to top

Είδαμε την παράσταση | Μαλλιά κουβάρια

Είδαμε την παράσταση | Μαλλιά κουβάρια

“Μαλλιά κουβάρια” του Νικολάου Λάσκαρη, δραματουργική επεξεργασία: Νίκος Ορφανός, σκηνοθεσία: Τάσος Πυργιέρης, πρωταγωνιστούν: Νίκος Ορφανός, Χρήστος Σταθούσης, Φοίβος Μαρκιανός, Σοφία Μανωλάκου, Τζίνη Παπαδοπούλου, Γιάννης Δενδρινός, Δημήτρης Καλαντζής, Λήδα Καπνά.

Ο ευκατάστατος κύριος της αθηναϊκής κοινωνίας των αρχών του 20ού αιώνα, Κώστας Κουντουπής, αναλαμβάνει μια υψίστης εθνικής σημασίας αποστολή, η οποία τον καλεί να μείνει μακριά από το σπίτι του για ένα δεκαήμερο. Ακριβώς αυτή η μυστικότητα της αποστολής τού απαγορεύει να εξηγήσει τον λόγο της απουσίας του στη σύζυγό του, στην οποία λέει πως πρέπει να πάει για ιαματικά λουτρά όπως του συνέστησε ο γιατρός του.

Με την πεθερά του όμως μονίμως δύσπιστη, αναγκάζεται να εμπλουτίσει την ιστορία με επιπλέον ψεύτικες λεπτομέρειες που όμως θα μπερδέψουν ακόμα περισσότερο την υπόθεση ενώ θα εμπλέξουν και τις μαντεψιές μιας φανταστικής υπνοβάτιδος που υποτίθεται πως γνωρίζει τα μελλούμενα.

 

 

Το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Ρούμελης κάνει την έκπληξη με την κωμωδία του πολυγραφότατου Νικολάου Λάσκαρη “Μαλλιά κουβάρια”, χαρίζοντας στο ελληνικό θεατρικό καλοκαίρι αυτό που του λείπει εδώ και πολλά χρόνια: την ανεμελιά, το γέλιο και την καλοδεχούμενη ελαφράδα που κάποτε αποτελούσαν ταυτόσημά του. Παράλληλα, δίνει την ευκαιρία σε όλους μας να απολαύσουμε και να γνωρίσουμε ένα εξαιρετικό έργο των αρχών του αιώνα, το οποίο ανεβαίνει από σπάνια έως καθόλου.

Αμιγώς ευρωπαϊκής προσέγγισης, τα “Μαλλιά κουβάρια” είναι βγαλμένα από τα σπλάχνα του γαλλικού μπουλβάρ και ταυτόχρονα απόλυτα ελληνικά τόσο στο ύφος όσο και στον λόγο, καταδεικνύοντας την αμεσότητα και το επίκαιρο της αντίληψης του συγγραφέα του που μπορούσε να διαβάσει την Αθήνα της εποχής του μέσα από την ευρωπαϊκή προοπτική της και όχι μέσα από το φολκλόρ.

Ακόμα ένα στοιχείο που προσφέρει υπεραξία στο συγκεκριμένο ανέβασμα, είναι η προσοχή και η φροντίδα που δόθηκαν στην παραγωγή. Σκηνικά (Ελίνα Δράκου) και κοστούμια (Αλεξία Θεοδωράκη) μόνο καλοκαιρινή παράσταση σε περιοδεία δεν θυμίζουν, έτσι προσεγμένα και πλούσια καθώς είναι. Το αυτό ισχύει και για τους φωτισμούς (Στέβη Κουτσοθανάση) που είναι εμφανώς σχεδιασμένοι για τις ανάγκες ανοιχτών χώρων, άρα διακριτοί και λειτουργικοί.

Η σκηνοθεσία του Τάσου Πυργιέρη διαβάζει το έργο με σύγχρονη ματιά χωρίς ρετρό διαθέσεις, αλλά με απόλυτο σεβασμό στην έκφραση και την κινησιολογία της εποχής, προσδίδοντας έξτρα ρεαλισμό και μια διακριτική ειρωνεία στην υπερβολή του όλου καθώς ακραίοι χαρακτήρες πέφτουν στις παγίδες των ψεμάτων τους και γίνονται μαλλιά κουβάρια. Ο ρυθμός είναι αυτός που πάνω απ’ όλα αναδεικνύει την παράσταση, έτσι σφιχτά που δομεί την κάθε σκηνή και την κάθε ατάκα, σε ένα είδος άυλου μοντάζ.

Δεδομένων του σκηνικού περιβάλλοντος, της καθοδήγησης και του εξαιρετικού υλικού που είχαν στα χέρια τους, το σύνολο των ηθοποιών της παράστασης χαρίζει απλόχερα τον καλύτερό του εαυτό, πάντοτε εντός θέματος και με την απαραίτητη προσοχή στις ισορροπίες, παίζοντας μεταξύ της φιγούρας και του χαρακτήρα. Με κωμικότητα και τέμπο να ρέουν σε σύμπνοια κατορθώνουν να ξεχωρίζουν τόσο ως σύνολο όσο και ο κάθε ένας ξεχωριστά, έτσι όπως όλοι προβλέπεται να έχουν τη δική τους στιγμή.

Ευχάριστες ανάσες οι λίγες μουσικές παρεμβολές, φτιάχνουν ακόμα περισσότερο τη διάθεση του θεατή που εν τέλει απολαμβάνει ένα δροσερό μπιζουδάκι, ιδανικό για το γεμάτο καύσωνες καλοκαίρι του 2023.

Όταν τελείωσε, σκεφτόμουν πως ενδεχομένως οι θεατρικές ομάδες, οι σκηνοθέτες και οι ηθοποιοί θα έπρεπε να αναθεωρήσουν τις καλοκαιρινές τους προτεραιότητες, κοιτάζοντας ξανά με αγάπη, σεβασμό και στοργή το είδος της κωμωδίας που τόσο πολύ έχει λείψει από τα θερινά μας θέατρα. Θα μπορέσουμε να ζήσουμε και με δυο-τρεις λιγότερες αρχαίες τραγωδίες του χρόνου.

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

Invalid username, no pictures, or instagram servers not found
Invalid username, no pictures, or instagram servers not found