to top

Είδαμε την μίνι σειρά | Σμύρνη μου αγαπημένη

Σμύρνη μου αγαπημένη

Σμύρνη μου αγαπημένη, ειναι δραματική μίνι-σειρά της Tanweer σε σκηνοθεσία Γρηγόρη Καραντινάκη, με τους Μιμή Ντενίση, Λεωνίδα Κακούρη, Μπουράκ Χακί, Κρατερό Κατσούλη, Ταμίλλα Κουλίεβα, Κατερίνα Γερονικολού, Ντίνα Μιχαηλίδου, Αναστασία Παντούση, Νέδη Αντωνιάδη, Γιάννη Εγγλέζο, Έφη Γούση, Νέηθαν Τόμας, Χρήστο Στέργιογλου, Γιάννη Βογιατζή, Ρούπερτ Γκρέηβς, Τζέην Λάποταιρ, Σούζαν Χάμσάιρ.

Η ιστορία της οικογένειας Μπαλτατζή και μαζί της η ιστορία μιας πόλης που κάποτε έλαμπε και ενός ολόκληρου λαού που αφανίστηκαν σε μια νύχτα, προδομένοι και παρατημένοι από όλους. Η μικρασιατική καταστροφή αποκτά πρόσωπο και ονοματεπώνυμο σε μια φιλόδοξη και πλούσια ταινία, εδώ στην τηλεοπτική, εκτενή της εκδοχή, που δίκαια θεωρήθηκε υπερπαραγωγή, τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα και βαλάντια.

 

 

Αν κάτι είναι σίγουρο είναι πως η “Σμύρνη μου αγαπημένη” δικαιώνει στον απόλυτο βαθμό τη Μιμή Ντενίση ως δημιουργό. Μετά από ένα θεατρικό που ευτύχησε με απανωτές sold out σαιζόν (και μάλιστα σε θέατρο τεράστιας χωρητικότητας) και το οποίο απέκτησε και sequel, το έργο βρήκε τον δρόμο του και στον κινηματογράφο, ενώ λίγο αργότερα χάρη στις έξτρα σκηνές που είχαν γυριστεί, μεταδόθηκε και ως τετράωρη σχεδόν μίνι σειρά. Πρωτοφανές αυτό για τα εγχώρια δεδομένα, ειδικότερα μάλιστα αν αναλογιστεί κανείς τον πλούτο της παραγωγής σε οποιαδήποτε εκδοχή του.

Την ίδια στιγμή, επιβεβαιώνεται και η ισχυρή παρουσία της προσφάτως αφιχθείσας στη διανομή και στην παραγωγή Tanweer που μοιάζει να παίρνει τη μορφή ενός ολοκληρωμένου “στούντιο” που πλέον έχει διακριθεί για το υψηλό επίπεδο των παραγωγών του τόσο στον κινηματογράφο όσο και στην τηλεόραση. Το τολμηρό όραμα της Μιμής Ντενίση πίστεψαν εν τω μεταξύ πολλοί και καλοί ηθοποιοί, με αποτέλεσμα η ταινία (και η σειρά) να επιδεικνύει ένα από τα πλέον πλούσια καστ, με μεγάλα ονόματα ακόμα και σε β’ ή γ’ ρόλους.

 

Εν μέσω όλου αυτού του φιλόδοξου μεγαλείου, το σενάριο είναι που παρουσιάζει κάποια θεματάκια, δέσμιο καθώς είναι του σκοπού του και της προέλευσής του. Κακά τα ψέματα, το σενάριο (όπως και το θεατρικό) γράφτηκαν με σκοπό την τελική σκηνή της καταστροφής, ακολουθώντας εν πολλοίς τις επιταγές και τις συμβάσεις του είδους. Έτσι λοιπόν, όπως ακριβώς συμβαίνει γενικότερα στις ταινίες καταστροφής, παρακολουθούμε τα μέλη της οικογένειας Μπαλτατζή και τον μικρόκοσμο που την περιβάλλει κατά τα τελευταία χρόνια της παραμονής τους στη Σμύρνη, καθώς συσσωρεύονται τα μαύρα σύννεφα που θα προκαλέσουν την ολέθρια καταιγίδα.

