Πόσες φορές θα το ακούσουμε αυτό τις επόμενες ημέρες; Πόσο πολύ μπορεί να επηρεάσει αυτό την καθημερινότητα μας; Η απάθεια μεγάλου μέρους του πληθυσμού, η απαξίωση των ευρωπαϊκών δομών και γενικότερα των εκλογικών διαδικασιών, το οποίο δεν φαίνεται να είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο, έχουν δημιουργήσει μια κατάσταση που μόνο ως τοξικός, φαύλος κύκλος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.
Μπορεί όμως αυτή η αποχή να αποτελέσει μήνυμα; Μπορεί αυτή η αποχή να οδηγήσει στην άνοδο δυνάμεων ξένων προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση; Και ποια είναι η ορθή στάση του πολίτη απέναντι στα διλήμματα;
Θα έπρεπε όμως να μιλάμε για διλήμματα; Το ευρωπαϊκό κεκτημένο των τελευταίων δεκαετιών, με όσες αστοχίες μπορεί να κουβαλά η εφαρμογή του, εμπεριέχει οφέλη που τείνουμε να αγνοούμε, ακριβώς επειδή πλέον τα θεωρούμε δεδομένα. Οι δεκαετίες ειρηνικής συνύπαρξης μιας ηπείρου με επικές συγκρούσεις φαντάζουν τόσο μακρινά που δεν τα συνδέουμε με την ύπαρξη των ευρωπαϊκών θεσμών και το χτίσιμο μιας κοινής συνείδησης.
Η εύκολη απαξίωση της πραγματικότητας που δίνει τη θέση της σε λαϊκισμό και σε απόδοση ευθυνών στον εξωτερικό παράγοντα που λέγεται Ευρώπη φαίνεται να έχει κατακλύσει όχι μόνο μεγάλο μέρος του ευρωπαϊκού πολιτικού κεφαλαίου αλλά ακόμα χειρότερα έχει γίνει ιδεολογικό βίωμα σε μέρος του εκλογικού σώματος. Θα μας ωφελήσει κάπου ως χώρα αν δεν πάμε την ερχόμενη Κυριακή 26 Μαΐου να ψηφίσουμε;
Η αποχή, διαχρονικά, μάλλον ευνόησε τα άκρα να αναδειχτούν και να έχουν νομή στη διαμόρφωση πολιτικών, ενίοτε με πολύ τραγικά αποτελέσματα. Σε πρόσφατη έρευνα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων (EuropeanCouncilonForeignRelations, ECFR), που βασίστηκε σε δημοσκόπηση του YouGov, η οποία έγινε σε 14 χώρες μέλη, αν και τα 2/3 των πολιτών έχουν θετική άποψη για την Ένωση, δεν κρύβουν την ανησυχία τους για επικείμενη διάλυση την επόμενη 10ετία ή 20ετία. Μάλιστα θεωρούν πιθανό ακόμα και το ενδεχόμενο πολεμικής σύρραξης μεταξύ πρώην εταίρων.
Θέλω να πιστεύω πως και η πλειοψηφία των ελλήνων πολιτών αντιλαμβάνονται την ωφέλεια που έχει δεχτεί η χώρα μας από την συμμετοχή της στην Ε.Ε. Δεν μπορώ να διανοηθώ πως η ύπαρξη των γνωστών σημάνσεων σε προγράμματα χρηματοδότησης, στην κατασκευή σχολείων, μεγάλων δημοσίων έργων, χωρών πολιτισμού και πολλά άλλα δεν αρκούν για να δείξουν πως η θέση μας είναι εκεί και είναι μάλιστα μονόδρομος και νομοτέλεια της εθνικής μας υπόστασης.
Η δεκαετία της κρίσης έδειξε περίτρανα τα εθνικά μας λάθη, έδειξε όμως και ευρωπαϊκές αδυναμίες στην υλοποίηση σχεδίων με όραμα, αλληλεγγύη και ρεαλισμό. Η λύση σίγουρα δεν είναι η αδιαφορία ή ακόμα περισσότερο ή ενδεχόμενη έξοδος που ευαγγελίζονταν αστείοι, ναι πολύ αστείοι, πολιτικοί. Πάντα το μεγάλο στοίχημα θα είναι η μεγαλύτερη συμμετοχή μας στην βελτίωση της Ε.Ε.
Ο ωχαδερφισμός και η λογική ότι όλα είναι μάταια πάω να ψηφίσω ή όχι, δεν είναι μόνο ανεύθυνη στάση, είναι και επικίνδυνη. Η πρόοδος δεν ήρθε ποτέ από οκνηρούς πολίτες που δεν έχουν άποψη και γνώμη για τα τεκταινόμενα. Η χώρα μας πρέπει να δώσει το δικό της μήνυμα και είναι παρούσα στις ευρωπαϊκές εξελίξεις.
Η επικράτηση ορθολογικών φωνών, χωρίς παραφωνίες και ρητορικές μίσους και εσωστρέφειας, μόνο προς όφελος μας μπορεί να είναι, ειδικότερα τις δύσκολες εποχές που διανύουμε, έχοντας να αντιμετωπίσουμε σημαντικά θέματα όπως η μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας, το μεταναστευτικό, οι σχέσεις μας με τους γείτονες κ.α. Η Ελλάδα έδωσε κάποτε έμπνευση και αποτέλεσε το παράδειγμα. Ας μην φανούμε κατώτεροι των περιστάσεων.