The Lost Daughter, είναι δραματική ταινία σε σκηνοθεσία Μάγκι Γκύλενχαλ, με τους Ολίβια Κόλμαν, Τζέσι Μπάκλεϋ, Ντακότα Τζόνσον, Εντ Χάρρις, Πήτερ Σάρσγκαρντ, Όλιβερ Τζακσον Κοέν, Πωλ Μέσκαλ.
Η Λήδα, μια μεσήλικας καθηγήτρια φιλολογίας, περνά μόνη τις διακοπές της σε μια ελληνική παραθαλάσσια πόλη. Ενταγμένη στη ρουτίνα της και ουσιαστικά απόμακρη, απολαμβάνει τη ραστώνη του τοπίου και της θάλασσας, έως ότου αυτήν την πολυαναμενόμενη ηρεμία διαταράσσει μια οικογένεια ιταλοαμερικανών που σχεδόν κάνουν κατάληψη στην παραλία.
Φωνακλάδες, επιδεικτικά πλούσιοι και κατά μία άποψη απειλητικοί, οι νέοι της “γείτονες” ξυπνούν μνήμες και προκαλούν ένα ντόμινο απρόβλεπτων αντιδράσεων από την πλευρά της ήσυχης γυναίκας που ξαφνικά φανερώνει ένα νέο πρόσωπο.
Ρεσιτάλ ερμηνείας από την Ολίβια Κόλμαν αλλά και από την Τζέσι Μπάκλεϋ που την υποδύεται σε νεαρή ηλικία και η οποία μάλιστα μεταμορφώνεται όντως σε μια νεότερη εκδοχή της Κόλμαν. Το λες και μέγα σκηνοθετικό επίτευγμα της Μάγκι Γκύλενχαλ που μολονότι πρωτάρα στην κινηματογραφική σκηνοθεσία, αποδεικνύεται μαστόρισσα στην καθοδήγηση των ηθοποιών της, αποσπώντας δύο εξαιρετικές ερμηνείες ή την ίδια εξαιρετική ερμηνεία μοιρασμένη σε δύο πρόσωπα.
Αυτό το ταξίδι στον χρόνο μέσα από τις μνήμες της Λήδας, που ως ψυχογράφημα εξηγεί και τη μέχρι εδώ διαδρομή της, είναι το σημείο-κλειδί του φιλμ, καθώς όχι μόνο σκιαγραφεί την κεντρική ηρωίδα αλλά εντάσσει το παρόν της σε εμπειρίες, τραύματα και ενοχές του χθες. Η ξαφνική της ταύτιση με μία από τις συζύγους της οικογένειας των απειλητικών φωνακλάδων (πολύ μεστή και ώριμη ερμηνευτικά η Ντακότα Τζόνσον και ίσως πιο όμορφη από ποτέ), πυροδοτεί τις εξελίξεις που θα ακολουθήσουν αλλά και θέτει σε κίνηση μια σειρά από αδικαιολόγητες τιμωρητικές αντιδράσεις από την πλευρά της Λήδας, που όμως δεν γνωρίζει ούτε η ίδια τον στόχο της.
Αμιγώς γυναικεία υπόθεση, “Η χαμένη κόρη” είναι η ιστορία όλων των χαμένων γυναικών, που αφέθηκαν να χαθούν σε ζωές που δεν έζησαν ή σε ζωές που επέλεξαν, τολμώντας να αποτινάξουν στερεότυπα, κουβαλώντας όμως όλες τις ενοχές του κόσμου, απέναντι ή δίπλα σε άντρες-επιπόλαιους διεκδικητές ή νταήδες. Τιμωρώντας με πόνο τον πόνο που προκάλεσε και η ίδια, η Λήδα χάνεται σε διαδρομές επικίνδυνες που αμφισβητούν τη λογική της, ενόσω αποζητά απεγνωσμένα τη στοργή, την αποδοχή και την ευκαιρία για μια νέα αρχή.
Η Γκύλενχαλ, διασκευάζοντας η ίδια το βιβλίο της Έλενα Φεράντε, μετατρέπει τις σελίδες του σε ένα διαρκές ταξίδι στον χωροχρόνο, στο εγκόσμιο και στο ασυνείδητο της ηρωίδας της, αντιδιαστέλλοντας τη γαλήνη του τοπίου με την ταραχή των ψυχών, έχοντας στη φαρέτρα της, πέραν των εξαιρετικών ερμηνειών, τη φωτογραφία της Ελέν Λουβάρ, τη μουσική του Ντίκον Χίντσλιφ και το συναρπαστικό μοντάζ του Αφόνσο Γκονσάλβες. Από τους β’ ρόλους, δεν γίνεται να μην αναφερθώ στη γαλήνια πραότητα του Εντ Χάρρις, αλλά και στην ορμή του Πωλ Μέσκαλ που γνωρίσαμε μέσα από τη σειρά “Normal People”.
Για το τέλος άφησα τον Όλιβερ Τζάκσον Κοέν, που με έναν ρόλο σύντομο και σχεδόν βουβό, επιτυγχάνει να κατακτήσει την οθόνη με το επιβλητικό του παράστημα και την απειλητική του γοητεία.
Η ταινία απέσπασε 3 υποψηφιότητες στα Όσκαρ (Α’ Γυναικείου η Ολίβια Κόλμαν, Β’ Γυναικείου η Τζέσι Μπάκλεϋ και Διασκευασμένου Σεναρίου), 2 υποψηφιότητες στα BAFTA (Β’ Γυναικείου & Διασκευασμένου Σεναρίου), ενώ κέρδισε βραβείο Σεναρίου στο Φεστιβάλ της Βενετίας όπου έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής.