Η Διεθνής Ημέρα Μη Βίας καθιερώθηκε στις 15 Ιουνίου 2007 με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ και γιορτάζεται κάθε χρόνο στις 2 Οκτωβρίου, ημερομηνία γέννησης του Μαχάτμα Γκάντι. Στόχος της γιορτής είναι να περάσει το μήνυμα της μη χρήσης βίας σε όλες τις ανθρώπινες εκδηλώσεις μέσα από την εκπαίδευση και την ενημέρωση της κοινής γνώμης.
• Ο Μαχάτμα Γκάντι (1869-1949) υπήρξε σημαίνουσα μορφή του εθνικού κινήματος για την ανεξαρτησία της Ινδίας από την Μεγάλη Βρετανία και εμπνευστής της παθητικής αντίστασης (πολιτικής ανυπακοής) και της μη χρήσης βίας έναντι των καταπιεστών.
Ο Γκάντι με πολιτική και πνευματική στάση του πυροδότησε τρεις από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις του 20ου αιώνα: την επανάσταση κατά της αποικιοκρατίας, των φυλετικών διακρίσεων και της βίας. Μεταξύ των προσωπικοτήτων που επηρεάστηκαν από τη δράση του αξίζει να αναφέρουμε τον Μάρτιν Λούθερ Κινγκ στις ΗΠΑ και τον Νέλσον Μαντέλαστη Νότιο Αφρική.
• Ο Μοχάντας Καραμτσάντ Γκάντι γεννήθηκε στις 2 Οκτωβρίου 1869 στο Πορμπαντάρ της υπό αγγλική κυριαρχία Ινδικής επαρχίας Γκουτζαράτ.
Είναι γνωστός ως «Μαχάτμα» («Μεγάλη Ψυχή» στα σανσκριτικά)
Όταν τελείωσε το σχολείο, η οικογένειά του αποφάσισε να τον στείλει στο Λονδίνο για να σπουδάσει νομικά. Στην Αγγλία, την οποία φανταζόταν ως «χώρα φιλοσόφων και ποιητών, το ίδιο το κέντρο του πολιτισμού», αγωνίστηκε σκληρά για να προσαρμοστεί στον δυτικό τρόπο ζωής. Η χορτοφαγία του γινόταν συχνά αντικείμενο χλευασμού από τους συμφοιτητές του, αλλά το ότι αναγκαζόταν να υπερασπίζεται τις αξίες του τον έκανε να βγει από το καβούκι του και να αποκτήσει μαχητικότητα.
Μετά την επιστροφή του στην Ινδία το 1891, ο Γκάντι δυσκολεύτηκε να βρει δουλειά, γι’ αυτό δέχθηκε με ανακούφιση μία πρόταση να εργαστεί σε ινδική εταιρεία στη Νότια Αφρική. Οι εμπειρίες του στην έντονα ρατσιστική νοτιοαφρικανική κοινωνία ήταν καθοριστικές για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Αφού ξυλοκοπήθηκε από τον λευκό οδηγό μιας άμαξας, επειδή αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση του σ’ έναν λευκό επιβάτη, αφού αποχώρησε από την αίθουσα ενός δικαστηρίου, επειδή ο λευκός δικαστής απαίτησε να βγάλει το τουρμπάνι του, αποφάσισε ότι από τότε και στο εξής δεν θα δεχόταν την αδικία.
Επί πολλά χρόνια, αγωνίστηκε υπέρ των δικαιωμάτων των Ινδών μεταναστών στη Νότια Αφρική και εμπνεύστηκε την πολιτική της μη βίας ως μέσο αντίστασης στους καταπιεστές. Όπως, όμως, αναφέρουν οι βιογράφοι του, «αυτά που έκανε εκείνος για τη Νότια Αφρική ήταν λιγότερο σημαντικά απ’ ό,τι έκανε η Νότια Αφρική για εκείνον». Εκεί μετατράπηκε από δικηγόρος σε πολιτικό ηγέτη.
→ Το 1915 επέστρεψε στην Ινδία και δεν έφυγε ξανά από τη χώρα του, εκτός από ένα σύντομο ταξίδι στην Ευρώπη το 1931. Στην αρχή κράτησε χαμηλό προφίλ, αλλά ως το 1920 είχε γίνει η κυριότερη πολιτική φυσιογνωμία της Ινδίας.
Ο Γκάντι έγινε κήρυκας του ινδικού εθνικισμού και της ειρηνικής άρνησης συνεργασίας με τους βρετανούς αποικιοκράτες. Η στάση των Βρετανών απέναντί του ήταν ένα κράμα θαυμασμού, θυμηδίας, αμηχανίας, καχυποψίας και μνησικακίας. Τα ίδια συναισθήματα έτρεφαν και αρκετοί από τους πολιτικούς του αντιπάλους.
→ Το φθινόπωρο του 1924 ο Μαχάτμα Γκάντι έκανε απεργία πείνας τριών εβδομάδων για να τους παροτρύνει να ακολουθήσουν τον δρόμο τής μη βίας. Αυτή ήταν μία από τις κυριότερες «δημόσιες νηστείες» του.
→ Το 1930 εφάρμοσε την πιο σημαντική από τις πολιτικές του: την αντίσταση κατά του φόρου στο αλάτι που επέβαλλαν οι Βρετανοί, οι οποίοι δεν δίσταζαν να τον φυλακίζουν με κάθε ευκαιρία. Στη φυλακή ο Γκάντι ξεκίνησε άλλη μία απεργία πείνας για να αποκτήσουν δικαιώματα οι «παρίες», που ήταν σε θέση χειρότερη και από εκείνη της χαμηλότερης κάστας. Συγχρόνως, δεν έπαυε να ζητεί την ανεξαρτησία της Ινδίας.
→ Μετά την νίκη του Εργατικού Κόμματος στις βρετανικές εκλογές του 1945 άρχισαν τριμερείς διαπραγματεύσεις ανάμεσα στη βρετανική κυβέρνηση, στους ινδουιστές του Κογκρέσου και του Συνδέσμου των Μουσουλμάνων υπό τον δικηγόρο Μοχάμετ Τζίνα, οι οποίες κατέληξαν στο σχέδιο Μαουντμπάτεν (3 Ιουνίου 1947) και στην ίδρυση δύο νέων κυρίαρχων κρατών, της Ινδίας και του Πακιστάν (15 Αυγούστου 1947), προς μεγάλη απογοήτευση του Γκάντι, ο οποίος προσπάθησε μάταια να συμβιβάσει τις δύο πλευρές. Το αποτέλεσμα ήταν να τον μισήσουν και οι δύο.
Στις 30 Ιανουαρίου 1948, ενώ ο Μαχάτμα Γκάντι κατευθυνόταν προς τον τόπο της βραδινής του προσευχής στο Δελχί, δολοφονήθηκε από τον 39χρονο φανατικό ινδουιστή Νατουράμ Γκότσε, αυτός ο υπέρμαχος της μη βίας.