Εκεί λοιπόν είναι που θα προτιμούσα περισσότερη εμβάθυνση και χρόνο στους χαρακτήρες ώστε να αναπτυχθούν σε κάτι πιο ουσιώδες από σύμβολα της κοινωνίας και της εποχής. Παρ’ ότι τα συστατικά για την ίντριγκα υπάρχουν (ο έρωτας του τούρκου σωφέρ για τη Φιλιώ όπως και η σχέση του μικρού γιου με τη νεαρή υπηρέτρια), εν τέλει μένουν ανεκμετάλλευτα ως προς τη δυναμική τους. Μπορώ βέβαια να αντιληφθώ την εύλογη ανησυχία της Μιμής Ντενίση, η οποία δεν θα ήθελε επ’ ουδενί να “κατεβάσει” την αγαπημένη της Σμύρνη σε επίπεδα ενός απλού οικογενειακού δράματος εποχής, όπως και την αγωνία της ο κάθε ήρωας να μπορεί να συμβολίζει αντιλήψεις, ιδεολογίες και παρατάξεις της ιστορικής πραγματικότητας, οπότε και αποδέχθηκε τις συμβάσεις του είδους, αφήνοντας ενδεχομένως κάποιες ευκαιρίες ανεκμετάλλευτες.

Πάντως, παρά τις όποιες επιφυλάξεις μου, θαύμασα ειλικρινά στο σενάριο το περίσσευμα σοβαρότητας και αξιοπρέπειας με τις οποίες αγκάλιασε τους ήρωες και την ιστορία που αφηγήθηκε, προσόντα που αμφότερα εκφράζονται στο μεγαλείο, την ευγένεια και τη στωικότητα του χαρακτήρα της Φιλιώς. Το δεύτερο θεματάκι που κατά τη γνώμη μου έχρηζε μιας επιπλέον προσοχής είναι πως υπήρξαν σημεία που πρόδιδαν τις αδυναμίες της παραγωγής. Μπορεί να έπεσαν πολλά λεφτά, σίγουρα όμως οι ανάγκες ενός τέτοιου εγχειρήματος είναι τεράστιες, οπότε θα μπορούσαν να είχαν διαχειριστεί διαφορετικά κάποιες σκηνές όπως η επέλαση των έφιππων Τούρκων λόγου χάρη, ο αριθμός των οποίων δεν αντιπροσωπεύει το πραγματικό μέγεθος της απειλής.

 

Στον αντίποδα όλων αυτών, δεν μπορείς να μην αναγνωρίσεις στο σενάριο την ουσιώδη έρευνα του ιστορικού και πολιτικού πλαισίου και την τόλμη του να ξεστομίσει αλήθειες που πονάνε, μίλια μακριά από τετριμμένα εθνικοπατριωτικά κρεσέντα. Οι όποιες παρατηρήσεις μου άλλωστε δεν πηγάζουν από πουθενά αλλού παρά από τον ειλικρινή θαυμασμό μου για το ρίσκο του του όλου εγχειρήματος και τη δημιουργική τρέλα όλων αυτών των ανθρώπων που τόλμησαν κάτι τόσο μεγάλο σε μια εποχή που ευνοεί δυστυχώς μόνο τα μικρά.

• Το δίκαιο θα ήταν και το sequel του θεατρικού (Κι από Σμύρνη…Σαλονίκη) να έβρισκε και αυτό τον δρόμο του προς την οθόνη.

• Ως υστερόγραφο, να θυμίσω πως το κείμενο αφορά στην τηλεοπτική μίνι σειρά και όχι στην κινηματογραφική ταινία.

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following