to top

Είδαμε την παράσταση | Ευγένιος

Είδαμε την παράσταση | Ευγένιος

“Ευγένιος” του Φρανκ ΜακΓκίνες, σκηνοθεσία-μετάφραση-διασκευή: Γιώργος Καραμίχος, πρωταγωνιστούν: Εύρη Σωφρονιάδου, Εβελίνα Αραπίδη, Βαγγέλης Ρόκκος, Μαρλέν Σαΐτη, Χάρης Ηλιάδης.

Μια οικογένεια συναντιέται στο εξοχικό τους για να γιορτάσουν τα γενέθλια του μικρότερου γιου, του Ευγένιου. Φέτος, θα έκλεινε τα 21, εάν δεν είχε αυτοκτονήσει δύο χρόνια νωρίτερα.

 

 

Τα ξωτικά, οι δοξασίες, οι προλήψεις και εν γένει τα μαγικά πλάσματα αποτελούν τόσο αναπόσπαστο κομμάτι της Ιρλανδίας, που πλέον ανήκουν στην καθημερινότητα των ανθρώπων και της ίδιας τους της αντίληψης για τη ζωή. Τόσο κοντά και όμως τόσο μακριά από τη νοοτροπία της υπόλοιπης Ευρώπης (για να μη συζητήσω για το “γειτονικό” Ηνωμένο Βασίλειο), η θαλασσινή αυτή χώρα έχει μείνει δέσμια μιας παράδοσης, η οποία την καθοδηγεί (ακόμη και ασυνείδητα) συμπεριφορικά ενόσω δικαιολογεί τα όποια δεινά με μια άρρητη κατάρα στην οποία φαίνεται πως όλοι πιστεύουν.

Αν η Ιερά Εξέταση τις έκαιγε, η Ιρλανδία τις μάγισσες τις αποδεχόταν ως μέρος του κόσμου της, ίσως πολύ απλά επειδή δεν ήξερε τι άλλο να τις κάνει για να προστατευθεί. Ενδεχομένως να είναι η θάλασσα που την περιβάλλει, με την απεραντοσύνη του Ατλαντικού στα δυτικά της, ίσως και όλα αυτά τα παραμύθια που παρέμειναν ζωντανά μέσα στις νύχτες μπυροποσίας ή ακόμα η ανοιχτωσιά και η αγριάδα του πράσινου όσο ξεχύνεται στο (σχεδόν) μπλε που σε συνδυασμό με τη διχαστική βία του δόγματος της πίστης έχουν αφήσει μια βαθιά μοναξιά να πλανιέται στις ψυχές των ανθρώπων της.

Είναι τόσο ιρλανδέζικος ο “Ευγένιος” που ειλικρινά χρειάζεται να αντιληφθείς τα παραπάνω για να μπεις στο κλίμα του. Δεν είναι πως η παράσταση δεν είναι κατανοητή χωρίς αυτά, όμως η σπουδή του ίδιου του συγγραφέα στα σώψυχα της ουσίας της χώρας του και αυτός ο ίδιος ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται την απώλεια η επί σκηνής οικογένεια εκπορεύονται από το παρελθόν και το διηνεκές παρόν της Ιρλανδίας, καθώς φαντάζουν επιεικώς παράξενα στα δικά μας, μεσογειακά μάτια. Ακόμη κι ο πρωτότυπος τίτλος, “Μια τσιγγάνα ήρθε επάνω σε ένα άλογο”, δηλώνει εξ αρχής τον τόνο και τη σχεδόν μυστικιστική ατμόσφαιρα της συνάντησης αυτών των πέντε ανθρώπων, κατά τη διάρκεια ενός σαββατοκύριακου.

Ίσως να δηλώνει ξεκάθαρα και τον χαρακτήρα της θείας Βαλεντίνης, η οποία εισβάλλει στο σπιτικό σχεδόν αλλοπαρμένη, σαν νεράιδα (κι ας τη φώναζαν μάγισσα) φροντίζοντας τον πόνο των άλλων, κάνοντάς τον δικό της και συνάμα ξεχνώντας τον, έτσι όπως με τον τρόπο της διαχειρίζεται τα τετριμμένα. Κι ας ήταν εκείνη που είχε βρει τον Ευγένιο νεκρό στην παραλία, δυο χρόνια νωρίτερα.

Ρόλος επικίνδυνος η θεία Βαλεντίνη, τον οποίο η Εύρη Σωφρονιάδου διαχειρίζεται με σύνεση, στο πλευρό της υπέροχης Εβελίνας Αραπίδη που στον ρόλο της μητέρας κυλιέται από τις αίθουσες των πανεπιστημίων όπου διδάσκει λογοτεχνία, στο κατώφλι της αρχαίας τραγωδίας, διατηρώντας μια αξιοθαύμαστη ειλικρίνεια, ακόμα και στις υπερβολές του ρόλου (προφανώς δεν είναι τυχαίο πως ο συγγραφέας έχει διαπρέψει και στις διασκευές αρχαίας τραγωδίας, από την οποία και εμπνέεται).

Άρτιος στα πατήματα του πατέρα και ιδιοκτήτη αλυσίδας από pub ο Βαγγέλης Ρόκκος, καθώς η σωματική του έκφραση και η εκφορά αποδίδουν τον τόνο και την καταγωγή του ήρωα. Σε “φεγγαρολουσμένα” μονοπάτια φαίνεται να βαδίζει και η κόρη της οικογένειας, στην ερμηνεία της Μαρλέν Σαΐτη, την ίδια στιγμή που ο πιο γήινος γιος, στο πρόσωπο του Χάρη Ηλιάδη κουβαλά τις ενοχές ενός κόσμου που δεν τολμά να αρνηθεί ώστε να ευτυχήσει.

Παράξενο μα συνάμα γοητευτικό έργο, άνισο στα σημεία του, ο “Ευγένιος” ακροβατεί μεταξύ ρεαλισμού και μεταφυσικής τραγωδίας, με τον νεκρό πρωταγωνιστή του να στοιχειώνει την ύπαρξη των ζωντανών. Σε αυτό το ύφος φαίνεται πως επέλεξε να κινηθεί και η σκηνοθεσία του Γιώργου Καραμίχου, ελαφρώς αποσχιστική και η ίδια μεταξύ ρεαλισμού και μεταφυσικού, αυθυπαρξίας και εξάρτησης, τραγωδίας και σάτιρας και εν τέλει ενδεικτική μιας χώρας κομμένης στα δύο, μεταφορικά και κυριολεκτικά, όπου ακόμα πιστεύουν στα ξωτικά και στις νεράιδες.

 

• Θέατρο Σημείο – Χαριλάου Τρικούπη 4, Καλλιθέα
Παραστάσεις: Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 20:00

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following