O Rory Gallagher γεννήθηκε στις 2 Μαρτίου 1948 στο Μπαλισάνον και μεγάλωσε στο Κορκ της Δημοκρατίας της Ιρλανδίας. Ιρλανδός μουσικός του μπλουζ – ροκ. Μέγας δεξιοτέχνης της ηλεκτρικής κιθάρας, με πολλούς και πιστούς θαυμαστές και στη χώρα μας.
Ο Ρόρι έμαθε κιθάρα και μετά το σχολείο έπαιζε σε τοπικές μπλουζ μπάντες. Το 1963 σχημάτισε το συγκρότημα «Fontana» και στη συνέχεια τους «Impact», με τους οποίους έδωσε συναυλίες και εκτός των ιρλανδικών συνόρων. Το 1966 δημιούργησε τους «Taste», με τη συμμετοχή του ντράμερ Τζον Γουίλσον και του μπασίστα Ρίτσαρντ ΜακΚράκεν. Το 1968 μετακόμισαν στο Λονδίνο, όπου έως το 1970 που διαλύθηκαν, ηχογράφησαν για την Polydor μία σειρά από άλμπουμ, με σημαντικότερο το «On The Boards» του 1970.
Όταν ο ΜακΚράκεν και ο Γουίλσον αποχώρησαν για να φτιάξουν τους «Stud», ο Ρόρι προχώρησε το 1971 στη δημιουργία ενός προσωπικού σχήματος, με τη συμμετοχή των Τζέρι ΜακΑβόι στο μπάσο και του Γουίλγκαρ Κάμπελ στα ντραμς. Μέσα στο χρόνο κυκλοφόρησαν δύο άλμπουμ («Rory Gallagher», «Deuce»), που δεν πέρασαν απαρατήρητα. Μεγαλύτερη επιτυχία είχε το «ζωντανό» άλμπουμ του 1972 «Live In Europe», καθώς είχε αρχίσει να δημιουργεί όνομα με τις συναυλιακές εμφανίσεις του. Την ίδια χρόνια, ο Ρόρι συμμετείχε στο άλμπουμ του Μάντι Γουότερς «In London».
Το 1973 o Ροντ Ντε Αθ αντικατέστησε τον Κάμπελ στα ντραμς, ενώ στο σχήμα προστέθηκε και ο Λου Μάρτιν στα κίμπορντς, που επηρέασε ιδιαίτερα τον ωμό και σκληρό ήχο του Γκάλαχερ. Το συγκρότημα του Γκάλαχερ ως κουαρτέτο πλέον θα ηχογραφήσει τα άλμπουμ «Blueprint» (1973), «Tattoo» (1973),«Irish Tour ’74» (1974), «Against the Grain» (1975) και «Calling Card» σε παραγωγή του Ρότζερ Γκλόβερ των Deep Purple (1976). Ενδιάμεσα είχε αλλάξει δισκογραφική εταιρεία, υπογράφοντας στην Chrysalis, το 1975.
Οι εσωτερικές αλλαγές στο γκρουπ του συνεχίστηκαν. Μετά την αποχώρηση των Ντε Αθ και Μάρτιν και την προσθήκη του ντράμερ Τεντ ΜακΚίνα, ηχογράφησε ως τρίο τα άλμπουμ «Photo-Finish» (1978), «Top Priority» (1979) και το λάιβ «Stage Struck» (1980). Στις 12 Σεπτεμβρίου 1982 εμφανίστηκε για πρώτη φορά ενώπιον του αθηναϊκού κοινού στο στάδιο της Νέας Φιλαδέλφειας, σε μία αλησμόνητη όσο και επεισοδιακή συναυλία.
Ο Rory Gallagher συνέχισε να ηχογραφεί, αν και πιο αραιά, λόγω και των προβλημάτων υγείας που παρουσίαζε. Διατήρησε, πάντως, την επαφή του με το κοινό του στην Ευρώπη με μία σειρά από συνεπή, αλλά και προβλέψιμα άλμπουμ: «Jinx» (1982), «Defender» (1987) και «Fresh Evidence» (1990).
Ωστόσο, η μακροχρόνια κατανάλωση αλκοόλ, σε συνδυασμό με τα φάρμακα που έπινε για να καταπολεμήσει τον φόβο του για τα αεροπορικά ταξίδια, του προκάλεσε ανεπανόρθωτη βλάβη στο ήπαρ, με αποτέλεσμα στην τελευταία του συναυλία στην Ολλανδία στις 10 Ιανουαρίου 1995 να είναι εμφανή τα σημάδια της κόπωσης. Λίγο αργότερα εισήχθη σε νοσοκομείο του Λονδίνου και στις 14 Ιουνίου ο σπουδαίος Rory Gallagher άφησε την τελευταία του πνοή, σε ηλικία 47 ετών.