to top

Και μετά θα κάαααθεσαι, όπως ο Μίμης Φωτόπουλος

Και μετά θα κάαααθεσαι, όπως ο Μίμης Φωτόπουλος

Ο Δημήτρης – Μίμης Φωτόπουλος γεννιέται στις 20 Απριλίου 1913 στη Ζάτουνα της Γορτυνίας σε μια φτωχή οικογένεια. Η παιδική του ηλικία θα σφραγιστεί από τον πρόωρο θάνατο του πατέρα του..

Σύντομα η οικογένεια θα βρεθεί να ζει στο Αίγιο, όπου και θα στήσει ο μικρός Μίμης με την παρέα του τις πρώτες παραστάσεις Καραγκιόζη στην αυλή του σπιτιού του. Το ίδιο θα κάνει και όταν θα μετακομίσει η φαμίλια στα Εξάρχεια των Αθηνών.

 

Μετά το σχολείο και παρά τις οικονομικές δυσκολίες, ο Φωτόπουλος θα βρεθεί να σπουδάζει στη Φιλοσοφική Σχολή της Αθήνας, αν και το μικρόβιο της υποκριτικής είχε ήδη τρυπώσει για τα καλά μέσα του. Στο δεύτερο έτος εγκαταλείπει τις σπουδές του και βρίσκεται στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου (Βασιλικού Θεάτρου). Ο ίδιος πίστευε ότι έγινε καλός κωμικός λόγω της παιδικής του θλίψης αλλά και των τραγικών αναμνήσεών του από την έλευση των μικρασιατών προσφύγων το 1922.

Λίγο πριν από τον πόλεμο του ’40 έκανε ένα σύντομο πέρασμα απ’ το χώρο του βαριετέ και το θέατρο της Κατερίνας, συμμετέχοντας σε πολεμικές επιθεωρήσεις και μουσικές ηθογραφίες.

 

Στα Δεκεμβριανά του 1945 και έχοντας καταφύγει σε στέκι καλλιτεχνών στο Κολωνάκι, προδίδεται από τον ταξιθέτη του θεάτρου και συλλαμβάνεται ως αριστερός από τις βρετανικές μονάδες με μοναδικό επιβαρυντικό στοιχείο την κατάθεση του σπιούνου. Είναι παραμονή πρωτοχρονιάς του 1945 όταν τον πιάνουν και σύντομα θα εκτοπιστεί στο στρατόπεδο της Ελ Ντάμπα της Αιγύπτου, από όπου θα επιστρέψει τον Μάρτιο του 1945.

«Ξαφνικά, ένα βάναυσο χέρι μου χτύπησε τον ώμο. Γυρίζω και βλέπω έναν ταξιθέτη. Ήτανε το πασίγνωστο τομάρι του θεάτρου, ο Αποστόλης. Σε λίγο, να ’μαι στα βάθη ενός κρατητηρίου. Βρισκόμουν βέβαια σε ένα αστυνομικό τμήμα, που στεγαζόταν σε κάποια πολυκατοικία κοντά στην οδό Αμερικής. Στην αρχή ήμουν ο μόνος ένοικος. Μα μέσα σε δύο ώρες, αυτό το μπουντρούμι είχε γεμίσει με τόσο κόσμο, που δεν είχαμε αέρα να αναπνεύσουμε» (απόσπασμα από το αυτοβιογραφικό του έργο «Το ποτάμι της ζωής μου»).

 

 

 

Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Μίμης Φωτόπουλος συνεργάστηκε με πολλούς θιάσους και γνωστούς συναδέλφους του. Σημαντικότερες συμμετοχές του ήταν στο «Βυσσινόκηπο» του Τσέχοφ με τον πρωτοεμφανιζόμενο θίασο του Κάρολου Κουν, στις «Αγριόπαπιες» του Ίψεν στο Θέατρο Τέχνης, στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύκτας» του Σαίξπηρ στο θέατρο του Βασιλικού Κήπου.

Το κινηματογραφικό του ντεμπούτο θα το κάνει το 1948 στην ταινία «Μαντάμ Σουσού», γνωρίζοντας μια λαμπρή πορεία στην έβδομη τέχνη που θα σταματούσε μόνο το 1985. Ο Φωτόπουλος έπαιξε σε εκατό περίπου ταινίες, ενώ ήταν ο πρώτος ηθοποιός που υπέγραψε αποκλειστικό συμβόλαιο συνεργασίας με τον Φίνο και την εταιρία παραγωγής του. Η ερμηνεία του στην ταινία «Το Σωφεράκι», στον ρόλο του αγνού μάγκα ταξιτζή και αμετανόητου εργένη, θα αφήσει εποχή και θα τον καθιερώσει στα κινηματογραφικά πράγματα της χώρας μας.

Στη «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο» του 1957 έδωσε άλλο ένα ρεσιτάλ ερμηνείας στο πλευρό του μοναδικού Βασίλη Αυλωνίτη, γεννώντας έναν μύθο του ελληνικού σινεμά.

Έγραψε 7 βιβλία (4 ποιητικές συλλογές και 3 αυτοβιογραφικά) και 2 θεατρικά έργα («Ένα κορίτσι στο παράθυρο» και «Πελοπίδας ο καλός πολίτης» 1976) που έχουν παιχτεί.

 

Ο Μίμης Φωτόπουλος υπήρξε πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου του κινητού θεάτρου «Άρμα Θέσπιδος», μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών και μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Ελευθέρου Θεάτρου, ενώ παρασημοφορήθηκε με το Χρυσό Σταυρό του Γεωργίου Α’ και το Σταυρό του Αποστόλου Μάρκου από το Πατριαρχείο Αλεξάνδρειας.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του σημαδεύτηκαν από τον αγώνα του για συνταξιοδότηση, καθώς παρά τα πενήντα χρόνια σκληρής δουλειάς, δεν είχε μαζέψει τον απαιτούμενο αριθμό ενσήμων. Τα συντάξιμα χρόνια του συμπληρώθηκαν τελικά με τιμητική σύνταξη του υπουργείου Πολιτισμού, την οποία δεν πρόλαβε ωστόσο να χαρεί, αφού τον πρόδωσε η καλοκάγαθη καρδιά του στις 29 Οκτωβρίου 1986, σε ηλικία 73 ετών.

Λεωνίδας Βασιλόπουλος

Λατρεύω αυτή την πόλη, όταν πολλοί την μισούν. Η Αθήνα είναι όμορφη, ιδιαίτερη, απλά πρέπει να σηκώσεις το βλέμμα για να την δεις, πρέπει να την περπατήσεις, να την ψάξεις, τότε μόνο θα την ανακαλύψεις. πάμε παρέα….

A
A
 Photos
A
 Followers
A
 Following