to top

Είδαμε την παράσταση | Ημέρα Κυρίου

Είδαμε την παράσταση | Ημέρα Κυρίου
“Ημέρα Κυρίου” του Γιάννη Τσίρου, σκηνοθεσία: Μάνος Καρατζογιάννης, πρωταγωνιστούν: Μάξιμος Μουμούρης, Φαίη Ξυλά, Βασίλης Αθανασόπουλος, Αναστασία Παντούση.
Μια Κυριακή που θα μπορούσε να είναι σαν όλες τις άλλες ξημερώνει στην πολυτελή κατοικία του ζεύγους Ματθαίου, σε κάποιο αριστοκρατικό προάστιο της πόλης. Μόνο που αυτή η Κυριακή δεν είναι σαν όλες τις άλλες, αφού οι πρώτες ακτίνες του ήλιου φωτίζουν τα σπασμένα τζάμια από το παράθυρο της σοφίτας, στο οποίο κάποιος άγνωστος είχε ρίξει πέτρα το προηγούμενο βράδυ. Η Ιουλία Ματθαίου, τρομαγμένη και ελαφρά τραυματισμένη από τα τζάμια που πάτησε μέσα στην ταραχή της, προσπαθεί να ηρεμήσει στην ξαπλώστρα του κήπου, δίπλα στην πισίνα, συντροφιά με τον άντρα της, ο οποίος δεν μοιράζεται την ανησυχία της, θεωρώντας το περιστατικό τυχαίο.
Η διακοπή ρεύματος που συνέπεσε συμπτωματικά με την επίθεση δεν επέτρεψε στις κάμερες του Άρη, του υπεύθυνου ασφαλείας, να καταγράψουν τον ένοχο, ενώ η Λένα, η νεαρή οικιακή βοηθός κοιμόταν βαθιά. Με την Ιουλία Ματθαίου όμως να μην μπορεί να ξεπεράσει το γεγονός το οποίο εκλαμβάνει ως βίαιη εισβολή στη ζωή της, οι συνεχείς συζητήσεις και απορίες επί του θέματος αποκαλύπτουν συμπεριφορές και μυστικά πιο απρόσμενα και τραγικά και από τον ίδιο τον βανδαλισμό.
Δράμα για τέσσερα πρόσωπα (με κάποια άλλα να πρωταγωνιστούν “αόρατα”), η “Ημέρα Κυρίου” είναι το νέο δημιούργημα του Γιάννη Τσίρου, το οποίο ο Μάνος Καρατζογιάννης παρουσιάζει για πρώτη φορά στο κοινό, στη σκηνή του φιλόξενου θεάτρου “Σταθμός”. Ημέρα ανάπαυσης, προσήλωσης και ενδοσκόπησης, ημέρα κατά την οποία ο ίδιος ο Θεός επέλεξε για να ξεκουραστεί μετά τις προηγούμενες έξι κατά τις οποίες δημιούργησε το σύμπαν, η Ημέρα Κυρίου (το εβραϊκό Σάββατο αρχικά και πλέον η Κυριακή ως Ημέρα Αναστάσεως) δεν είναι απλά ευκαιρία για σχόλη μα χρόνος πολύτιμος για πνευματική αναζήτηση της αλήθειας. Και έτσι, μέσα σε αυτές τις λίγες κυριακάτικες ώρες κατά τις οποίες διαδραματίζεται το έργο, μια φαινομενικά συνηθισμένη ημέρα ραστώνης και καλοδεχούμενης πλήξης μετατρέπεται σε βίαιο ταξίδι αποδοχής και σε σπαρακτική σύγκρουση ανθρώπινων ψυχών.
Σε έναν κήπο πνιγηρό από τον ψηλό φράχτη που κρατά έξω τους ανεπιθύμητους, με την πισίνα μόνο να εξαγνίζει το χώρο με τη φωτεινή γαλήνη της και με το γκαζόν και τις τριανταφυλλιές παγιδευμένα ανάμεσά τους, το ζεύγος Ματθαίου πλήττει και χαραμίζει τις ώρες του σε κοινοτοπίες. Όμορφοι άνθρωποι αμφότεροι, γοητευτικοί μα προφανώς αδιάφοροι πλέον ο ένας για τον άλλον, μιλούν για οτιδήποτε άλλο εκτός από αυτά που θέλουν να μιλήσουν. Έτσι το περιστατικό με το σπασμένο τζάμι ή ο μουσουλμάνος κηπουρός που την προηγούμενη μέρα είχε φέρει μαζί του τα παιδιά του μονοπωλούν μεν τη συζήτησή τους αλλά είναι προφανές πως πίσω από τα λόγια τους κρύβονται άλλα που δεν εκφράζονται ποτέ με λέξεις.
