“John” της Άννι Μπέηκερ, μετάφραση: Χρύσα Κοτταράκου, σκηνοθεσία: Μιχάλης Πανάδης, πρωταγωνιστούν: Κόρα Καρβούνη, Χρήστος Κοντογεώργης, Καλλιόπη Παναγιωτίδου, Γιούλη Τσαγκαράκη.
Ο Ελάιας και η Τζένυ, καθ’ οδόν για το σπίτι τους στη Νέα Υόρκη ύστερα από ένα ταξίδι στο πατρικό του, πραγματοποιούν μια στάση στο Γκέτυσμπουργκ, για να επισκεφθούν τις ιστορικές τοποθεσίες του Αμερικανικού Εμφυλίου. Για τη διαμονή τους έχουν κάνει κράτηση σε ένα τοπικό Bed & Breakfast, όπου τους υποδέχεται η ηλικιωμένη, εκκεντρική, φλύαρη και υπερ-φιλόξενη ιδιοκτήτριά του, η Μέρτις Κάθριν. Με μαλλιά κατάξανθα και φωνή επιτηδευμένα νεανική προσπαθεί να τους κάνει να νιώσουν σαν στο σπίτι τους, κάτι που όμως δεν είναι ιδιαίτερα εύκολο, δεδομένης της αλλόκοτης διακόσμησης του χώρου, με δεκάδες κούκλες, μικροαντικείμενα, κεριά και χριστουγεννιάτικα λαμπάκια, αλλά και μιας ευρύτερης ατμόσφαιρας ερήμωσης και παγωνιάς (κυριολεκτικής και μεταφορικής).
Πολύ σύντομα, τα προβλήματα στη σχέση του ζευγαριού βγαίνουν στην επιφάνεια δι’ ασήμαντον αφορμή, ενώ η παράξενη συμπεριφορά της Μέρτις και η εμφάνιση της καλύτερής της φίλης, τη τυφλής Ζενεβιέβ, περιπλέκουν συναισθηματικά την κατάσταση., την ίδια στιγμή που σιωπηλοί ήχοι και μυστηριώδη σημειώματα μαζί με φώτα και τζουκ μποξ που αναβοσβήνουν από μόνα τους πριονίζουν την αντίληψη της πραγματικότητας.
Απειλητικό, γοητευτικό, απρόσμενο και σπαρακτικά ανθρώπινο, το “John” είναι το θεατρικό που δεν ήξερες πόσο πολύ θέλεις να δεις. Ταυτόχρονα δε, είναι η παράσταση για την οποία οφείλω να είμαι φειδωλός ούτως ώστε να μην προϊδεάσω κανέναν για το παραμικρό, ούτως ώστε αυτή η ολιστική εμπειρία θέασης να παραμείνει ατόφια όταν επισκεφθείτε την επάνω σκηνή στο εξαιρετικά ανανεωμένο θέατρο Δίπυλον.
Αυτό που μπορώ να πω, όμως, είναι πως η εμπειρία ξεκινά από τη στιγμή που θα αρχίσετε να ανεβαίνετε τη μεγάλη, στριφογυριστή, μεταλλική σκάλα που οδηγεί στην αίθουσα, στην οποία για να μπείτε περνάτε κυριολεκτικά από την πόρτα του Bed & Brekfast της Μέρτις, για να βρεθείτε στον πιο αλλόκοσμο χώρο που έχετε επισκεφθεί τελευταία. Το άκρως εντυπωσιακό σε μέγεθος, λεπτομέρεια και πλήθος αντικειμένων σκηνικό της Ζωής Μολυβδά Φαμέλη (δικοί της και οι ατμοσφαιρικοί φωτισμοί) αναπαριστά μπροστά σας και ολόγυρα το σπίτι αυτής της εκκεντρικής γυναίκας, με αποτέλεσμα να νιώθετε και οι ίδιοι φιλοξενούμενοί της.
