Αυτή η νύχτα μένει, έιναι δραματική σειρά της PrimaVisione για τον Alpha, σε σκηνοθετική διεύθυνση της Κατερίνας Φιλιώτου, με τους Βασίλη Μπισμπίκη, Γιάννη Στάνκογλου, Άννα Μάσχα, Ηλιάνα Μαυρομάτη, Κόρα Καρβούνη, Γιάννη Τσορτέκη, Γιάννο Περλέγκα, Γιώργο Αρμένη, Βίκυ Παπαδοπούλου, Γιώργο Πυρπασόπουλο, Κώστα Μπερικόπουλο, Μαρία Κατσανδρή, Γιάννη Νταλιάνη, Στάθη Κόικα, Γιάννη Εγγλέζο, Ναταλία Σουίφτ, Μελίνα Λεφαντζή, Ελισάβετ Καβαλάκη, Γιώργο Παπαπαύλου, Τάσο Λέκκα, Νίκο Αλεξίου, Δημήτρη Πλειώνη, Ιωάννη Απέργη, Νικολέττα Καρρά, Θανάση Βλαβιανό, Αναστασία Τσιλιμπίου, Σπύρο Σταμούλη, Φοίβο Παπακώστα, Δημήτρη Χατζημιχαηλίδη.
Είναι πολύ σημαντικό κάθε νέο καλλιτεχνικό εγχείρημα να διατηρεί άρρηκτη την επαφή με την ιστορία του, τους ανθρώπους του και τις ρίζες του γενικότερα. Χωρίς να αποποιείται τους όποιους νεωτερισμούς, μια σύγχρονη ταινία -ή μια σειρά όπως στην περίπτωσή μας- οφείλει να αποτελεί λογική συνέχεια των προηγούμενων από τις οποίες να αντλεί και τα στοιχεία εκείνα που καλείται να ανανεώσει.
Οι Άγγλοι, οι Ιταλοί και οι Γάλλοι, για να αναφέρω μόλις τρία παραδείγματα από τους γείτονές μας στην Ευρώπη, το πράττουν με επιτυχία εδώ και χρόνια, λοξοκοιτώντας προς το σινεμά των προηγούμενων δεκαετιών χωρίς ίχνος ντροπής. Στην Ελλάδα, μετά το τέλος της Finos, κόμπλεξ και μιζέρια μεγατόνων δολοφόνησαν κάθε ψήγμα του οπτικοακουστικού μας παρελθόντος, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να προτείνουν κάτι νέο που όμως ήταν τόσο ξένο με την ίδια την Ελλάδα ώστε να οδηγήσει στον αφανισμό του ελληνικού σινεμά ως βιομηχανία -έστω και ως βιοτεχνία.
Τα πρώτα συγχαρητήρια που οφείλεις να δώσεις λοιπόν σε τούτην εδώ τη νέα σειρά του Alpha είναι ακριβώς για την έλλειψη κόμπλεξ και ενοχών αλλά και για την αγάπη με την οποία αγκαλιάζει το κινηματογραφικό μας παρελθόν. Έτσι λοιπόν, προτάσσει θαρραλέα και τίμια τον λαϊκό χαρακτήρα της -αλλοίμονο, στον μικρόκοσμο ενός σκυλάδικου του Αγρινίου διαδραματίζεται- δεν προφασίζεται άχρηστες μοντερνιές, βυθίζεται στα ελληνικά eighties του ΠΑΣΟΚ-ωραία χρόνια και την ίδια στιγμή λοξοκοιτάζει με σεβασμό και αγάπη προς τα μπουζουκομελό των sixties. Καλόκαρδοι και με αγνή ψυχή επιχειρηματίες της νύχτας, αθώες μα κατατρεγμένες τραγουδιάρες, νταβάδες, εγκληματίες, μαχαιροβγάλτες, καλοί μπάτσοι και κακοί μπάτσοι, πολυλογάδες καφετζήδες, διεφθαρμένοι πολιτικοί, ατιμασμένες κοπέλες και εν γένει όλα αυτά που κάποτε προκαλούσαν ρίγη συγκινήσεως στα λαϊκά κοινά των κινηματογράφων Β’ Προβολής και της επαρχίας, μας δίνουν ραντεβού σε κάτι φρέσκο και σημερινό.
Έχοντας ως έμπνευση το βιβλίο του Θάνου Αλεξανδρή (μοναδικός κοινός τόπος -μαζί με το τραγούδι των τίτλων- της σειράς με την ομότιτλη ταινία του Νίκου Παναγιωτόπουλου), οι δημιουργοί της νέας σειράς Αυτή η νύχτα μένει, αφηγούνται ξεκάθαρα ένα λαϊκό μελό των sixties, σε περιτύλιγμα eighties, αλλά με ματιά που επιτάσσει η τηλεόραση του σήμερα. Και το κάνουν καλά.
