμοσφαιρικούς φωτισμούς του Γιώργου Αγιαννίτη και επί σκηνής ένα σύνολο με σύμπνοια και χημεία, αυτά τα “Οργισμένα νιάτα” έχουν και την οργή και τα νιάτα και το δικαίωμα στο χειροκρότημα.

 

• Αγγέλων Βήμα- Σατωβριάνδου 36, Ομόνοια

Παραστάσεις: Δευτέρα-Τρίτη στις 20:30

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following