Η μυρωδιά από τα αρωματικά κεριά κυριαρχεί διακριτικά στον χώρο, τα χριστουγεννιάτικα φώτα στο έλατο και ολόγυρα αναβοσβήνουν σε έναν δικό τους πένθιμα γιορτινό τόνο, ενώ τα μάτια από τις αναρίθμητες κούκλες που στέκουν σιωπηλές στα ράφια σε καρφώνουν μέχρι τα τρίσβαθα της ψυχής σου. Ακόμα κι αν δεν είναι στοιχειωμένο το σπίτι της Μέρτις, τότε σίγουρα στοιχειώνεται η ίδια σου η ύπαρξη όσο το βλέμμα απλώνεται σε όλα αυτά τα αντικείμενα του αχανούς, διώροφου σκηνικού.
Παιχνίδι μεταξύ του φανταστικού και της πραγματικότητας άλλωστε είναι και το ίδιο το έργο John, της βραβευμένης με Πούλιτζερ συγγραφέως Άννι Μπέηκερ. Με διθυραμβικές κριτικές από το πρώτο του κιόλας εκτός Μπρόντγουέυ ανέβασμα, το “John” εντυπωσιάζει για τον τρόπο που διαχειρίζεται τρέχοντα υπαρξιακά θέματα, παραμορφωμένα μέσα από τη σφαίρα του υπερφυσικού ή/και της σχιζοφρένειας.
Δεν είναι μόνο η κούκλα που κοιτάζει τη Τζένυ από το πλατύσκαλο και η οποία είναι ίδια με την κούκλα που εκείνη είχε αγοράσει πριν από χρόνια, ούτε η φοβία του Ελάιας για τα πουλιά, ούτε οι επαναλαμβανόμενες καταγραφές κάθε ηλιοβασιλέματος στο σημειωματάριο της Μέρτις, ούτε η διαπιστωμένα σχιζοφρενής, τυφλή φιλενάδα της, η Ζενεβιέβ που πίστευε πως το πνεύμα του κακοποιητικού άντρα της είχε καταλάβει το δικό της, των γύρω της και του ίδιου του Θεού που προκαλούν ανησυχία και ενόχληση.
Είναι μαζί και όλα όσα δεν λέγονται αλλά είναι διαρκώς παρόντα, σαν αλήθειες που εμείς οι ίδιοι κρύβουμε ανείπωτες μέσα μας και ξαφνικά τις βλέπουμε να καθρεφτίζονται στα νεκρά (;) μάτια κάθε κούκλας που στέκει στοιβαγμένη στα ράφια απέναντί μας.
Μέσα από σειρά συμβολισμών και στοιχείων παρανοϊκού φόβου και φοβικών συμπεριφορών, η Άννι Μπέηκερ βυθίζεται στην αμερικανική ιστορία, στο μεταφυσικό και στην αρχαία ελληνική φιλοσοφία για να στιγματίσει το άδικο και κίβδηλο παρόν μας, μέσα από διαλόγους αφοπλιστικού ρεαλισμού και καθαρτήριας ειλικρίνειας. Ταυτόχρονα όμως, αυτή η ίδια πραγματικότητα αποκόπτεται βίαια από τη λογική, καθώς εν τέλει ουδείς εκ των τεσσάρων ηρώων του έργου αποδεικνύεται ως θεμελιωδώς έχων σώας τα φρένας.
Με κυρίαρχο το αναπάντητο ερώτημα εάν η ουσιαστική μοναξιά οδηγεί στην παράνοια ή εάν οδηγούμαστε στη μοναξιά επειδή όλοι μας είμαστε παρανοϊκοί, η Άννι Μπέηκερ διαχειρίζεται με δεξιοτεχνία τις ανθρώπινες σχέσεις, τα στερεότυπα, τα ψέματα και τα μυστικά που ταλανίζουν την ανθρωπότητα από την πρώτη ημέρα της Δημιουργίας και τα οποία με τη σειρά τους φαίνεται να οδηγούν στην αντίληψη του όποιου Δημιουργού ή στην εσωτερική μας ανάγκη για την κατασκευή του.
