to top

Είδαμε την παράσταση | Μοτέλ

Είδαμε την παράσταση | Μοτέλ

“Μοτέλ” του Βασίλη Μαυρογεωργίου. σκηνοθεσία: Βασίλης Μαυρογεωργίου, πρωταγωνιστούν: Νίκος Αλεξίου, Κλέλια Ανδριολάτου, Κατερίνα Λυπηρίδου, Ιωάννα Μαυρέα, Ελευθερία Παγκάλου, Χρήστος Σαπουντζής.

Σε ένα απομονωμένο και σχεδόν έρημο μέσα στον χειμώνα μοτέλ της ελληνικής επαρχίας, ένα κορίτσι βρίσκεται δολοφονημένο στο δωμάτιό του. Προσπαθώντας να αποφύγει το σκάνδαλο που θα του κόστιζε σε πελατεία, ο ιδιοκτήτης του ζητά από την Αστυνομία να αποφύγει την αναφορά του ονόματος του πανδοχείου στον Τύπο, ενώ σε συνεργασία μαζί τους καλεί έναν εξειδικευμένο εργάτη στην αποκατάσταση τόπων όπου έχουν διαπραχθεί φονικά.

Η άφιξή του στην οικογενειακή αυτή επιχείρηση ταράζει τα νερά, καθώς προκαλεί περισσότερο από όσο θα έπρεπε την κόρη των ιδιοκτητών, η οποία παρ’ ότι άνω των 20ετών, συμπεριφέρεται με παιδιάστικη αφέλεια και θράσος. Η δυναμική των σχέσεων των μοναχικών αυτών ανθρώπων μοιάζει να αλλάζει ριζικά. ήδη προτού καταφθάσει εκεί και η μοναδική πελάτισσα του μοτέλ.

 

 

Συναρπαστικό αφήγημα και άκρως ενδιαφέρουσα παράσταση, το “Μοτέλ” που υπογράφει ως συγγραφέας και σκηνοθέτης ο νεότατος και πολυπράγμων Βασίλης Μαυρογεργίου, ακροβατεί με επιτυχία ανάμεσα στο ψυχόδραμα και το θρίλερ. Παίζοντας διαρκώς με τις εντυπώσεις, αφήνοντας εξ αρχής να φανούν υπόνοιες για τους ανθρώπους του δράματος, αλλά χωρίς να στερείται διαρκών εκπλήξεων και ανατροπών, το έργο αποτελεί πολύ ενδιαφέρον εγχείρημα καθώς καταπιάνεται με επιτυχία με ένα είδος που η ελληνική θεατρογραφία δεν φαίνεται να έχει τιμήσει ιδιαίτερα, πρωτίστως η σύγχρονη. Αν κάτι έχει πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον στο κείμενο, πέραν της ροής του λόγου, της σκιαγράφησης των χαρακτήρων και της κλιμάκωσης στην αγωνία, είναι πως επιτυγχάνει να ξεγελάσει τον θεατή, αφήνοντας φαινομενικά την ιστορία να κινηθεί σε μια άλλη κατεύθυνση από αυτήν που θεωρούσαμε πως θα ακολουθήσει ή από αυτήν προς την οποία τελικά οδηγείται.

Θα μείνω πολύ γενικόλογος ως προς την υπόθεση, καθώς θα ήταν κρίμα να αποκαλύψω το παραμικρό και να χαλάσω την έκπληξη του φινάλε και όχι μόνο. Ας πω απλά πως υπάρχουν εξ αρχής καλά κρυμμένα μυστικά (ακόμα και από εμάς τους ίδιους), με τις όποιες ενδείξεις να λειτουργούν υπαινικτικά αλλά ταυτόχρονα και παραπλανητικά, αφού άλλο έργο νομίζεις πως παρακολουθείς στην αρχή και αλλιώς εξελίσσεται.

