Πριν 2 μέρες ξύπνησα με την σκέψη σου! Που να είσαι; Πως να περνάς; Είσαι καλά; Τζίφος! Τίποτα από όλα αυτά δεν γνωρίζω, μια που εδώ και ένα χρόνο «δεν μιλάμε πια, ούτε τυπικά», όπως λέει και ένα τραγούδι της Ζήνα!!
Και σκεφτόμουν πόσο περίεργο είναι, δυο άνθρωποι να έχουνε μοιραστεί τόσα, να έχουνε κοιμηθεί μαζί, να έχουνε φιληθεί κι όμως, να χει φτάσει η περίοδο που ο ένας δεν γνωρίζει για τον άλλον, ούτε αν είναι καλά!
Το να μάθω τι κάνεις, πως, που και γιατί είναι πάρα πολύ εύκολο για μένα και το ήξερες πάντα! Είχα προλάβει κινήσεις σου στο παρελθόν πριν ακόμα τις σκεφτείς και είναι κάτι που το είχες αναγνωρίσει! Τώρα πια δεν πρέπει!
Πόσο περίεργο ένα τραγούδι να σου ξυπνάει μνήμες, φάτσες και καταστάσεις! Πόσο εύκολα ένα τραγούδι γίνεται κομμάτι από το soundtrack της ζωής μας! Σαν την μουσική από την ταινία Amelie – δεν θα την μπερδέψεις ποτέ!
Έτσι και εχθές! Ένα τραγούδι της Ζήνα και είδα την εικόνα σου, εμένα, εμάς, ένα τηλέφωνο στο χέρι και εγώ παγωμένος! Στο ξενοδοχείο πέρυσι! Έξω στην αυλή! Και εγώ μόνος! Ένα χρόνο που χουμε να μιλήσουμε σκέφτηκα αρκετά.. και το έκανα καλά!
Ήμουν πολύ εντάξει μάτια μου αυτή τη φορά, ήμουν πέρα και από τις προσδοκίες όλων – ακόμα και τις δικές σου! Αλλά αυτή τη φορά έπρεπε να κάνω 2 βήματα πίσω και να σεβαστώ! Όχι εσένα αλλά εμένα! Έπρεπε να θυμηθώ ποιος είμαι, τι μου αξίζει και πως πρέπει να το έχω! Το είχα ξεχάσει και το τηλέφωνο σου εκείνο το μεσημέρι μου το θύμισε!
Εξαφανίστηκα σαν σκέψη αλλά και σαν παρουσία / θα μπορούσες να με είχες δει μπροστά σου φάντη μπαστούνι και το γνωρίζουμε και το γνωρίζουμε και οι 2 καλά / έσβησα ότι μήνυμα και τηλέφωνο υπήρχε από εσένα, μπλόκαρα ότι κοινό social media είχαμε και έκανα τον σταυρό μου ότι όλα θα αλλάξουν! κι άλλαξαν!
Το να μην σε σκέφτομαι έτσι όπως θα θελα, το να μην σε βρίσκω μπροστά μου μέσα από μια φωτογραφία στο instagram αλλά και το να μην μου λέει κανείς για οτιδήποτε έκανες, κάνει καλό! Οι συνήθειες κόβονται αρκεί να το θέλουμε τελικά και είναι αλήθεια, δεν υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω! Και εγώ πριν ένα χρόνο ήθελα πιο πολύ εμένα από όσο ποθούσα εσένα!
Πέρασε ο χρόνος και αν θα με ρώταγες, θα σου απάνταγα με πλήρη ειλικρίνεια, ότι δεν σε ξέχασα! Δεν θα σε ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου τελικά! Θα ήταν τόσο άδικο να θέλω delete σε ότι πέρασα και μοιράστηκα μαζί σου, όταν τα περισσότερα από αυτά είναι ότι ωραιότερο έχω να θυμάμαι!
Τώρα πια όμως μπορώ – και ίσως να ξέρω – πως να τα δω όλα αυτά αλλιώς! Σχεδόν κατάφερα να σε κάνω μια όμορφη κουβέντα, πάνω σ έναν καφέ, σ ένα μπαλκόνι, στο μακρύ μέλλον! Eνα χαμόγελο σε μια μίζερη – ίσως μελλοντική – στιγμή της ζωής μου! Εκείνο το χαμόγελο που θα μου θυμίσει ότι έχω νιώσει τόσο δυνατά, άρα έχω ζήσει! Τώρα πια σταμάτησα να περιμένω κάτι και αυτό από μόνο του είναι λυτρωτικό!
Πάντα θα κρατάω μια πισινή όμως, γιατί μπορεί να κατάφερα πολλά αλλά όπως έχω γράψει – σχεδόν κατάφερα! Ίσως γιατί ξέρω ότι όταν βρεθώ απέναντι σου και με κοιτάξεις με αυτό το πονηρό, πρόστυχο, αλήτικο βλέμμα, εγώ! Το γομάρι των 100 και κιλών και των 2 μέτρα ύψους, γίνομαι ότι πιο ανήμπορο έχει δει κανείς ποτέ! Ακόμα.
Να σαι καλά μάτια μου, για ότι έδωσες, πήρα, ένιωσα, μοιράστηκα, άκουσα, είδα, γεύτηκα! Να σαι καλά μάτια μου, που όσο κράτησε, ΕΓΩ, ένιωσα ζωντανός άνθρωπος όπως ποτέ ξανά!