Με κάθε επεισόδιο που περνά, αναγνωρίζεις τη δουλειά που έχει γίνει, τόσο ενδυματολογικά και σκηνογραφικά, όσο και στα ακούσματα που επιλέγονται (υπέροχη η μελέτη και η έρευνα που έχει κάνει ο Ηλίας Μπενέτος) που συνολικά προσφέρει μια ομαλή και σωστής αισθητικής μετάβασης στο παρελθόν. Οι συμβάσεις της εποχής έχουν ακολουθηθεί -κατά το δυνατόν- και στους διαλόγους που αποφεύγουν έντεχνα το λεκτικό παρόν. Την ίδια αίσθηση αποπνέει και η φωτογραφία της σειράς που έχει κάτι από τη χρωματική παλέτα και τη θαμπάδα της βιντεοκασέτας των χρόνων του ’80 που έρχεται και δένει με όλη αυτή τη γοητευτική και αξέχαστη -για όσους την έζησαν- ντεκαντάνς των σκυλάδικων και της νύχτας. Αν υπάρχει ένας ελέφαντας στην παραγωγή του “Αυτή η νύχτα μένει” είναι η απόφαση να γυριστεί με τη λογική του καθημερινού.
Μολονότι όχι κυριολεκτικά καθημερινό, αφού μεταδίδεται μόνο δύο ή τρεις φορές την εβδομάδα, η αντίληψη των δημιουργών σε συνδυασμό με τον αριθμό και τη διάρκεια των επεισοδίων, επιβάρυναν τη σειρά με το άγχος και τις ταχύτητες ενός καθημερινού σήριαλ, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Επάνω στη βιάση λοιπόν, και στα ρακόρ υπήρξαν προβλήματα και οφθαλμοφανείς σεναριακές ευκολίες ακολουθήθηκαν για να πάει η ιστορία παρακάτω και αδυναμία εμφανής προέκυψε στην αρτιότητα κάποιων σκηνών βίαιων ή δράσης ή εν γένει περισσότερο απαιτητικών.
Όμως, είναι τόσο ιντριγκαδόρικη και γεμάτη ερωτισμό η ιστορία, τόσο γνώριμη και οικεία αλλά και τόσο φρέσκια στην αντίληψή της που εν τέλει παραδίδεσαι άνευ όρων στη γοητεία της. Πάνω από όλα όμως, παραδίδεσαι στο καστ. Μόνο συγχαρητήρια αξίζουν σε όποιον έκανε τη διανομή των ρόλων, όχι μόνο για τις ηθοποιάρες που συγκέντρωσε, αλλά και για τους ρόλους που ανέθεσε στον κάθε έναν. “Αυτή η νύχτα μένει” λοιπόν με ένα καστ Α’ Εθνικής Κατηγορίας που δίνει τον καλύτερό του εαυτό, διαγράφοντας με ευκολία τις όποιες αδυναμίες σε επίπεδο παραγωγής -που θα το επαναλάβω, πηγάζουν όχι από αμέλεια αλλά από την πίεση του χρόνου. Γιάννης Στάνκογλου και Βασίλης Μπισμπίκης είναι το ιδανικό power duo ως μπροστάρηδες των δύο αντίπαλων στρατοπέδων, ο πρώτος με πασοκογενές πολιτικάντικο ανάστημα και all time classic αντρίλα ακόμη και σε στιγμές που ραγίζει, ο δε δεύτερος βγαλμένος από το χρονοντούλαπο της τότε εποχής αλλά και από το παλιό σινεμά, με εκτόπισμα που πηγάζει από τα μάτια και μόνο. Ο Γιώργος Αρμένης είναι ο πιο αντιπαθής και σιχαμερός κακός που υπήρξε ποτέ, ο Γιάννος Περλέγκας παλεύει διαρκώς με τη συνείδηση και τον φιλοτομαρισμό του, ενώ ο Γιάννης Τσορτέκης απλά επαναλαμβάνει το πόσο σπουδαίος ηθοποιός είναι, μεταμορφωμένος συναισθηματικά και ψυχικά. Πάμε στις κυρίες τώρα, όπου η Ηλιάνα Μαυρομάτη είναι η απόλυτη τραγουδιάρα των eighties σε ρόλο απαιτητικό, η Κόρα Καρβούνη εντυπωσιάζει ως μια σύγχρονη Κατερίνα Χέλμη, ενώ η Άννα Μάσχα διαχειρίζεται τον ρόλο της με μια άνεση που σε αφήνει άφωνο.
