to top

Είδαμε την παράσταση | Τζούλια

Είδαμε την παράσταση | Τζούλια

“Τζούλια” του Τάσου Ιορδανίδη, βασισμένο στο θεατρικό “Δεσποινίς Τζούλια” του Αυγούστου Στρίντμπεργκ, σκηνοθεσία: Τάσος Ιορδανίδης, πρωταγωνιστούν: Ευσταθία Τσαπαρέλη, Κυριάκος Σαλής, Δήμητρα Βήττα, Μαρία Καρτσαφλέκη.

Σε ένα ιστορικό θέατρο της Πατησίων, η Ευσταθία, διάσημη ηθοποιός, κόρη μιας επίσης διάσημης και σπουδαίας ηθοποιού και “κληρονόμος” του θεάτρου από τους γονείς της, ετοιμάζεται να ανεβάσει τον Άμλετ, στον οποίο όχι μόνο θα υπογράψει τη σκηνοθεσία, αλλά θα κρατήσει και τον βασικό ρόλο. Πολεμώντας με δαίμονες δικούς της και με την αμφισβήτηση πολλών, θεωρεί πως το συγκεκριμένο εγχείρημα θα βουλώσει στόματα και θα σημάνει την καλλιτεχνική της αναγνώριση.

Εκείνο το βράδυ όμως, δημοσιογράφοι τής έχουν στήσει καρτέρι έξω από το θέατρο, ζητώντας δηλώσεις για κάτι κουτσομπολιά-ψωμί και βούτυρο στα πρωινάδικα, κι εκείνη περιμένει έως ότου να βαρεθούν και να φύγουν, όμηρος στο ίδιο της το “σπίτι”, παρέα με τον ηλεκτρολόγο, τη σκηνογράφο της παράστασης (και κολλητής της εδώ και χρόνια) και της υπεύθυνης του θεάτρου.

 

 

 

Το είχα ξαναγράψει στην κριτική για το “Φακντ απ” και το επαναλαμβάνω και τώρα. Συμβαίνουν πολύ ενδιαφέροντα και ελπιδοφόρα πράγματα στο δια χειρός Τάσου Ιορδανίδη και Θάλειας Ματίκα θέατρο Άλφα. Πρωτίστως, βρίσκω εξαιρετικά σημαντικό και ουσιώδη τον τρόπο με τον οποίο εκμεταλλεύονται το θεατρικό τους σπιτικό, όχι για να ικανοποιήσουν τη ματαιοδοξία του θιασάρχη αλλά για να το μετατρέψουν σε τόπο έκφρασης και κατάθεσης ιδεών και ψυχής.

Τρίτη ολοκαίνουργια παράσταση λοιπόν στο ιστορικό θέατρο της Πατησίων (ή της Στουρνάρη, ανάλογα από πού επιλέγεις να μπεις), αυτή τη φορά σε σόλο δημιουργική απόπειρα του Τάσου Ιορδανίδη που πέραν του κειμένου υπογράφει και τη σκηνοθεσία. Με σημείο εκκίνησης τη “Δεσποινίδα Τζούλια” του Στρίντμπεργκ, η παράσταση Τζούλια ταξιδεύει τη δυναμική και τον προβληματισμό της στο σήμερα, με ιδέες, ψυχολογία και αντίληψη που άπτονται της σύγχρονης πραγματικότητας, σχολιασμό της κοινωνικών και ταξικών ισορροπιών και ταυτόχρονα με μια διαδρομή στα κατάβαθα της ματαιοδοξίας και της ανασφάλειας των ηθοποιών.

Πολύ μεγάλο ενδιαφέρον έχει ο τρόπος με τον οποίο κείμενο, σκηνοθεσία και χώρος γίνονται ένα, αποδεικνύοντας το ολοκληρωμένο όραμα του Τάσου Ιορδανίδη, με τον ίδιο να υπογράφει επί πλέον τους φωτισμούς και τη διαμόρφωση του σκηνικού χώρου, “απλώνοντας” τη δράση σε ολόκληρο το θέατρο και μετατρέποντας την “Τζούλια” σε εμπειρία βιωματική για τον θεατή, ακόμη προτού καλά-καλά ξεκινήσει η παράσταση.

Ως αποτέλεσμα, το “βάρος” των ηρώων και οι σκιές του χώρου πέφτουν επάνω μας από την ώρα που μπαίνουμε στην αίθουσα, επηρεάζοντας την ψυχολογία μας και προετοιμάζοντάς μας για αυτό που θα ακολουθήσει, πλάθοντας ένα κλίμα κλειστοφοβικό και εμβυθιστικά ρεαλιστικό. Δεν σας περιγράφω τίποτα περισσότερο ώστε να απολαύσετε από μόνοι σας την εμπειρία κυριολεκτικά ενός θεάτρου μέσα στο θέατρο.

Ας πούμε απλά πως υπάρχουν στιγμές που νιώθεις ένοχος λες κι έχεις εισβάλλει σε έναν χώρο όπου δεν θα έπρεπε να είσαι, προσπαθώντας να παραμείνεις αόρατος ώστε να μην σε αντιληφθούν οι άνθρωποι εντός του.