Το ημιφωτισμένο, μίζερο μοτέλ αυτής της ακατανόμαστης περιοχής, κάπου κοντά σε μια λίμνη (φωτισμοί: Στέλλα Κάλτσου, σκηνικά: Κωνσταντίνος Ζαμάνης), έτσι καθώς απλώνεται στη μεγάλη σκηνή της Φρυνίχου εντείνει την απειλή και τη δυσαρέσκεια, σε συνδυασμό με τη σωστή και λειτουργική χρήση των ήχων και της υποβλητικής μουσικής του Νίκου Κυπουργού. Σε έναν τόπο ρεαλιστικό μα και βγαλμένο μέσα από τις συμβάσεις ενός θρίλερ, και μια αφήγηση που δεν διστάζει να ξεφύγει από τον απόλυτο ρεαλισμό σε ένα ιμπρεσιονιστικό ξέσπασμα βγαλμένο λες μέσα από χορικό, το “Μοτέλ” ευτυχεί στην εξέλιξή του, προκαλεί άγχος και εν τέλει καταλήγει να σοκάρει με τη σκληρότητα τόσο του θέματος όσο και της τελικής έκβασης.

 

Δεμένοι σαν μια γροθιά οι έξι πρωταγωνιστές αυτής της τραγωδίας, άριστα επιλεγμένοι για τον ρόλο τους, δίνουν ψυχή και υπόσταση στις ερμηνείες τους, έτσι όπως ακροβατούν μεταξύ του τραγικού ρεαλισμού και της υπερβολής. Οι δύο άντρες της παράστασης, ο Νίκος Αλεξίου στον ρόλο του πανδοχέα και ο Χρήστος Σαπουντζής στον ρόλο του τεχνίτη που αποκαθιστά το δωμάτιο του φονικού, κρατούν μια έξοχα ενδιαφέρουσα κόντρα στις ερμηνείες τους -εριστικός, αδίστακτος, απειλητικός και φωνακλάς ο πρώτος, πράος, ευγενικός αλλά με πολλά καντάρια γνώσης, πείρας, γνώσης και πίκρας στις πλάτες του ο δεύτερος- προσφέρουν στιγμές με περίσσια δυναμική στις μεταξύ τους σκηνές αλλά και το ειδικό βάρος που απαιτείται για να αποτελέσουν τον συνδετικό κρίκο της ιστορίας, ο καθένας από την πλευρά του, καθώς η συνύπαρξή τους σε αυτόν τον μικρό, αποκλεισμένο, χώρο πυροδοτεί τις εξελίξεις.

Καταλύτης βέβαια των εξελίξεων αυτών δεν είναι άλλη από την κόρη, την οποία υποδύεται με θάρρος, θράσος, ορμή και συνάμα παιδιάστικο ενθουσιασμό η Κλέλια Ανδριολάτου. Είναι να θαυμάζεις τον τρόπο με τον οποίο ταξιδεύει μέσα στις διαρκείς μεταπτώσεις του ρόλου της, με στιγμιαίες μεταβολές στην έκφραση και στη διάθεσή της που είτε τρομάζουν είτε προκαλούν την έκπληξη για το τι μέλλει γενέσθαι, ακροβατώντας διαρκώς με την καρικατούρα και την υπερβολή, αλλά χωρίς να παραπατά ποτέ της.

Υπέροχη μα μετρημένη -ως οφείλει μια γυναίκα της “επαρχίας”- η Κατερίνα Λυπηρίδου στον ρόλο της μητέρας, παραδίδει μαθήματα υποκριτικής αυτοσυγκράτησης, ενώ η Ελευθερία Παγκάλου, στον ρόλο της κολλητής της κόρης τους, μας θυμίζει τι ακριβώς σημαίνει αυτό που οι αγγλοσάξωνες αποκαλούν supporting role. Βγαλμένη σαν από μεγάλη κινηματογραφική στιγμή, η κλιμακωτή στις μεταπτώσεις της ερμηνεία της Ιωάννας Μαυρέα στον ρόλο της πελάτισσας.

 

• Θέατρο Τέχνης Κάρολος Κουν -Φρυνίχου – Φρυνίχου 14, Πλάκα
Παραστάσεις: Τετάρτη στις 19:00, Πέμπτη στις 21:00, Παρασκευή & Σάββατο στις 20:30, Κυριακή στις 18:00

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

Invalid username, no pictures, or instagram servers not found
Invalid username, no pictures, or instagram servers not found