Ο Ελληνικός καφές αποδίδει την ονομασία του στον Τούρκικο καφέ της Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής, των Βαλκανίων και της Βόρειας Αφρικής.
Ο καφές έτσι όπως τον πίνουμε στο μπρίκι χωρίς να φιλτράρεται είναι μια συνήθεια που ξεκίνησε από τους Άραβες. Πράγματι, οι πρώτοι που παρασκεύασαν τέτοιου είδους καφέ ήταν οι Βεδουίνοι της Μέσης Ανατολής, οι οποίοι έβαζαν την χύτρα του καφέ πάνω στην άμμο που κάλυπτε τα κάρβουνα για να τα κρατήσει αναμμένα. Γι” αυτό και ο σωστός τρόπος για να ψήνεται αυτός ο καφές είναι πάνω στην άμμο (χόβολη).
→ «Εμείς, στην Ελλάδα, το μάθαμε επί Τουρκοκρατίας και τον λέγαμε τούρκικο μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 70. Μετά για διαφημιστικούς λόγους, μια ελληνική εταιρεία τυποποίησης σε μια διαφήμισή της σκέφτηκε να προβάλλει τον «ελληνικό» χαρακτήρα του καφέ. Η διαφήμιση απεύθυνε ερώτηση στον καταναλωτή «Πώς τον λέτε τον καφέ; Εμείς τον λέμε Ελληνικό!» και όχι μόνο κατάφερε να αλλάξει όνομα στον καφέ, αλλά ήταν τόσο πετυχημένη που άρχισαν να τον αποκαλούν «ελληνικό» και σε άλλες χώρες των Βαλκανίων.
Στον ελληνικό καφέ υπερισχύει ο καφές Βραζιλίας, δεν είναι όμως ένα μόνο είδος. Υπάρχουν δύο ποικιλίες οι οποίες αναμειγνύονται: από το Ρίο και από το Σάντος. Σε αυτό το μείγμα προστίθεται και Αιθιοπικός καφές και έτσι έχουμε το τελικό χαρμάνι. Τα χαρακτηριστικά «γνωρίσματα» του ελληνικού καφέ: «Η διαφορά δεν έχει να κάνει τόσο πολύ με το χρώμα, το οποίο προκύπτει από το καβούρδισμα, όσο με την ποικιλία. Αυτή είναι που κάνει και τη διαφορά στη γεύση. Ο ελληνικός καφές έχει συγκεκριμένο χαρμάνι, συγκεκριμένο ψήσιμο που τον κάνει ξανθό και πολύ πολύ ψιλό άλεσμα. Αυτά είναι τα τρία βασικά στοιχεία της ταυτότητάς του».
⇒ Ονομασίες όπως «βαρύ γλυκός», ή «πολλά βαρύς» ή «βαρύ γλυκός και όχι», αφορούν το καϊμάκι όταν σερβίρεται στο φλιτζάνι με το μπρίκι χαμηλά, όπου «βαρύς» σημαίνει καϊμάκι λείο χωρίς φυσαλίδες.
⇒ Όταν τοποθετούμε το μπρίκι στη χόβολη το σκεπάζουμε μέχρι τη μέση τραβώντας με το κουταλάκι τη χόβολη γύρω του. Όταν ο καφές αρχίζει και φουσκώνει είναι έτοιμος για σερβίρισμα (με το περίπου). Συγκεκριμένα, αυτός ο τρόπος εφαρμόζεται στους ανωτέρω καφέδες.
⇒ Οι λεγόμενοι βραστοί όπως πχ ο «γλυκύς βραστός» σημαίνει ότι το μπρίκι στο τέλος προτού αδειάσει όλο τον καφέ στο φλιτζάνι σηκώνεται ψηλά, ώστε να δημιουργηθούν φυσαλίδες στο καϊμάκι. Έτσι το καϊμάκι δεν είναι πηχτό και βαρύ.
⇒ Παλαιότερα στα παραδοσιακά καφενεία ο ταμπής δηλαδή ο παρασκευαστής καφέδων, ήξερε να παρασκευάζει 48 διαφορετικά είδη καφέ, συνδυάζοντας την ποσότητα νερού, καφέ, ζάχαρης και τρόπου σερβιρίσματος. Υπήρχαν επίσης δύο είδη φλιτζανιού. Το κανονικό και το χοντρό που είχε διπλάσια σε πάχος τοιχώματα και διατηρούσε περισσότερο χρόνο τον καφέ ζεστό.Για να παρασκευαστεί σωστά ο τούρκικος καφές χρειάζεται υπομονή, ώστε να χυλώσει. Παλιότερα ψηνόταν σε σιγανή φωτιά στην χόβολη, σχεδόν επί δέκα με είκοσι λεπτά της ώρας. Ο ταμπής ανακάτευε σιγά σιγά τον καφέ άλλοτε γυρίζοντας το ειδικό αναδευτήρι, άλλοτε χτυπώντας το ελαφρά στον πάτο του μπρικιού. Έτσι μόνο χύλωνε ο καφές.