Με εξαιρετική την προσαρμογή για τις ανάγκες ελληνικού κοινού (το έργο έχει βαθύτατες αμερικανικές ρίζες και αναφορές), ο “John” στο θέατρο Δίπυλον χαίρει μιας ρέουσας μετάφρασης που διατηρεί τα δομικά στοιχεία του πρωτότυπου, μιας εξίσου αποτελεσματικής δραματουργικής επεξεργασίας (που έχει μειώσει και τη αρχική διάρκεια) και μιας σκηνοθεσίας που αντιλαμβάνεται τη δυαδικότητα λογικής και διαταραχής, με τους τέσσερις υπέροχους ηθοποιούς να ξεστομίζουν καταλυτικές και υπερβατικές αλήθειες εντός ενός πλαισίου εντυπωσιακού ερμηνευτικού ρεαλισμού.
Είναι ακριβώς χάρη στη σχεδόν κυριολεκτική μαγεία του κειμένου της Άννι Μπέηκερ που η Κόρα Καρβούνη μάς προσφέρει μια εμβληματική Μέρτις που άλλοτε χάνεται στην αλλοφροσύνη μιας γερασμένης Μπλανς Ντυμπουά και άλλοτε πάλι αποκτά μια αύρα τσεχοφική, που διαρρηγνύει τη σάρκα από το μυαλό. Επικίνδυνα φιλική, σπαρακτικά μόνη και αποτρόπαια συνειδητοποιημένη, η Μέρτις της Κόρας Καρβούνη κατακτά τον χώρο, το μυαλό και την ψυχή. Έξοχος ο Χρήστος Κοντογεώργης στον ρόλο του Ελάιας που φοβάται τα πουλιά και μαζί κάθε γυναίκα με την οποία είχε συνάψει σχέση.
Είναι τόσο βαθιά ειλικρινής όταν εκμυστηρεύεται στη Μέρτις ότι κάθε φορά, κάθε γυναίκα με την οποία είχε υπάρξει άρχιζε να τη βλέπει σαν πουλί κι αυτόν του προκαλούσε τρόμο, που σου φέρνει δάκρυα στα μάτια. Τρομακτικός στις διακυμάνσεις, με φωνή που ταξιδεύει από τη ρομαντική γλυκύτητα στην απειλή και μια εκλογικευμένη αμηχανία που συναρπάζει, ορίζει τον ρόλο και τον κατακτά. Η Τζένυ της Καλλιόπης Παναγιωτίδου είναι η επιτομή της ειλικρίνειας και της αληθοφάνειας, έτσι όπως ταξιδεύει από τη συμβατική “γκόμενα” στο φοβισμένο κοριτσάκι που υπήρξε σίγουρο πως η κούκλα της ήταν θυμωμένη μαζί της.
Εύθραυστο σύμβολο και σύγχρονο γυναικείο πρόσωπο, αφήνεται στον φόβο για να διεκδικήσει μαστόρικα την ελευθερία της, χωρίς να χάσει ποτέ το μέτρο και τον έλεγχο των συμβάσεων του αφοπλιστικού ρόλου. Τέλος, η μοναδική Γιούλη Τσαγκαράκη στοιχειώνει την παράσταση στον ρόλο της τυφλής Ζενεβιέβ που είχε παραμείνει για χρόνια στο ψυχιατρείο έως ότου θεραπευθεί (;) και αποδεχθεί την πραγματικότητα.
Δύσκολος ρόλος η Ζενεβιέβ, που παραπατά διαρκώς μεταξύ της απειλής και του κωμικού, απογειώνεται από τη σφαίρα του ρεαλισμού σχεδόν σε επίπεδα μεταφυσικά, διεκδικώντας την αυθυπαρξία της και ξεστομίζοντας με θράσος την απερίφραστα μεγαλύτερη αλήθεια που ακούγεται στο έργο: “Όλοι μας έχουμε γνωρίσει από έναν John”.
• Δίπυλον -Καλογήρου Σαμουήλ 2 & Διπύλου, Πλατεία Κουμουνδούρου
Παραστάσεις: Τετάρτη έως Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 20:00.