Το κορυφαίο καστ της σειράς “Αυτή η νύχτα μένει” δεν σταματά στα ονόματα της μαρκίζας, αφού η αξία και το ζουμί της κρύβονται σε όλους τους ρόλους. Η θεατρική έκπληξη των τελευταίων ετών, ο Τάσος Λέκκας, κουβαλάει την ερμηνευτική του γαλήνη και τα εσωτερικά του ξεσπάσματα με μοναδική ευκολία μπροστά στην κάμερα, ο Φοίβος Παπακώστας είναι δυνατός ως ημιπαράφρων, κακοποιημένος έφηβος, η Αναστασία Τσιλιμπίου αντιμάχεται την αθωότητα της παιδικής ηλικίας με τα ψυχοσωματικά τραύματα της νύχτας, η Ναταλία Σουίφτ όπως και η “αδελφή” της, η Μελίνα Λεφαντζή, λειτουργούν με απόλυτη αρμονία ως οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, καθώς αναζητούν την αλήθεια, η Ελισάβετ Καβαλάκη στέκει μετρημένη μα και δυναμική μέσα στα ζόρια της και η Νικολέττα Καρρά αποδίδει μια αξιαγάπητη, πειστική και προδομένη από τον έρωτα σκυλού με καρδιά χρυσάφι.
Γιάννης Νταλιάνης, Γιώργος Πυρπασόπουλος και Κώστας Μπερικόπουλος εξακολουθούν να αποτελούν σταθερή ερμηνευτική αξία με περιεχόμενο στον ρόλο που καλούνται να ερμηνεύσουν, ενώ πώς μπορείς να μείνεις ασυγκίνητος από τη γιαγιά Βρεττώ της εξαιρετικής Μαρίας Κατσανδρή, η οποία αυτή κι αν εμβαπτίζεται σε αντίστοιχους κινηματογραφικούς ρόλους του παρελθόντος. Σαν σύγχρονος Νίκος Ρίζος φαντάζει ο αξιαγάπητος Πόντικας του Ιωάννη Απέργη, καλοσυνάτος ζεν πρεμιέ της Finos ο Στάθης Κόικας, σκοτεινός ζεν πρεμιέ ο Σπύρος Σταμούλης, ο Δημήτρης Πλειώνης μεταμορφώνεται στον μπουζουκοστάρ που θέλεις να σκοτώσεις, ενώ εντυπωσιακά αντιπαθής και γλοιώδης στέκει ο δικηγόρος που υποδύεται ο Νίκος Αλεξίου. Στις προσωπικές μου, μεγάλες και πολύ ευχάριστες εκπλήξεις, ο υπέροχος Γιώργος Παπαπαύλου σε ένα ρόλο επικίνδυνο που όμως μεταμορφώνει με περίσσια ευκολία, αναζητώντας τις ρίζες του στους “Γιώργους Μαρίνους” της ελληνικής υπαίθρου και ο Γιάννης Εγγλέζος που παραδίδει μαθήματα υποκριτικής εγκράτειας και πραότητας στον ρόλο του αστυνομικού που αναδεικνύεται σε κορυφαία πρωταγωνιστικό.
Είναι τόσοι πολλοί και τόσο καλοί, που δεν μπορώ παρά μόνο εν τάχει να επισημάνω το υπέροχο πέρασμα της Μάρως Παπαδοπούλου, την εξαιρετική guest εμφάνιση της Όλγας Πολίτου, τον συμπαθή (και επίσης βγαλμένο από το παλιό ελληνικό σινεμά) καφετζή του Δημήτρη Χατζημιχαηλίδη, τον μαέστρο του Θανάση Βλαβιανού, τον κιθαρίστα του Χρήστου Παπαδόπουλου και φυσικά τον Νίκο Βατικιώτη.
Τέλος, άξια συγχαρητηρίων είναι η δουλειά που έχει γίνει στις ενορχηστρώσεις (α λα σκυλάδικο) των τραγουδιών που ακούγονται στο “Όνειρο” αλλά και στο ντουμπλάρισμα των ηθοποιών κατά τα play back. H ερμηνεία της Γιώτας Νέγκα στην “μπουζουκλερί” ενορχήστρωση του τραγουδιού των τίτλων, θα γίνει εξίσου κλασική με τη φωνή-πιάνο της Δήμητρας Παπίου.
Εν κατακλείδι, η σειρά “Αυτή η νύχτα μένει” υπήρξε μακράν η καλύτερη πολλών επεισοδίων της νέας εσοδείας των ιδιωτικών καναλιών, με μοναδικό της σύντροφο το “Κάνε ότι κοιμάσαι” της ΕΡΤ. Λέγεται προς το παρόν πως δεν θα υπάρξει δεύτερος κύκλος, απόφαση κατ’ εμέ σοφή, δεδομένου ότι το τρέχον storyline (που λέμε και στα Κάτω Πατήσια) πρέπει οπωσδήποτε να ολοκληρωθεί.
Σε περίπτωση που αποφασιστεί συνέχεια για τη σαιζόν 2023-24 (που καθόλου δεν θα με χάλαγε), αυτή οφείλει να γίνει μόνο εάν διατηρηθούν κάποια από τα βασικά πρόσωπα της πρώτης περιόδου, αλλά σε μια εντελώς διαφορετική ιστορία και με την προσθήκη νέων πρωταγωνιστών.