“Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα”, κείμενο-σκηνοθεσία: Πέτρος Ζούλιας, πρωταγωνιστούν: Βίκυ Σταυροπούλου, Κώστας Κόκλας, Γιάννης Τσιμιτσέλης, Δανάη Μπάρκα, Ελένη Καρακάση, Λευτέρης Ελευθερίου, Αντώνης Κρόμπας, Χριστίνα Τσάφου.
Υπήρξε μια εποχή όταν το αθηναϊκό θεατρικό καλοκαίρι ήταν άρρηκτα συνδεδεμένο με το μεγάλο θέαμα και με την ευρύτερη περιοχή του Πεδίου του Άρεως και της Πατησίων. Το Αθήναιον απέναντι από το Μουσείο, το Μινώα στον ΟΤΕ, το Σμαρούλα στην Ευελπίδων, η αγία τριάδα Μετροπόλιταν-Παρκ-Μπουρνέλη στην Αλεξάνδρας και φυσικά το Αλίκη μέσα στο Πεδίον του Άρεως, κάθε καλοκαίρι έβαζαν τα καλά τους τα στρας, τις πολύχρωμες τις παγιέτες και τις φαντασμαγορικές τις πούλιες και υπόσχονταν μεγάλο θέαμα, είτε μιούζικαλ είτε επιθεώρηση.
Γεμάτο μουσική και χρώμα ήταν τότε το καλοκαίρι στην Αθήνα, με τις μαρκίζες να αστράφτουν κυριολεκτικά και μεταφορικά από τα μεγάλα ονόματα που φιλοξενούσαν και με τις ουρές στα ταμεία (δεν υπήρχε προπώληση τότε, βλέπετε) να μπλοκάρουν την κίνηση των αυτοκινήτων.
Όλα αυτά κράτησαν έως ότου ήρθε ξαφνικά η μιζέρια και μας πλάκωσε μαζί με την πεποίθηση ότι μέσα στη ντάλα πρέπει να τρέχουμε αποκλειστικά στα νταμάρια για τραγικούς (όπως θέλετε πάρτε το) πειραματισμούς. Ρήμαξαν τα θέατρα, ντράπηκε και η ντροπή με την εγκατάλειψη των μισογκρεμισμένων αυλών και προσόψεων, αλλά ουδείς νοιάστηκε εφόσον είχαμε γκρεμισμένα εργοστάσια που τα κάναμε θέατρα στις παρυφές του Κηφισού ή αρχαιοπρεπή τσιμεντοθέατρα σε κάθε βουνοκορφή. Δεν είναι πως αντιτίθεμαι στη νέα φάση των πραγμάτων, είναι που μου λείπει η θεατρική ξεγνοιασιά, τα φώτα, η μουσική, το γέλιο και το τραγούδι.
Ξέρετε τι είναι να περνάς τα καλοκαίρια στην Αθήνα ζώντας ως θεατής κάτι σε μιούζικαλ της Finos; Μαγεία. Κι ας ήταν τα κοστούμια από φτηνά υφάσματα κι ας ήταν οι ορχήστρες ολιγομελείς κι ας ήταν οι χορογραφίες συμπιεσμένες σε έμπνευση και τετραγωνικά. Ήταν καλοκαίρι και η θεατρική έξοδος είχε τη γεύση και τη λαχτάρα παγωτού.
Αν κάτι εκτίμησα λοιπόν, πέραν όλων των άλλων, στην απολαυστική παράσταση “Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα” που παρακολούθησα στο Θέατρο Άλσος, είναι αυτή η ζέση και η αφοσίωση στην τίμια, λαϊκή ψυχαγωγία, τα τεχνικολόρ χρώματα στα κοστούμια (Κατερίνα Παπανικολάου), τα ρετρό αλλά και hi-tech σκηνικά (Αθανασία Σμαραγδή), τον πολυπληθή θίασο (23 μέτρησα), τη ζωντανή ορχήστρα, τον φροντισμένο ήχο και μαζί όλη αυτή την επιθυμία να προκύψει κάτι ψυχαγωγικό για όλους, χωρίς ντροπές, χωρίς μίρλα, χωρίς εκπτώσεις και χωρίς ίχνος κοροϊδίας (και μιλάει άνθρωπος που είχε τις μύριες όσες επιφυλάξεις προτού βρεθεί στο Άλσος).