Κι όταν οι προφάσεις εξαντλούνται, ακολουθεί η σιωπή ή η πλήξη της Κυριακής που όμως δεν είναι αργία για τα δύο άλλα πρόσωπα που μένουν μαζί τους στο σπίτι. Ο Άρης, ο νεαρός, όμορφος, αφοσιωμένος φύλακας καλείται να δουλέψει το ρεπό του ούτως ώστε να διασφαλίσει την ψυχική ηρεμία της κυρίας του, ενώ η Λένα, η οικιακή βοηθός, εξακολουθεί να ασχολείται με την καθαριότητα του σπιτιού και με την κουζίνα, όπως και κάθε άλλη ημέρα. Κι όμως, όσο κι αν η ημέρα κυλά στη ρουτίνα της, όσο κι αν οι διάλογοι ακούγονται τετριμμένοι, δεν μπορείς να αγνοήσεις την ανησυχία που πλανάται στον χώρο και η οποία σταδιακά σε κάνει να νιώθεις άβολα.
Κι όπως αποκαλύπτονται ή υπαινίσσονται κάποιες πληροφορίες, αυτή η ανησυχία μετατρέπεται σε αγωνία και η ραστώνη της Κυριακής σε θρίλερ, καθώς τα γεγονότα προκαλούν ένα τεράστιο ντόμινο που καταπλακώνει τους πάντες.
Οι αρχικά αδιάφοροι υπαινιγμοί για την αγάπη της Ιουλίας για τη βότκα αλλά και για την εύθραυστη ψυχική της υγεία, οι αναφορές της ίδιας στην ηθική της επαγγελματικής (και ερωτικής) δραστηριότητας του άντρα της, η αφοσίωση του Άρη στην κυρία του, η αποστασιοποίηση της Λένας και αυτή η υπέρμετρα φιλική διάθεση του κυρίου Ματθαίου προς τον Άρη αλλάζουν υπόσταση διαρκώς και από υπαινιγμοί μεταμορφώνονται σε στοιχεία αδιάσειστα που και αυτά με τη σειρά τους φέρνουν στο φως μυστικά που όλοι τους έχουν πνίξει. Κι όλο μαζί, σκηνικό (Τέτα Τσαβδαρίδου), μουσική (Γιώργος Πούλιος), φωτισμοί (Άγγελος Παπαδόπουλος), κείμενο, ερμηνείες, ρόλοι και σκηνοθεσία έρχονται και μετουσιώνονται σε έναν ακλόνητο μονόλιθο συμπαγούς τραγικότητας και δραματουργικής κορύφωσης.
Αν κάτι είναι μαγικό στην “Ημέρα Κυρίου” είναι όλες αυτές οι λεπτομέρειες που από μόνες τους φαντάζουν κοινότοπες αλλά στο σύνολό τους αποκτούν υπόσταση που συγκλονίζει. Το φαινομενικά λιτό σκηνικό για παράδειγμα που εν πρώτοις δεν εκπροσωπεί τη χλιδή του χώρου, στην πραγματικότητα αποκαλύπτει την αληθινή του φύση: αυτήν της φυλακής που το ζεύγος Ματθαίου έχουν επιλέξει για τον εαυτό τους, ώστε να κρατήσουν έξω όλους τους άλλους αλλά και να επαναλαμβάνουν αυτήν την ποινή της καταναγκαστικής τους καθημερινότητας, στο πλάι αυτής της πισίνας στην οποία δεν μπαίνει ποτέ κανείς.
Και είναι εκεί που ανακαλύπτεις και το κρυφό μεγαλείο της σκηνοθεσίας του Μάνου Καραζογιάννη, ο οποίος -όμοια με το σκηνικό- δεν ακολουθεί την πεπατημένη του φαίνεσθαι αλλά την οδό της αποκάλυψης (ίσως και με το “Α” κεφαλαίο). Ένα κείμενο που εύκολα θα ζητούσε ουρλιαχτά, ξεσπάσματα και κραυγές (φανταστείτε το “Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ” σε αθηναϊκό προάστιο, ας πούμε), ο Μάνος Καρατζογιάννης το διαβάζει ψιθυριστά, ψύχραιμα και μάλιστα με κάμποσες δόσεις ειρωνείας. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνει να ενισχύσει την ανησυχία για την οποία μίλησα νωρίτερα, να τονίσει το αμφίρροπο της ιστορίας αλλά και να πατήσει γκάζι ακριβώς τη στιγμή που χρειάζεται, όταν τα πράγματα φαίνονται εκτός ελέγχου -όμως και πάλι χωρίς (περιττές) κραυγές.
