to top

Είδαμε την σειρά | Johnny par Johnny

Johnny par Johnny

Johnny Hallyday -Πέρα από το ροκ, είναι βιογραφική σειρά ντοκυμανταίρ του Netflix σε σκηνοθεσία Αλεξάντρ Ντανσέν και Ζονατάν Γκαγιώ για τη ζωή του ροκ σταρ της Γαλλίας (και όχι μόνο) Τζώννυ Χάλιντέυ.

Έφερε το rock’n’roll στη Γαλλία, είχε ως πρότυπο τον Έλβις, έχτισε τη μουσική των “γιεγιέ”, έκανε τα κορίτσια να σπαρταρούν στο πέρασμά του, τα μάτια του διαπερνούσαν την κάμερα και η φωνή του έκανε στάδια απέραντα να δονούνται. Ο Τζώννυ (το μικρό του είναι αρκετό για ολόκληρη τη γαλλοφωνία) δεν ήταν απλά ένας επιτυχημένος μουσικός (με τα πάνω του και τα κάτω του, όπως όλοι), αλλά το απόλυτο σύμβολο μιας εποχής που έσβησε με τον θάνατό του στις 5 Δεκεμβρίου 2017, προκαλώντας εθνικό σπαραγμό.

Από την επιτυχία στην παρακμή και από εκεί στην αναγέννηση μέσα από τη φωτιά που άναψε με το συμβολικό τραγούδι-φάρος “Allumez le feu”, από τους έντονους έρωτες στους έντονους χωρισμούς και από την αναγνώριση στο σνομπάρισμα των σύγχρονων κουλτουροξερόλων, ο Τζώννυ υπήρξε ένας και μοναδικός -και δικαίως- σε κάθε έκφανση της ζωής του και της καριέρας του.

 

 

Η σειρά ντοκυμανταίρ 5 ημίωρων επεισοδίων του Netflix δίνει την ευκαιρία σε όσους τον γνωρίζουν, αλλά και σε όσους δεν, να μάθουν στιγμιότυπα από την πολυτάραχη ζωή του (η οποία θα μπορούσε να είναι και σήριαλ πάρα πολλών σαιζόν), να θυμηθούν στιγμές μαγικές και ανεξίτηλες στον χρόνο και να παραδοθούν σε αυτά τα μάτια που τρυπούν την οθόνη στα πολυάριθμα αποσπάσματα συνεντεύξεων που παρουσιάζονται ως βασικός καμβάς της αφήγησης. Ο ίδιος ο Τζώννυ μάς ξεναγεί στη ζωή του αφού είναι και ο μοναδικός που βλέπουμε να μιλάει στον φακό.

Όλοι οι υπόλοιποι σχολιαστές του ντοκυμανταίρ (παραγωγοί, συνθέτες, μουσικοί, δημοσιογράφοι, ηθοποιοί κ.ά.) μόνο ακούγονται, αφήνοντας τον σταρ να παραμένει αδιαφιλονίκητος πρωταγωνιστής στη σειρά για τη ζωή του. Αγιογραφία εννοείται πως είναι (μόνο αγιογραφίες μπορείς να αφιερώσεις σε τέτοιες προσωπικότητες) και μάλιστα ιδωμένη όπως ο ίδιος ο Τζώννυ επιθυμούσε. Ο γαλλικός τίτλος άλλωστε το δηλώνει ξεκάθαρα: “Ο Τζώννυ μέσα από τα μάτια του Τζώννυ”. Και επειδή ο Τζώννυ -κατά δική του δήλωση- ήταν και λίγο ψεύτης, πολλά από τα πράγματα που αφηγείται στην κάμερα κατά καιρούς ενδεχομένως και να απέχουν από την πραγματικότητα. Αλλά, πιστέψτε με, δεν σας νοιάζει.

 

Με ένα εξαιρετικά πλούσιο οπτικό υλικό από το αρχείο κινούμενης εικόνας αλλά και από backstage πλάνα, η σειρά προσφέρει έναν καταιγισμό εικόνων και φωτογραφιών που δυστυχώς όμως περνούν τόσο γρήγορα από την οθόνη που από κάποια στιγμή και μετά δεν τα χορταίνεις. Ίσως η διάρκεια του κάθε επεισοδίου να ήταν τελικά μικρότερη από όση θα χρειαζόταν για να χωρέσει όλος αυτός ο πλούτος του υλικού, ίσως πάλι οι δημιουργοί να επέλεξαν αυτό το χωρίς ανάσα μοντάζ για να τιμήσουν τον ίδιο τον Τζώννυ που στα πάντα έτρεχε με εκατό.

Όπως και νά ‘χει πάντως, με το τέλος του κάθε επεισοδίου διψάς για κάτι περισσότερο -τουλάχιστον τα τραγούδια να ακούγονταν σχεδόν ολόκληρα. Την ίδια έλλειψη θα εντοπίσετε και σε ό,τι αφορά την κάλυψη της κινηματογραφικής του καριέρας, η οποία παρουσιάζεται σπασμωδικά και για άλλη αφορμή. Παρά τις όποιες αδυναμίες της πάντως, τούτη εδώ η σειρά είναι σκέτος θησαυρός για όσους τον αγαπούν αλλά και ευκαιρία να μάθουν οι άμυαλοι τι σημαίνει Τζώννυ Χάλιντέυ και πότε όντως ένας καλλιτέχνης μεταμορφώνεται σε εθνικό σύμβολο.

Έτσι ελαφρώς άμυαλος κι εγώ ο ίδιος, το καλοκαίρι του 2003, είχα την ευκαιρία να βρεθώ σε συναυλία του στο ανοιχτό Βελοντρόμ της Νίκαιας, στη Γαλλία. Περισσότερο από εγκυκλοπαιδικό ενδιαφέρον και με την πεποίθηση πως θα παρακολουθούσα κάτι σαν το Τζουράσικ Παρκ της γαλλικής μουσικής, ένιωσα πραγματικό τρόμο (κυριολεκτώ) από τον αλαλαγμό και τον βρόντο από τα πόδια των παρευρισκόμενων με την πρώτη νότα στο άνοιγμα της συναυλίας, λίγο προτού άντρες κάθε ηλικίας, macho και νταβραντισμένοι αρχίζουν να σχίζουν τα μπλουζάκια τους κλαίγοντας και ουρλιάζοντας “Σ’ αγαπάω Τζώννυ”.

Και εν μέσω όλων αυτών, ο πανικός μου άρχισε να μετατρέπεται σε δέος και λίγο μετά, ο εξυπνακίστικος ξερολισμός μου πήγε να πνιγεί στην Κυανή Ακτή και βρέθηκα να χοροπηδάω ολομόναχος μεταξύ αγνώστων και κάθιδρος στον ρυθμό του “Allumez le feu” και να ξοδεύω όλο το αέριο στον αναπτήρα μου όσο o γαλανομάτης θεός τραγουδούσε το “Ma guele” και το “Marie”, με την εικόνα του θολή από τα δάκρυα στα μάτια μου και με τον χωρίς μπλουζάκι πλέον άγνωστο διπλανό μου να με κοιτάζει και να μου φωνάζει “τον αγαπάω, ρε φίλε”! On t’aime Johnny. Για πάντα.

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following