Πέραν της σκηνοθετικής ευστροφίας είναι και το κείμενο του Τάσου Ιορδανίδη, που κυλάει σαν νεράκι, με λέξεις επιλεγμένες μία προς μία αλλά και τόσο απλές, μακριά από κάθε ίχνος επιτήδευσης και περιττού εντυπωσιασμού. Μέσα σε αυτή τη λιτότητα όμως κρύβεται ένα δραματουργικό μεγαλείο που κορυφώνεται σταδιακά, προσφέρει απλόχερα ρίγη συγκίνησης, δεν φοβάται ούτε το χιούμορ ούτε το μελό και σκιαγραφεί χαρακτήρες πλήρεις, αναγνωρίσιμους και συνταρακτικούς, εξασφαλίζοντας στους ηθοποιούς άνεση, εύρος και βάθος στις ερμηνείες τους.

 

Δεν έχω λόγια για την Ευσταθία Τσαπαρέλη, η οποία απλά μετουσιώνεται σε πλάσμα αλλόκοσμο ερμηνεύοντας έναν ρόλο που ανεβοκατεβαίνει με ιλιγγιώδη ταχύτητα σε εφιαλτικές λούπες συναισθηματικής μεταστροφής, με μια ευκολία που σε τρομάζει. Εύθραυστη αλλά και εκρηκτική, φοβισμένο κορίτσι αλλά και εγωπαθής ντίβα, πληγωμένη κόρη αλλά και εκδικητική ερωμένη, η Ευσταθία μοιάζει με ον που διαρκώς μεταβάλλεται μπροστά στα μάτια σου, αλλάζει μέγεθος και όψη, καθώς φωνή (τι φωνή!) και σώμα δονούνται στη συχνότητα της κάθε λέξης και της σιωπής που μεσολαβεί μεταξύ τους.

Είναι κι αυτό το βλέμμα της, που μιλάει χωρίς να ακούγεται κιχ λες και ακούς λέξεις στο μυαλό σου που δεν βγαίνουν ποτέ από τα χείλη της. Υπέροχη, υπέροχη, υπέροχη.

Ο Κυριάκος Σαλής (πού ήταν κρυμμένο αυτό το παιδί;) στον ρόλο του ηλεκτρολόγου του θεάτρου, δίνει ρεσιτάλ εγκράτειας, παίζοντας με ανείπωτη φυσικότητα και φαινομενική ευκολία, έτσι όπως ελίσσεται στις συγκινησιακές διαδρομές του ήρωα που υποδύεται απλά με την παρουσία του, τουλάχιστον έως ότου φτάσουμε εκεί προς το φινάλε, όταν τα πάντα επάνω του αλλάζουν, ενόσω παραμένουν τα ίδια. Μιλάμε για εξαιρετικό ρόλο, σκηνοθετημένο άρτια και παιγμένο με σπάνιο έλεγχο και τσαγανό.

Η Δήμητρα Βήττα αποτυπώνει με αρμονία και συναισθηματικό υπόβαθρο τον ρόλο της σκηνογράφου της παράστασης και κολλητής της Ευσταθίας, φωτίζοντας πτυχές του παρελθόντος και ρίχνοντας στον δρόμο τα βοτσαλάκια που οδηγούν στην τραγωδία, την ίδια στιγμή που η Μαρία Καρτσαφλέκη, ως η υπεύθυνη του θεάτρου, όχι μόνο κρατά με ρεαλισμό και ουσία τον χαρακτήρα που υποδύεται αλλά τον υπογράφει με ένα άκρως συγκινητικό ζεϊμπέκικο.

Μιλώντας για ζεϊμπέκικο, δεν ξέρω αν πρόκειται περί φετίχ ή δημιουργικής εμμονής, πάντως και στην “Τζούλια” όπως και στις άλλες δύο παραστάσεις του θεάτρου Άλφα, τα τραγούδια κρατούν εξέχοντα ρόλο στην αφήγηση, τόσο με το συναισθηματικό τους εύρος, όσο και με την ιστορία που κουβαλούν επάνω τους. Ευφυής και η αφίσα της παράστασης, όμοια με εξώφυλλο πολυτελούς περιοδικού που φιλοξενεί την Ευσταθία (πιθανότατα για λάθος λόγους).

Κλείνοντας, να πω απλά σε περίπτωση που δεν έχει γίνει ήδη κατανοητό, πως η “Τζούλια” είναι από τις καλύτερες παραστάσεις που παίζονται αυτή τη στιγμή στην Αθήνα.

• Θέατρο Άλφα “Ληναίος-Φωτίου” – 28ης Οκτωβρίου (Πατησίων) 37 & Στουρνάρη 51, Πολυτεχνείο
Παραστάσεις: Δευτέρα & Τρίτη στις 21:00

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

Invalid username, no pictures, or instagram servers not found
Invalid username, no pictures, or instagram servers not found