Την ίδια στιγμή, διαβάζει και τους ήρωες του δράματος στην πραγματική τους υπόσταση, αποφεύγοντας τις ευκολίες και τους αφορισμούς. Και ο ίδιος ο σκηνοθέτης αντιλαμβάνεται την Ημέρα Κυρίου ως ημέρα περισυλλογής, οπότε ακολουθεί μια σκηνοθετική ενδοσκόπηση που του επιτρέπει να συγχωρεί χωρίς να κρίνει. Σύμφωνα με τις Γραφές άλλωστε μόνο ο Κύριος μπορεί να κρίνει, κατά την Ημέρα του, τους αμαρτωλούς.
Η Αναστασία Παντούση, στον ρόλο της Λένας, της οικιακής βοηθού, εντυπωσιάζει με την ακλόνητη παρουσία της στη σκηνή, κρατώντας ως σταθερά αυτήν την επαγγελματική αποστασιοποίηση που την οδηγεί ως πυξίδα σε τόνο, λόγο και συμπεριφορά. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές της, δεν απενδύεται ποτέ την οικιακή βοηθό, αφήνοντας την (ας πούμε) πραγματική Λένα να φανεί μόνο στις σκηνές της με τον υπεύθυνο ασφαλείας, τον Άρη του Βασίλη Αθανασόπουλου. Μπρουτάλ, αφελής, με παράστημα τσολιά (ή μπάτσου), ο Άρης στέκει επίσης αμφίσημος, σε ένα παιχνίδι επιβίωσης και εξουσίας που αλλάζει διαρκώς χέρια, αλαζόνας και ωραιοπαθής μαζί, εραστής της βίας που δοκιμάζει διαρκώς τα όρια της γοητείας του, ακόμα και προς τον κύριο Ματθαίου, τον οποίο υποδύεται υποδειγματικά ο Μάξιμος Μουμούρης.
Με απόλυτη κατανόηση της αμφισημίας που χαρακτηρίζει ολόκληρο το έργο, ο πολύ καλός ηθοποιός επιτυγχάνει να παίζει τον σνομπ, αδιάφορο και συγκαταβατικό σύζυγο και κύριο, την ίδια στιγμή που από μέσα του σκέφτεται διαφορετικά. Και μολονότι στην αρχή δεν είσαι σίγουρος για τη συμπεριφορά του, όταν οι συνθήκες και ο ίδιος αλλάζουν, κατανοείς έντρομος πως κάθε πράξη του έχει αποφασιστεί από τα πριν, ενώ τον θαυμάζεις καθώς κρατά την ίδια μειλίχια έκφραση ακόμα κι όταν ξεσπά οργισμένος. Απόλυτα συγκροτημένη και με έναν αβάσταχτο εσωτερικό πόνο η Ιουλία της Φαίης Ξυλά, μια γυναίκα που αποζητά απεγνωσμένα την αποδοχή και την τιμωρία. Τρυφερή και ειρωνική με τον άντρα της, διακριτικά σαγηνευτική με τον Άρη, ευγενική με τη Λένα, μεταμορφώνεται ξαφνικά σε τρομαγμένο αγρίμι που επιτίθεται από άμυνα, με απόλυτο ερμηνευτικό έλεγχο στα ξεσπάσματά της που δεν προδίδουν ποτέ την ανατροφή της και τη θέση της. Τόσο η Φαίη Ξυλά όσο και ο Μάξιμος Μουμούρης είναι σπαρακτικοί στη στιγμή της ψιθυριστής συντριβής τους.
• Στα συν της βραδιάς μου στο Θέατρο Σταθμός, η πολύ ευχάριστη ανακαίνιση του μινιόν φουαγέ που είναι γεμάτο από φωτογραφίες, βιβλία και προγράμματα και η εξαιρετική ευγένεια των ανθρώπων του που σε υποδέχονται με ζεστασιά σαν να είσαι αγαπημένος φίλος.
Παραστάσεις: Παρασκευή- Σάββατο στις 21:00, Κυριακή στις 18:00

Μάνος Θηραίος

Δεν ξέρω αν φταίει το ότι γύρω από τα Κάτω Πατήσια όπου γεννήθηκα και ζω υπήρχαν πολλοί κινηματογράφοι, το ότι είμαι μοναχοπαίδι ή ότι οι γονείς μου είχαν πάρει είδηση πως τους άφηνα στην ησυχία τους όταν έβλεπα ταινία. Κάπου εκεί πάντως έγινε η ζημιά, στα σίγουρα. Κι όσο, μεγαλώνοντας, ανακάλυπτα πως το σινεμά ήταν κάτι περισσότερο από περιπέτειες, κωμωδίες, από την Αλίκη ή την Έλενα Ναθαναήλ εκείνο το καλοκαίρι, τόσο μεγάλωνε και το ταξίδι. Πάντα γούσταρα να βλέπω ταινίες κι ύστερα να τις αφηγούμαι στους δικούς μου ανθρώπους. Κι ας μην τους γνώριζα όλους με το όνομά τους.

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following