«Αυτό που μπορούμε να κάνουμε για να μην υποφέρουμε “περισσότερο”, δεν είναι να αγαπάμε “λιγότερο”, αλλά να μάθουμε, όταν φτάνει η στιγμή του αποχωρισμού ή της απώλειας, να μη μένουμε κολλημένοι σ αυτό που δεν υπάρχει πια. Να χαιρόμαστε τη στιγμή, όσο διαρκεί, και να προσπαθούμε να την κάνουμε όσο γίνεται καλύτερη. Να ζούμε ρισκάροντας κάθε λεπτό της ζωής μας. Τέλος, να μη ζήσουμε αύριο με τη σκέψη στη σημερινή μέρα που ήταν τόσο ωραία, γιατί αύριο θα έχουμε την υποχρέωση να κάνουμε ό,τι φέρει το αύριο. Και θα προσπαθήσουμε να το κάνουμε κι αυτό εξίσου ωραίο.» χόρχε μπουκάι. Είπα να ξεκινήσω με ένα απόσπασμα από τον συγκεκριμένο συγγραφέα – ψυχολόγο.
Απώλεια : μια έννοια τόσο συγκεκριμένη σε όλους μας. Ξέρουμε τι αίσθηση μας προκαλεί αυτό. Κυρίως αρνητικά συναισθήματα. Ο καθένας μας έχει τον δικό του μοναδικό τρόπο να το βιώνει αυτό. Νιώθεις ότι μπορεί να χάσεις τον κόσμο σου όλο ξέροντας ότι το πρόσωπο που ‘’ έφυγε’’ από την ζωή σου, δεν θα είναι πια μέσα στην καθημερινότητα σου. Η απώλεια σου δημιουργεί το αίσθημα έλλειψης. Το πως θα κυλάνε τα πάντα χωρίς αυτόν τον άνθρωπο. Κι είναι ότι χειρότερο να ξέρεις ότι εσύ πρέπει να συνεχίσεις να ζεις και να πονάς. Να θυμάσαι πάντα μια φράση που λένε οι άγγλοι. Look at the bright side of the moon. Κι έτσι πρέπει να λειτουργείς. Εκείνοι που έφυγαν, δεν θα γυρίσουν ποτέ ξανά όσο κι αν μας πονάει αυτό. Η ζωή μας όμως δεν σταματάει το δικό μας ρολόι. Συνεχίζει να χτυπάει και να μετράει τις στιγμές μας όσο κι αν θα θέλαμε να έχουμε το τηλεκοντρόλ που γυρνάει πίσω τον χρόνο και να ζούσαμε ξανά τις περισσότερες από αυτές, ίσως και να διορθώναμε καταστάσεις που μπορεί να είχαν στενοχωρήσει αυτά τα πρόσωπα που χάσαμε. Όταν ‘’έφυγε’’ η γιαγιά μου, ήμουν μικρό παιδάκι και προσπαθούσαν να μου εξηγήσουν τι σημαίνει ο θάνατος λέγοντας μου ότι είναι ένα μακρινό ταξίδι. Θυμάμαι πως το μόνο που σκεφτόμουν είναι ότι οι ιστορίες που μου έλεγε όταν ήταν η ώρα να κοιμηθώ, δεν θα μπορέσει κανένας να το κάνει πια. Ακόμα και σαν παιδάκι, φέρθηκα εγωιστικά. Κοίταξα τι θα έλειπε σε μένα και μόνο σε μένα.
Ένα πρόσωπο ήταν που με σημάδεψε με την ‘’φυγή’’ του. Μπορεί να ακουστεί παιδικό, ρομαντικό κι όπως αλλιώς θέλετε ονομάστε το, αλλά η απώλεια του σκύλου μου ήταν ό,τι πιο συγκλονιστικό μου συνέβη. Κράτησε 13 χρόνια αυτή η σχέση. Τον είχα από 8 μηνών όταν εγώ ήμουν μόλις 11. Εγώ ήμουν το αφεντικό του και συγχρόνως ο κολλητός μου φιλαράκος. Ένα υπέροχο νευρικό ζωάκι, έτοιμο να με προστατεύσει όποτε θεωρούσε ότι χρειαζόταν. Άμα δεν ήμουν καλά, ερχόταν δίπλα μου μαζί με το κοάλα – αρκουδάκι του, το έβαζε δίπλα και ξάπλωνε κοντά μου γλύφοντας όποιο σημείο ήταν πιο εύκαιρο. Αυτό του παιχνίδι δεν θα το ξεχάσω ποτέ. Ήταν το πρώτο του κι ομολογώ ότι το έχω μαζί μου σε όποιο σπίτι κι αν πάω γιατί είναι το μόνο που θα θυμίζει πάντα εκείνον.
Υπάρχουν αποφάσεις στην ζωή μας που θα είναι αρκετά δύσκολες. Το ένιωσα όταν έπρεπε εγώ να αποφασίσω για την έναρξη αυτού του μακρινού ταξιδιού του. Δεν υπήρχε βελτίωση στην αρρώστια του και γινόταν όλο και χειρότερα. Ήταν η στιγμή που έπρεπε να ζυγίσουμε την αξιοπρέπεια και την πραγματική ευτυχία του με την δική μας. Μην αναρωτηθείτε τι κέρδισε. Ο πόνος ήταν αβάσταχτος, αλλά η σκέψη ότι ελευθερώθηκε από αυτό που περνούσε, γαλήνευε την ψυχή. Υπάρχουν ακόμα οι στιγμές που νιώθω ότι είναι εδώ γύρω ο μπαγάσας κι είναι λες κι ακούω να μου γαβγίζει όπως όταν παίζαμε. Νιώθω ακόμα την μυρωδιά του τριχώματος του απ’ όταν τον αγκάλιαζα καθώς τον φέρνω στο μυαλό μου.
Θα θυμίζω όμως πάντα στον εαυτό μου ότι η ζωή είναι ένας κύκλος με τα ευχάριστα και δυσάρεστα γεγονότα που μπορεί να την συνοδεύουν. Όπως όλους τους αγαπημένους που έχασα, έτσι και κείνον τους έβαλα στο κομμάτι της καρδιάς μου που θα τους ανήκει και συνέχισα να ζω. Εκείνοι ξεκίνησαν καινούριο ταξίδι, εγώ όμως ακόμα παίζω ως πρωταγωνιστής στο έργο μου και πρέπει να συνεχίζω μέχρι να ακούσω το τελευταίο χειροκρότημα. Θα υπάρχουν πάντα οι στιγμές που θα κοιτάω στον ουρανό και θα σκέφτομαι αν είναι κάπου εκεί όλοι τους και μας κοιτάνε, κι αν ναι, ελπίζω να με βλέπουν όταν τους χαιρετάω.