to top

Είδαμε την παράσταση | Αντιγόνη

Αντιγόνη

Η Αντιγόνη είναι τραγωδία του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Τσέζαρις Γκραουζίνις, μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας, πρωταγωνιστούν: Έλλη Τρίγγου, Βασίλης Μπισμπίκης, Ιεροκλής Μιχαηλίδης, Γιώργος Παπαγεωργίου, Δανάη Μιχαλάκη, Χρήστος Σαπουντζής, Κώστας Κορωναίος, Στρατής Χατζησταματίου, Μαρίνα Αργυρίδου.

Με τη λήξη του εμφύλιου σπαραγμού που ματοκύλισε τη Θήβα ύστερα από τον θάνατο του Οιδίποδα, μια νέα σύγκρουση έρχεται να αποτελειώσει το άλλοτε τρανό βασίλειο. Καθώς η Αντιγόνη αποφασίζει να παραβεί τη διαταγή του Κρέοντα και να θάψει τον αδελφό της, τον Πολυνείκη, προκαλεί την οργή του αυστηρού βασιλιά που έρχεται πλέον αντιμέτωπος και μόνος έναντι των νόμων των Θεών.

 

 

Δύσκολο έργο η “Αντιγόνη”, ειδικά στα σύγχρονα ανεβάσματά του, καθώς πολλοί σκηνοθέτες προσπάθησαν να αναδείξουν την ίντριγκα πάνω από τον λόγο του Σοφοκλή, ο οποίος όμως χρησιμοποίησε αυτήν την οικογενειακή σύγκρουση για να αντιπαραθέσει στην ουσία τους ανθρώπινους νόμους έναντι των άγραφων και αιώνιων της ηθικής. Η δεύτερη μεγάλη δυσκολία της τραγωδίας είναι να κατορθώσει κανείς να αναδείξει σε ουσιαστική πρωταγωνίστρια την κεντρική ηρωίδα του τίτλου, έναντι του σαφώς πιο αβανταδόρικου ρόλου του Κρέοντα που φαίνεται να κυριαρχεί στις περισσότερες σκηνές του έργου.

Στην περίπτωση της συγκεκριμένης παράστασης όμως, φαίνεται πως ο Τσέζαρις Γκραουζίνις έπαθε Κρέοντα (ή μπορεί και Βασίλη Μπισμπίκη), γυρίζοντας ολόκληρη την παράσταση επάνω του, αφήνοντας την Αντιγόνη σε δεύτερο πλάνο, ως supporting ρόλο που απλά πυροδοτεί τις αντιδράσεις και τη συντριβή του αυστηρού και αμετακίνητου από τις θέσεις του βασιλιά. Βέβαια, χάρη στη μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, ο λόγος του Σοφοκλή ακούγεται ξεκάθαρος και στην πληρότητά του, οπότε ο θεατής εύκολα εισπράττει τα νοήματα και την ουσιαστική σύγκρουση του έργου, παρά την ανισότητα της σκηνικής αποτύπωσης, απόδειξη πως το κοινό ανταποκρίνεται με ενθουσιασμό.

 

Ίσως κάπου εκεί να βρίσκονται άλλωστε και οι αρχικές ιδέες του Γκραουζίνις με εμφανέστατη την πρόθεσή του να “προσγειώσει” το έργο σε μια πιο ανθρώπινη διάσταση (ή και να το εκλαϊκεύσει), “κατεβάζοντας” τα ανάκτορα της Θήβας σε κάτι που θυμίζει σπιτικό σισιλιάνικης φαμίλιας, γεγονός που δικαιολογεί την παρουσία του Κρέοντα ως απειλητικού “ντον”. Και εκεί που είσαι έτοιμος όμως να αποδεχθείς τη σύμβαση, έρχονται οι βαλκανικοί ήχοι στις μουσικές που, μολονότι βγάζουν συναίσθημα, αποπροσανατολίζουν, παράλληλα με την αποτύπωση κάποιων ηρώων (Τειρεσίας, Άγγελος, Φύλακας) ως γραφικές περσόνες.

Για να το θέσω πιο απλά, η “Αντιγόνη” του Τσέζαρις Γκραουζίνις είναι μια συρραφή από ενδιαφέρουσες ιδέες που είτε μένουν ανολοκλήρωτες είτε δεν κολλάνε μεταξύ τους.

 

Επιστρέφοντας όμως σε αυτό που είπα εξ αρχής, όλα αυτά αυτά τα ενδιαφέροντα και παράταιρα στοιχεία συνδέονται από την παρουσία του Κρέοντα, έτσι όπως τον αποδίδει ο Βασίλης Μπισμπίκης. Με σκηνικό εκτόπισμα, άνεση, αποφασιστικότητα και ερμηνεία υψηλών συναισθηματικών διακυμάνσεων, ο Βασίλης Μπισμπίκης μάς παίρνει από το χέρι και μας κάνει αβίαστα συμμέτοχους στο δράμα του, καθώς εν τέλει είτε από πρόθεση είτε από σφάλμα την ιστορία του Κρέοντα παρακολουθούμε επί σκηνής, με τους υπόλοιπους ρόλους σχεδόν στην πλειοψηφία τους να αβαντάρουν την παρουσία του βασιλιά.

 

Πολύ ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ερμηνεία του Ιεροκλή Μιχαηλίδη που ως Κορυφαίος μοιάζει να είναι ο μόνος που αντιλαμβάνεται τις τραγικές εξελίξεις που θα ακολουθήσουν, μπολιάζοντας έντεχνα την ερμηνεία του με ικανές δόσεις ειρωνείας και πίκρας, διαισθανόμενος τον επικείμενο όλεθρο. Η Αντιγόνη της Έλλης Τρίγγου πάλλεται από ένα ειλικρινές πείσμα και μια παιδιάστικη ειλικρίνεια, όμως είναι λες και ο σκηνοθέτης δεν ασχολήθηκε με το βάθος και το μεγαλείο της κεντρικής ηρωίδας του. Ο Τειρεσίας που παρουσιάζεται σαν να είναι ο τρελός του χωριού, σώζεται από το ένστικτο και το ταλέντο του Χρήστου Σαπουντζή, ενώ ελπιδοφόρος και με μια γνήσια εφηβική ορμή είναι ο Αίμων του Στρατή Χατζησταματίου (μολονότι στον θίασο υπάρχει ο Γιώργος Παπαγεωργίου που ο Γκραουζίνις επέλεξε να περιορίσει στον ρόλο του Αγγέλου).

Άνιση και με ιδέες όχι απόλυτα ξεκάθαρες, η “Αντιγόνη” έχει παρ’ όλα αυτά έντονο ενδιαφέρον και στιγμές μεγαλειώδεις, με αποκορύφωμα το υψηλής αισθητικής και συναισθηματικής φόρτισης φινάλε και έναν εξαιρετικό Κρέοντα που θα τον θυμόμαστε για πολύ καιρό.

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following