Κι αν νομίζετε πως πρόκειται για λύση-ευκολάκι που εκμεταλλεύεται την επιτυχία που σημείωσαν στο σινεμά και στο θέατρο οι πρόσφατες μουσικές βιογραφίες, οφείλω να σας πως ότι το “Μάλιστα κύριε Ζαμπέτα” είχε προηγηθεί όλων αυτών καθώς και της τρέχουσας μόδας, αφού είχε ήδη παιχτεί στο θέατρο Αλίκη τη χειμερινή σαιζόν 2017-2018, με κάποιους από το τότε καστ να επιστρέφουν και σήμερα, άρα και κερδίζει πόντους σε έμπνευση και πρωτοτυπία.
Πρόκειται για ένα αμιγές juke box μιούζικαλ στημένο επάνω στις αμέτρητες επιτυχίες του Γιώργου Ζαμπέτα (ειλικρινά, κάποιοι θα απορήσετε με ορισμένα τραγούδια που μπορεί να μην περνούσε από το μυαλό σας ότι είναι δικά του), τις οποίες και χρησιμοποιεί ως βασικό αφηγηματικό καμβά που ενώνει τα στιγμιότυπα της πρόζας. Αυτό δε που ξεχωρίζει ως ιδέα είναι ότι παρακολουθούμε επί 2,5 ώρες τη ζωή ενός ανθρώπου, ο οποίος είναι μονίμως απών από τη σκηνή.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας, καθ΄ όλη τη διάρκεια της παράστασης είναι κυριολεκτικά παντού και πουθενά, όπως απών υπήρξε -όπως αποδεικνύεται- και από τις ζωές πολλών δικών του ανθρώπων, απορροφημένος όπως ήταν με τη μουσική του και αναγκασμένος να ταξιδεύει διαρκώς παντού στην Ελλάδα και στα πέρατα της Γης.
Ενδεχομένως θα μπορούσε να είχε δοθεί λίγη περισσότερη προσοχή στις σκηνές της πρόζας (ορισμένες μοιάζουν να γράφτηκαν καταναγκαστικά για να οδηγήσουν στο επόμενο τραγούδι), όμως στο σύνολό τους καταφέρνουν να περάσουν ακόμα και στον πλέον αδαή θεατή τις λεπτομέρειες για τη ζωή αυτού του σπουδαίου και παράξενου δημιουργού που μοιάζει να έγραψε το soundtrack μιας ολόκληρης χώρας επί σειρά δεκαετιών, έως ότου το κοινό και οι δισκογραφικές τού γύρισαν την πλάτη, αφήνοντάς τον ερείπιο, όπως ερείπωσαν και τα θέατρα των αλλοτινών μας καλοκαιριών.
Όποιες μικρές αδυναμίες και να υπάρχουν στην πρόζα, συμπληρώνονται εξαιρετικά από τα οπτικά και ηχητικά ντοκουμέντα που ζωντανεύουν τον Ζαμπέτα στη σκηνή και από τα υπέροχα μουσικοχορευτικά μέρη που πραγματικά ξεσηκώνουν. Ολόσωστη η επιλογή του καστ δίνει την ευκαιρία σε όλους μαζί και σε κάθε έναν ξεχωριστά να αποδώσουν συνολικά τον καλύτερό τους εαυτό με ειλικρινές κέφι και καλή διάθεση (προσωπικά εξεπλάγην με τη φωνή της Δανάης Μπάρκα), η δροσιά από το Πεδίον του Άρεως είναι το ίδιο καταπραϋντική με τα τραγούδια της ψυχής μας και κάπου μέσα μου ήμουν σχεδόν βέβαιος πως η Αλίκη, η Σμαρούλα, η Ζωή, η Μάρθα, ο Δάνης, ο Νίκος κι άλλοι τόσοι που έδιναν κάποτε ζωή στην Αλεξάνδρας είναι το ίδιο χαρούμενοι και χαμογελαστοί.
• Θέατρο Άλσος – Ευελπίδων 4, Κυψέλη, Πεδίον του Άρεως
Παραστάσεις: Πέμπτη έως Κυριακή στις 20:30.