Ο όρος Kristallnacht (Κρίσταλναχτ, που σημαίνει στα γερμανικά η «Νύχτα των Κρυστάλλων»), περιγράφει το μαζικό πανεθνικό πογκρόμ στη Γερμανία και στην Αυστρία τη νύχτα της 9ης προς 10η Νοεμβρίου 1938. Ο στόχος ήταν οι Εβραίοι πολίτες όλης της χώρας και αποτέλεσε την απαρχή του Ολοκαυτώματος.
Ονομάστηκε «νύχτα των κρυστάλλων», επειδή οι Ναζί ξέσπασαν πάνω στις ιδιοκτησίες των Εβραίων, σπάζοντας τις βιτρίνες πολλών καταστημάτων τους.
Όλα ξεκίνησαν δύο μέρες νωρίτερα, όταν ένας γερμανοεβραίος, ο Χέρσελ Γκρίσπαν, σκότωσε στο Παρίσι τον γραμματέα της γερμανικής πρεσβείας Ερνστ Φον Ρατ. Ο φόνος του γερμανού διπλωμάτη χρησιμοποιήθηκε ως δικαιολογία για τις επιθέσεις που εκδηλώθηκαν εναντίον των Εβραίων σε όλη τη Γερμανία. Φαινομενικά, οι επιθέσεις αυτές ήταν αυθόρμητες, αλλά στην πραγματικότητα οργανωθηκαν από τη ναζιστική κυβέρνηση.
Κατά τη νύχτα των κρυστάλλων, καταστράφηκαν 1.574 συναγωγές, πάνω από 7.000 εβραϊκά καταστήματα και 29 πολυκαταστήματα, ενώ 30.000 Εβραίοι συνελήφθησαν και οδηγήθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο αριθμός των γερμανοεβραίων που σκοτώθηκαν είναι ασαφής. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, κυμαίνεται από 36 έως 200, ενώ μεταξύ των νεκρών περιλαμβάνονται και αρκετοί μη Εβραίοι, που είχαν την ατυχία να μοιάζουν.
Η νύχτα εκείνη αποτέλεσε την αρχή μιας νέας φάσης στις αντισημιτικές δραστηριότητες του ναζιστικού κόμματος και των κρατικών μηχανισμών, που οδήγησε στον εκπατρισμό και, τελικά, στη μαζική δολοφονία της πλειονότητας των Εβραίων που ζούσαν στη Γερμανία. Αν και λίγοι άνθρωποι το γνώριζαν εκείνη την εποχή, το πογκρόμ της «Νύχτας των Κρυστάλλων» αποτέλεσε το πρώτο βήμα για την συστηματική δίωξη και μαζική δολοφονία των Εβραίων σε όλη την Ευρώπη, που είναι πλέον γνωστή ως το Ολοκαύτωμα.
Η Νύχτα των Κρυστάλλων προκάλεσε την οργή του κόσμου. Αποτέλεσε δυσφήμηση για το κύρος των φιλοναζιστικών κινημάτων στην Ευρώπη και την Βόρεια Αμερική, οδηγώντας τα στην επακόλουθη διάλυσή τους. Πολλές εφημερίδες όχι μόνο καταδίκασαν το πογκρόμ, αλλά τα συνέκριναν με τα δολοφονικά πογκρόμ που υποκίνησε η Τσαρική Ρωσία κατά τη δεκαετία του 1880. Οι Η.Π.Α. ανακάλεσαν τον πρέσβη τους, αλλά δεν διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις, ενώ άλλες κυβερνήσεις προχώρησαν στη διακοπή των διπλωματικών τους σχέσεων, ως μορφή διαμαρτυρίας.